Hugh Mangum: Ο φωτογράφος που νίκησε τις φυλετικές διακρίσεις μέσα από τον φακό του

Σε μία εποχή εξαιρετικά δύσκολη για την αφροαμερικανική κοινότητα στις νότιες πολιτείες της Αμερικής, ένας αυτοδίδακτος φωτογράφος είχε την ιδέα να συλλάβει με τον φωτογραφικό του φακό την εξαιρετική ποικιλομορφία του Αμερικανικού Νότου, υπερπηδώντας κάθε φυλετικό εμπόδιο. 

Ξεκινώντας από έναν τόπο, που μετέφερε το στίγμα των φυλετικών διακρίσεων και, που στη συνέχεια θα προχωρούσε σε ένα σύνολο νόμων, (Jim Crow), οι οποίοι στόχευαν σε αυτόν ακριβώς τον ανθρώπινο διαχωρισμό μεταξύ του 1876 και του 1965, ένας αυτοδίδακτος φωτογράφος, ο Hugh Mangum, αποφασίζει το 1890 να ταξιδέψει στη βόρεια Καρολίνα και τη Δυτική Βιρτζίνια για να καταγράψει σε εικόνες τις μορφές Αφροαμερικανών, πλούσιων ή φτωχών, αγροτών ή επιχειρηματιών ανθρώπων.

Στήνοντας προσωρινά στούντιο στους δρόμους από τους οποίους περνάει, ο Mangum βγάζει το πορτραίτο κάθε ανθρώπου που συναντάει μπροστά του. Οι πολιτείες του Νότου είχαν ήδη ξεκινήσει τις νομοθεσίες που επισημοποιούσαν κάθε είδος διάκρισης ανάμεσα στους ανθρώπους όταν ο φωτογράφος αποφάσισε να υλοποιήσει την ιδέα που στόχο είχε να ενώσει τους "διαχωρισμένους" ανθρώπους. Τα εστιατόρια, τα ξενοδοχεία και τα μαγαζιά έπρεπε, βάσει κανονισμών, να εξυπηρετούν διαφορετικά τους Αφροαμερικανούς από τους λευκούς πελάτες. 

Ο γάμος ανάμεσα σε δύο ανθρώπους διαφορετικού χρώματος απαγορευόταν, ενώ ο διαχωρισμός συνεχιζόταν μέχρι και στα σχολεία και τα μέσα μαζικής μεταφοράς. Η διαδεδομένη προκατάληψη, που απλωνόταν σαν βαρύ πέπλο πάνω από τις μορφές των ανθρώπων, άρχισε να αποβάλλεται μέσα από τα έργα του Mangum. Όπως αναφέρει η υπεύθυνη της φωτογραφικής του δουλειάς, Sarah Stacke, "Ο Hugh Mangum δημιούργησε ένα περιβάλλον με σεβασμό και οικειότητα στο οποίο οι άνθρωποι μπορούσαν να αποκαλύψουν τη γνησιότητα του εαυτού τους, άνδρες και γυναίκες, πλούσιοι και φτωχοί, Αφροαμερικανοί και λευκοί". 

Εκείνο που κάνει ξεχωριστό το έργο του, είναι η ξεχωριστή καταγραφή των πολιτών, η μοναδικότητα με την οποία αποδίδει το θέμα και ο ασύλληπτα μεγάλος αριθμός των φωτογραφιών, που τραβάει για να μεταφέρει τις διαφορές με τις οποίες έπρεπε να κυκλοφορούν συμβιβασμένοι, οι άνθρωποι της εποχής. Οι άνθρωποι στις φωτογραφίες χαμογελούν, γελούν τινάζουν το κεφάλι τους προς τα πίσω ξεχνώντας κάθε φυλετική διάκριση που χωρίζει τον έναν από τον άλλον. "Αυτές οι ζεστές και ειλικρινείς πόζες ήταν ένα το ορόσημο του φωτογραφικού του στυλ", όπως εξηγεί η ειδικός που ασχολήθηκε με την έκθεσή του στο πανεπιστήμιο Duke. 

Το γεγονός ότι μπορούμε σήμερα να δούμε καταγεγραμμένα τα χαμόγελα των ανθρώπων που υπέφεραν εκείνη την εποχή, είναι εξαιρετικά σπάνιο, όπως συνεχίζει η ίδια. Κοιτώντας τις φωτογραφίες, πολλοί άνθρωποι διαφορετικού φύλου μοιράζονταν τον ίδιο χώρο, ο ένας δίπλα στον άλλον για να ληφθούν οι φωτογραφίες. Στην πραγματικότητα, η τόσο στενή παρουσία και συνύπαρξή τους ήταν απαραίτητη, πήγαζε από την ανάγκη των ίδιων. Ήταν "μία περιστρεφόμενη πόρτα ποικιλομορφίας". Οι άνθρωποι εκείνοι ενώ φαίνονταν ότι είναι μακριά, βρίσκονταν τόσο κοντά.

Οι ταυτότητες των περισσότερων ανθρώπων που φωτογραφήθηκαν, όπως και οι ξεχωριστές τους ιστορίες, παραμένουν μέχρι σήμερα, άγνωστες. Σημασία έχει πως η καταγραφή βρίσκεται εκεί για να θυμίζει σε όλους τους ανθρώπους, που επιμένουν να διαχωρίζουν τους ανθρώπους γύρω τους, ότι όταν οι άνθρωποι νιώθουν μεταξύ τους τόσο ενωμένοι, τα στερεότυπα περισσεύουν.