Η δυνατή ιστορία ενός κοριτσιού με εγκεφαλική παράλυση που όμως έβγαλε 18.900 μόρια και πέρασε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών
18 Ιανουαρίου 2017
Οι επιπλοκές στη γέννα και η διαπίστωση της ασθένειας
Βέβαια, όταν ξεκίνησε να μου διηγείται την ιστορία τους, αμέσως κατάλαβα ότι δεν είχα καταλάβει κι ούτε θα καταλάβαινα ποτέ απόλυτα. Ούτε εγώ, ούτε κανείς άλλος που δεν είχε βιώσει παρόμοιες καταστάσεις. «Όλα ξεκίνησαν με τη γέννηση της Τζόϋς μου. Υπήρξαν κάποιες επιπλοκές. Το κεφάλι και τα πόδια της έμειναν μέσα στην κοιλιά μου με αποτέλεσμα να μην οξυγονωθεί καλά. Βγήκε μελανιασμένη και ζύγιζε 1.800kg, αλλά οι γιατροί δεν την έβαλαν σε θερμοκοιτίδα». Κομπιάζει για λίγο και χαμηλώνει το βλέμμα. «Αν της είχαν δώσει τις πρώτες βοήθειες… ίσως τα πράγματα να ήταν καλύτερα τώρα. Έφυγα από το νοσοκομείο και κάτι δεν μου πήγαινε καλά. Λίγες μέρες αργότερα, έβλεπα πως το μωρό μου δε μπορούσε να στηρίξει το κεφαλάκι του. Εκεί κατάλαβα πως κάτι συνέβαινε. Η Τζόυ μου έχει εγκεφαλική παράλυση σε ποσοστό 85%. Υπάρχουν διάφορες μορφές αυτής της ασθένειας. Το παιδί μου έχει γενική δυστονία, αλλά ευτυχώς δεν έχει επηρεαστεί η νοητική του ικανότητα. Σταθήκαμε τυχεροί σε αυτό», λέει κι αμέσως βλέπω πάλι εκείνο το χαμόγελο να σχηματίζεται· πιο σίγουρο αυτή τη φορά.
Η Τζοάννα Σολλάκου και η οικογένειά της κατάγονται από την Αλβανία. Ξέχασα να αναφέρω, πως έχει μια μικρότερη, υγιέστατη αδερφή την οποία υπεραγαπά. Θέλοντας να διεκδικήσουν καλύτερες ευκαιρίες και βλέποντας πως η ζωή θα ήταν δύσκολη στην πατρίδα τους, οι γονείς της πήραν την απόφαση να μεταναστεύσουν στην Ελλάδα, όταν η Τζόυ ήταν μόλις έξι μηνών. Σύντομα ξεκίνησαν εντατικά φυσικοθεραπείες κι εργοθεραπείες , τις οποίες συνεχίζουν φυσικά μέχρι και σήμερα. Εξίμισι ετών λοιπόν, κατάφερε να κάνει τα πρώτα της βήματα. Από τότε φάνηκε η αποφασιστικότητά της. Βέβαια οι κινητικές της λειτουργίες είναι περιορισμένες. Η ισορροπία της δεν είναι καλή, οπότε παντού έχει τη μαμά της μαζί, να τη στηρίζει σε κάθε της βήμα.
Τα μαθητικά τα χρόνια
«Από πρώτη δημοτικού ήμουν κι εγώ μαζί της το σχολείο. Θα μπορούσα βέβαια να την έχω σε ειδικό σχολείο για να δεχτεί την κατάλληλη βοήθεια, όμως δυστυχώς δεν υπάρχει διαχωρισμός για παιδιά με κινητικές και νοητικές ικανότητες. Έβλεπα ότι το παιδί μου είναι έξυπνο και διψά για μάθηση κι ένιωθα πως αν την αφήσω σε ειδικό σχολείο θα την περιόριζα από το να πραγματοποιήσει τα όνειρά της».
