Salman Rushdie: Η πρώτη του συνέντευξη μετά τη δολοφονική επίθεση- «Δεν έχω βγει ακόμα από αυτό το σκοτεινό δάσος»

Richard Burbridge/ The New Yorker

O 75χρονος συγγραφέας που δέχτηκε επίθεση με μαχαίρι τον Αύγουστο του 2022, έδωσε αποκλειστική συνέντευξη στον New Yorker, παρομοιάζοντας τη γραφή του με μια «πράξη που αψηφά τον θάνατο»

Μετά τη δολοφονική επίθεση με μαχαίρι, κατά τη διάρκεια λογοτεχνικής εκδήλωσης τον Αύγουστο του 2022 στη Νέα Υόρκη, ο παγκοσμίου φήμης συγγραφέας, Salman Rushdie έδωσε την πρώτη του συνέντευξη στο περιοδικό New Yorker, δηλώνοντας «τυχερός» κι «ευγνώμων» που επέζησε. 

«Είμαι τυχερός», δηλώνει χαρακτηριστικά στη συνέντευξη που δημοσιεύτηκε τη Δευτέρα. «Αυτό που θέλω να πω είναι ότι αυτό που αισθάνομαι περισσότερο τώρα, είναι ευγνωμοσύνη». Ο 75χρονος στις 12 Αυγούστου, δέχτηκε επίθεση από νεαρό δράστη, τον Hadi Matar, ο οποίος όρμησε στη σκηνή την ώρα που ο Rushdie ετοιμαζόταν να εκφωνήσει ομιλία σε εκδήλωση του Ιδρύματος Chautauqua και τον μαχαίρωσε στον λαιμό. Εκείνη την ώρα, ο συγγραφέας μιλούσε για το πόσο σημαντικό είναι να δοθεί άσυλο από τις Ηνωμένες Πολιτείες στους εξόριστους συγγραφείς. 

Ο Rushdie θεωρείται εδώ και πάνω από 30 χρόνια χρόνια, ο συγγραφέας των «Σατανικών στίχων», καθώς είναι ο στόχος ενός ιρανικού φετφά. Πριν από την επίθεση για την ακρίβεια, ήταν αντιμέτωπος με θανατικές απειλές από το Ιράν, μετά την κυκλοφορία του βιβλίου του «Σατανικοί Στίχοι» το 1988. Μετά το συμβάν,  παρέμεινε στο νοσοκομείο για έξι εβδομάδες, έχασε την όραση από το ένα του μάτι όπως και τη δύναμη του ενός χεριού του. Σήμερα, πιο δυνατός από ποτέ, ο συγγραφέας λέει πως είναι πια καλύτερα. Στη συνέντευξη που έδωσε στον David Remnick, αναφέρει: «Δεδομένου του τι συνέβη, δεν είμαι τόσο άσχημα. Τα πιο σημαντικά τραύματα έχουν ουσιαστικά γιατρευτεί. Έχω αίσθηση στον αντίχειρα και στον δείκτη και στο κάτω μισό της παλάμης. Κάνω αρκετή θεραπεία στα χέρια μου και μου λένε ότι τα πάω πολύ καλά».

Ωστόσο, του είναι δύσκολο να γράψει ή να δακτυλογραφήσει καθώς δεν έχει πλήρη αίσθηση ακόμα των ακροδακτύλων του. «Μπορώ να σηκώνομαι και να περπατώ. Όταν λέω ότι είμαι καλά, εννοώ ότι υπάρχουν τμήματα στο κορμί μου που χρειάζονται συνεχώς ελέγχους. Ήταν μια τεράστια επίθεση». Πέρα από τα τραύματα στο σώμα του, οι πληγές είναι και πνευματικές. Όπως αναφέρει μάλιστα, χρειάζεται να επαναπρορδιορίσει τον τρόπο που γράφει σε ζητήματα ασφαλείας, καθώς τις δύο τελευταίες δεκαετίες ζει χωρίς ασφάλεια.