Έτσι λοιπόν, επειδή δεν τη δέχονταν σε κανονικό σχολείο χωρίς βοηθητικό προσωπικό πήρε την απόφαση να πηγαίνει εκείνη κάθε μέρα μαζί της. Όταν η διευθύντρια της Ελεπάπ, θέλοντας να την κάνει να συνειδητοποιήσει το βάρος που έφερε αυτή της η απόφαση, της είπε πως πρέπει να διαλέξει ή τη ζωή της ή τη ζωή του παιδιού της, εκείνη δε δίστασε στιγμή.
«Φυσικά διάλεξα το παιδί μου. Έτσι οι δυο ζωές έγιναν μία. Και παρόλο που έχω θυσιάσει πολλά (δεν έχω καν προσωπική ζωή, ούτε προλαβαίνω να ασχοληθώ όσο πρέπει με τη μικρή μου κόρη) δεν το μετανιώνω. Όταν προσφέρεις τόσα σε κάποιον, γίνεσαι καλύτερος άνθρωπος και πιο δυνατός».
Μια μητέρα που παραμερίζει δίχως δεύτερες σκέψεις και δισταγμούς τις προσωπικές τις ανάγκες για να μπορέσει το παιδί της να πραγματοποιήσει τα όνειρά του. Νομίζω δε θα μπορούσε να βρεθεί καλύτερος τρόπος να αποδοθεί η έννοια της πραγματικής αγάπης.
Οι σπουδές και τα επαγγελματικά σχέδια
Οι θυσίες όλων αυτών των χρόνων έπιασαν τόπο. Παρά τις δυσκολίες, η Τζόυ έβγαλε 18.900 μόρια (Ναι…Καλά διαβάσατε) και πέρασε στο τμήμα Μάρκετινγκ και Επικοινωνίας του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. «Όταν το μάθαμε τσιρίζαμε από τη χαρά μας» μου λένε και τις πιστεύω, αφού λίγο έλειψε να κάνουν το ίδιο και τώρα.
Η Τζοάννα θα μπορούσε να είναι ένα άτομο απαισιόδοξο, παραιτημένο από οποιαδήποτε προσπάθεια για φυσιολογική ζωή. Θα μπορούσε-και δικαιολογημένα κατά τη γνώμη μου-να έχει κουραστεί και να προτιμά να πηγαίνει στις εργοθεραπείες της και την υπόλοιπη ώρα να ξεκουράζεται στο σπίτι της. Όμως, αυτό το κορίτσι είναι φτιαγμένο από σπάνιο υλικό. Ενώ η εγκεφαλική παράλυση θα μπορούσε να τη γεμίσει απαισιοδοξία, εκείνη πάντα προσηλωμένη στους υψηλούς στόχους που θέτει, βρίσκεται σήμερα στη σχολή των ονείρων της, διαψεύδοντας όλα τα προγνωστικά. Οι καθηγητές της στο Λύκειο το θεωρούσαν ακατόρθωτο για ένα άτομο με αυτήν την ιδιαιτερότητα να καταφέρει να σπουδάσει. Πίστευαν ότι κανείς δε θα ήταν διατεθειμένος να τη βοηθήσει και να ασχοληθεί μαζί της. Όμως η Τζοάννα δε φαίνεται να σκοτίζεται και πολύ για τα υποτιθέμενα εμπόδια. Είναι πολύ ικανοποιημένη με τα όσα έχει πετύχει μέχρι σήμερα κι αισθάνεται δικαιωμένη με την απόφασή της να σπουδάσει.
«Οι καθηγητές μου είναι υπέροχοι άνθρωποι και με έχουν βοηθήσει μέχρι εκεί που δεν πάει. Μια περίοδο που ήμουν άρρωστη, επέμεναν όλοι από μόνοι τους να μου κάνουν ιδιαίτερα στο γραφείο τους για να αναπληρώσω τα μαθήματα που έχασα. Δεν ήταν υποχρεωμένοι να το κάνουν και αυτό για μένα σημαίνει πολλά».
Αλλά και με τους συμφοιτητές της, συνεργάζεται άψογα. Γνωρίζοντάς την, καταλαβαίνω το γιατί. Είναι ένα πανέξυπνο, χαρισματικό και πολύ κοινωνικό πλάσμα με θετική ενέργεια και μεγάλη αποφασιστικότητα. Όπως μου λέει, οι συμφοιτητές της, ζητώντας της να γίνει μέλος της ομάδας τους της είπαν: «Ξέρουμε τι μυαλό έχεις κι αυτό το μυαλό το θέλουμε στην ομάδα μας».
Οι σπουδές της βέβαια αποτελούν μόνο το πρώτο σκαλοπατάκι για την επίτευξη των στόχων της. Αφού τελειώσει τη σχολή-ακριβώς στα τέσσερα χρόνια-όπως τονίζει, σκοπεύει να κάνει μεταπτυχιακό κι έπειτα να δουλέψει σε μια μεγάλη πολυεθνική επιχείρηση.
Όταν τη ρωτάω κατά πόσο πιστεύει ότι αυτό είναι εφικτό στην Ελλάδα και αν θα την αγκαλιάσουν στον εργασιακό χώρο όπως και στο Πανεπιστήμιο, σχεδόν έκπληκτη με την απορία μου, μου λέει: «Ναι φυσικά. Σίγουρα υπάρχουν δυσκολίες. Υπάρχουν παντού. Όμως έχω μάθει να σκέφτομαι πάντα θετικά και να μην απογοητεύομαι. Διαφορετικά, θα είχα ακούσει τους καθηγητές μου το Λύκειο και δεν θα είχα την ευκαιρία να σπουδάσω στη σχολή των ονείρων μου. Είμαι πολύ πεισματάρα και δεν με σταματάει τίποτα».
Η ανύπαρκτη βοήθεια του κράτους και ο φόβος της μητέρας για το μέλλον
Όταν τη ρωτάω σχετικά με τις υποδομές του Πανεπιστημίου, είναι η πρώτη φορά που τη βλέπω να δυσανασχετεί. Βιβλία σε ηλεκτρονική μορφή δεν υπάρχουν. Πάλι καλά υπάρχει βοήθεια και ανθρωπιά από τα άτομα γύρω της. Κάποιοι καθηγητές της μεγεθύνουν από μόνοι τους τα βιβλία τους, για να μπορεί να διαβάσει. Αυτό είναι απαραίτητο, γιατί λόγω της πάθησής της δε μπορεί να εστιάσει στις γραμμές και η προσοχή της χάνεται. Γι’ αυτό και η μητέρα της, πάει κάθε μέρα στο Πανεπιστήμιο, ακόμη κι όταν η Τζόυ είναι άρρωστη, ηχογραφεί το μάθημα και της κρατάει σημειώσεις με μεγάλα γράμματα, για να της είναι πιο εύκολο να διαβάζουν μαζί μετά στο σπίτι.
Πέρα από τα βιβλία, η μέριμνα του κράτους είναι ανύπαρκτη όσον αφορά και τη μετακίνηση. «Δεν έχουμε την οικονομική δυνατότητα να μετακινούμαστε με αυτοκίνητο κι έτσι καθημερινά αλλάζουμε τρεις συγκοινωνίες για να φτάσουμε στο Πανεπιστήμιο. Αυτό με κουράζει πολύ. Τίποτα άλλο. Ούτε η κούραση με τα μαθήματα, ούτε οι φυσικοθεραπείες· γιατί έχω κι ένα καλό. Δεν κουράζομαι και δεν τα παρατάω εύκολα. Στο Λύκειο να φανταστείς πήγαινα με σαράντα πυρετό για να μη χάνω τα μαθήματα».