«Υπάρχει κάτι σαν μετατραυματικό στρες. Μου είναι πολύ δύσκολο να γράψω. Κάθομαι να γράψω και δεν γίνεται τίποτα. Γράφω, αλλά είναι ένας συνδυασμός κενού και σκουπιδιών, πράγματα που γράφω και τα διαγράφω την επόμενη μέρα. Δεν έχω βγει πραγματικά, ακόμα από αυτό το σκοτεινό δάσος»

Η απειλή που δέχτηκε για τη ζωή του το 2022, δεν ήταν η πρώτη. Ο τότε Ιρανός ηγέτης, o Ruhollah Khomeini είχε εκδώσει φετφά, διάταγμα δηλαδή με το οποίο ζητούσε τη δολοφονία του συγγραφέα, επικηρύσσοντάς τον για 3 εκατ. δολ. Η φετφά παραμένει ενεργή, και παρόλο που η κυβέρνηση του Ιράν έχει αποστασιοποιηθεί από το διάταγμα του Khomeini, ένα άλλο επίσημο ιρανικό θρησκευτικό ίδρυμα πρόσθεσε άλλα 500.000 δολάρια στην επικήρυξή του, το 2012.

Ο Salman δεν παρέλειψε να βάλει στο στόχαστρο και τον σημερινό πρωθυπουργό της χώρας, Narendra Modi. «Η κυβέρνηση Modi είναι πολύ δημοφιλής. Έχει τεράστια υποστήριξη και αυτό της δίνει τη δυνατότητα να ξεφεύγει από τα πάντα. Να δημιουργήσει αυτό το πολύ αυταρχικό κράτος, το οποίο είναι αγενές για τις μειονότητες, και φοβερά καταπιεστικό για τους δημοσιογράφους. Όπου οι άνθρωποι είναι πολύ φοβισμένοι. Όλο και δυσκολεύει να το αποκαλέσουμε δημοκρατία».

Όταν ο Remnick ρώτησε τον Salman αν πιστεύει ότι θα έπρεπε να ήταν περισσότερο επιφυλακτικός μετά τη μετακόμισή του στη Νέα Υόρκη το 2000, έχοντας προηγουμένως ζήσει κρυμμένος για πολλά χρόνια, εκείνος απάντησε: «Λοιπόν, κάνω αυτή την ερώτηση στον εαυτό μου και δεν ξέρω την απάντηση. Είχα τελικά όντως περισσότερα από 20 χρόνια ζωής. Άρα, είναι λάθος; Επίσης, έγραψα πολλά βιβλία». Το τελευταίο του βιβλίο, Victory City, το τελείωσε λίγο πριν την επίθεση και θα κυκλοφορήσει μέσα στην εβδομάδα.

Όπως δηλώνει ωστόσο, δεν γνωρίζει αν το τελευταίο του βιβλίο θα ανταγωνιστεί την πρόσφατη προσωπική του περιπέτεια. «Ελπίζω σε κάποιο σημείο, να μπορεί να αλλάξει το αντικείμενο συζήτησης». Μίλησε παράλληλα για το πώς το νέο του εγχείρημα, που διαδραματίζεται στη νότια Ινδία του 14ου αιώνα, μπορεί να διαβαστεί ως αλληγορία για την κατάχρηση εξουσίας και την κατάρα του σεχταρισμού.

«Πάντα θεωρούσα ότι τα βιβλία μου είναι πιο ενδιαφέροντα από τη ζωή μου. Δυστυχώς ο κόσμος φαίνεται πως διαφωνεί»

Ο ίδιος δεν θεωρεί τον εαυτό του θύμα αλλά δεν μπορεί ωστόσο να αποφύγει την πραγματικότητα. «Πάντα προσπαθούσα πολύ σκληρά να μην υιοθετώ τον ρόλο του θύματος. Μετά κάθεσαι απλά και λες, "Κάποιος μου κάρφωσε ένα μαχαίρι! Καημένος που είμαι", κάτι που νομίζω ότι το κάνω και εγώ μερικές φορές. Αλλά αυτό που δεν θέλω είναι όσοι το διαβάσουν να σκεφτούν κάτι τέτοιο. Θέλω να τους τραβήξει η ιστορία, να τους συνεπάρει». 

Αυτή που δημοσίευσε πάντως πριν λίγες ώρες, μέσω του New Yorker καθηλώνει και είναι σίγουρα τροφή για περισσότερη σκέψη γύρω από τον τρόπο που λειτουργεί ακόμη και σήμερα η Δημοκρατία... 

Διαβάστε ολόκληρη τη συνέντευξη εδώ