Το κρατικό σύστημα επέδειξε μια ξεκάθαρη στάση εξ’ αρχής στην περίπτωση της Τζοάννας, όπως φαντάζομαι και σε αντίστοιχες άλλες περιπτώσεις, κι αυτό οφείλω να το αναγνωρίσω και να δώσω και τα ανάλογα εύσημα. Βοηθητικό προσωπικό και μαθησιακή στήριξη παρείχε μόνο για μία χρονιά στο Λύκειο. Όταν πέρασε δε και στο Πανεπιστήμιο η Τζοάννα, ξεκαθάρισε ακόμη περισσότερο τη θέση του απέναντι στις παράλογες απαιτήσεις της μητέρας της για βοήθεια.
«Οταν πήγα στο Υπουργείο Παιδείας μου ανακοίνωσαν ότι ο νόμος δεν προβλέπει την παραμικρή βοήθεια. Παρόλο που είχα δώσει τη ζωή μου και την ψυχή μου για να βγει αυτό το παιδί στην κοινωνία, το κράτος γι’ ακόμη μια φορά μου έκλεισε την πόρτα. Ξέρετε, εδώ στην Ελλάδα, τα δικαιώματα των ατόμων με ειδικές ικανότητες είναι ανύπαρκτα. Και δυστυχώς, υπάρχουν παιδάκια που δεν έχουν και τέτοια βοήθεια από την οικογένειά τους, οπότε είναι καταδικασμένα. Δεν θα σου κρύψω ότι ανησυχώ για το μέλλον. Τι θα απογίνει αυτό το παιδί όταν θα φύγουμε εμείς; Θα πρέπει να κλειστεί αναγκαστικά μέσα σε ένα σπίτι, επειδή το κράτος δεν κάνει τίποτα για να το βοηθήσει; Τους προκαλώ όλους απ’ τη Βουλή να αφήσουν τις καρέκλες τους, να βγουν στην πραγματική ζωή και να δουν ιδίοις όμμασι τι περνάνε οι γονείς και τα παιδιά με τέτοια προβλήματα. Βέβαια, πρέπει πρώτα να αλλάξουμε εμείς σαν κοινωνία και μετά όλα τ’ άλλα. Δεν υπάρχει πλέον σεβασμός κι ανθρωπιά. Μπαίνεις στο λεωφορείο, βλέπουν ότι έχεις ένα παιδί με κινητικά προβλήματα, πας να σταθείς στην ειδική θέση για τα ΑΜΕΑ και δε σηκώνεται κανείς. Πρέπει να φωνάξεις για να σου δώσουν σημασία».
Μια παράδοξη περίπτωση bullying
Έχοντας μείνει άναυδη από την απίστευτη αδιαφορία του κράτους και την έλλειψη ανθρωπιάς ορισμένων, η επόμενη εύλογη απορία μου είναι αν έχει δεχτεί bullying. Η απάντηση γι’ ακόμη μια φορά με σοκάρει: «Δεν έχω αντιμετωπίσει κάποιο σοβαρό περιστατικό. Μόνο στην πρώτη δημοτικού. Θα σου φανεί απίστευτο. Όχι με παιδιά αλλά με γονείς. Τα παιδιά ερχόντουσαν για να με αγκαλιάσουν και να παίξουν μαζί μου και οι γονείς τα τράβαγαν από μένα, γιατί φοβόντουσαν μην τους κολλήσω».
Σα να μην έφτανε λοιπόν ο καθημερινός τους αγώνας, είχαν να αντιμετωπίσει και απαίδευτους γονείς, φορείς ρατσισμού, που μολύνουν την κοινωνία με τις νοσηρές τους αντιλήψεις.
Η μητέρα της, συμπληρώνει: «Θυμάμαι, τότε κλείστηκα μέσα στο σπίτι. Σταμάτησα το σχολείο για δύο εβδομάδες κι έπεσα σε βαριά κατάθλιψη. Τραβάγανε τα παιδιά να φανταστείς όταν σχολάγαμε, για να μην περπατάνε καν δίπλα της. Η Τζοάννα, εκείνο το διάστημα έκλαιγε που ήταν συνεχώς μέσα στο σπίτι και με παρακαλούσε να ξαναπάμε σχολείο. Έπειτα βέβαια, με τη βοήθεια του συζύγου και της διευθύντριας του σχολείου, το ξεπέρασα κι αποφάσισα να μην ξαναφήσω τίποτα να με αγγίξει και να με καταβάλλει».
Όταν ρωτάω στη συνέχεια τη Τζοάννα τί έχει να συμβουλέψει όλους αυτούς που πέφτουν θύματα τέτοιων συμπεριφορών, εκείνη με απίστευτη ωριμότητα, μου απαντά: «Έχω να πω σε όσα άτομα αναπαράγουν τέτοιες συμπεριφορές πως εκείνοι έχουν το πρόβλημα, εκείνοι υστερούν νοητικά. Με αυτήν τους την πράξη, κοροϊδεύουν ουσιαστικά και υποτιμούν τον ίδιο τους τον εαυτό. Άρα, θέλω να συμβουλέψω τα θύματα αυτών των καταστάσεων να το συνειδητοποιήσουν αυτό και να αγαπάνε τον εαυτό τους».
«Γιατί σε μένα;»
Όταν τη ρωτάω πόσες φορές έχει σκεφτεί να τα παρατήσει κι αν έχει πει ποτέ «Γιατί σε μένα;», η απάντησή της γι’ ακόμη μια φορά με ξαφνιάζει: «Όχι. Ποτέ δεν το έχω σκεφτεί αυτό. Τα βάλαμε κάτω με τους γονείς μου κι είπαμε: Έχουμε αυτό το πρόβλημα. Προχωράμε με αυτό. Όσο θυμάμαι τον εαυτό μου είμαι συνέχεια χαρούμενη. Και στα άτομα που σκέφτονται έτσι, θέλω να τους πω να είναι αισιόδοξοι και να παλεύουν για τα όνειρά τους».
Η κυρία Σολλάκου, παρεμβαίνει για να μου εξομολογηθεί, σχεδόν ενοχικά, πως εκείνη είναι αυτή που το έχει σκεφτεί. Όταν η Τζοάννα ήταν μωρό, μη μπορώντας να διαχειριστεί όλη αυτή την κατάσταση και, όπως είναι φυσικά ανθρώπινο, κάποια στιγμή λύγισε. Πήγε στην Παναγία της Τήνου με το σύζυγό της για να προσευχηθεί. Πάνω στην απόγνωσή της είπε δυνατά: «Ας γίνει το παιδί μου καλά και δε με νοιάζει για τη ζωή μου». Τότε, έτυχε να την ακούσει μία μοναχή. Τη σήκωσε από τους ώμους και της είπε: « Κορίτσι μου μην το ξαναπείς αυτό. Ο Θεός επιλέγει που τα δίνει τα προβλήματα αυτά. Τα δίνει εκεί που αντέχουν κι εσένα σε έχει επιλέξει ακριβώς γι’ αυτόν το λόγο». Ε, κι από τότε δεν το ξαναείπε ποτέ.
Κίνητρο και φιλοσοφία για τη ζωή
Όσο περνάει η ώρα με τη Τζοάννα κι έχοντας ήδη ακούσει αρκετά για να αισθανθώ δέος, αναρωτιέμαι από που αντλεί δύναμη, πώς καταφέρνει να τα βλέπει όλα θετικά. Ακόμη και για τα στραβά δεν θυμώνει. Δείχνει κατανόηση, βρίσκει δικαιολογίες. Κι όλα τα παρουσιάζει με έναν τόσο ωραίο τρόπο που σε κάνει ν’ αμφιβάλλεις για την ίδια σου τη φύση που μέχρι τότε θεωρούσες πως το παράπονο κι η γκρίνια είναι στο DNA του ανθρώπου.
«Αντλώ δύναμη από την οικογένειά μου, που είναι συνεχώς στο πλάι μου. Το κυριότερο κίνητρο όμως για μένα είναι το χαμόγελό μου. Ότι μου συμβαίνει το αντιμετωπίζω με χαμόγελο. Δεν τα παρατάω ποτέ κι ούτε πρόκειται ότι κι αν συμβεί στο μέλλον. Ότι μου έρχεται στη ζωή το αντιμετωπίζω θετικά. Ακόμη κι αυτά που στην αρχή μοιάζουν ακατόρθωτα. Εγώ το παλεύω κι ας μη βγαίνει πάντα το αποτέλεσμα που θέλω. Μπαίνω στην ουσία του πράγματος και το κατορθώνω. Για μένα σαν Τζόυ δεν υπάρχει τίποτα ακατόρθωτο. Και το μήνυμα που θέλω να περάσω είναι πως όλοι μας στη ζωή πρέπει να αντιμετωπίζουμε τα πάντα με αισιοδοξία και θετική διάθεση αλλιώς δεν πρόκειται να πετύχουμε τίποτα».
Όπως μου λέει με περηφάνεια η μητέρα της, παρά τις δυσκολίες, μπόρεσε να μεγαλώσει το παιδί της με χαμόγελο. Όταν οι καθηγητές τη ρωτούν απορημένοι πώς καταφέρνει να είναι κάθε μέρα με το χαμόγελο στα χείλη, η Τζοάννα με απόλυτη φυσικότητα, τους απαντά πως αυτό είναι το χαρακτηριστικό της.
«Βλέπεις άλλους που τα έχουν όλα και είναι μίζεροι και με τα μούτρα μέχρι το πάτωμα. Και η Τζόυ, με τόσα θέματα υγείας αλλά και οικονομικά, είναι πάντα χαμογελαστή. Το ίδιο προσπαθώ κι εγώ. Ίσως γιατί μέσα από τις δυσκολίες μαθαίνουμε να εκτιμάμε περισσότερο τη ζωή και να γινόμαστε καλύτεροι άνθρωποι».
Συμβουλές ανεκτίμητης αξίας
Νομίζω πως η κυρία Σολλάκου αποδεικνύει περίτρανα πως ένα παιδί με οποιοδήποτε πρόβλημα μπορεί να μεγαλώσει φυσιολογικά, να κάνει όνειρα, να ελπίζει και να είναι ευτυχισμένο. Πώς όμως τα κατάφερε;
«Είναι χρέος μας να στηρίζουμε τα παιδιά μας σε οποιοδήποτε πρόβλημα, μικρό ή μεγάλο, αντιμετωπίζουν. Πιστεύω λοιπόν, πως όλοι οι γονείς και ιδιαίτερα αυτοί που έχουν παιδιά με ειδικές ικανότητες, πρέπει να αποδεχτούν αρχικά αυτή την κατάσταση κι έπειτα, να προσαρμοστούν. Υπάρχουν γονείς που ντρέπονται για τα παιδιά τους. Πώς λοιπόν να βγάλεις το παιδί έξω στην κοινωνία και να το βοηθήσεις να κυνηγήσει τα όνειρά του αν εσύ ο ίδιος ντρέπεσαι και δεν πιστεύεις σε αυτό»;
Η Τζοάννα από τη μεριά της, είναι το καταλληλότερο άτομο να δώσει δύναμη σε άτομα που αντιμετωπίζουν δυσκολίες: «Η συμβουλή μου είναι να μην τα παρατάνε ποτέ. Να μάθουν καταρχάς να σέβονται τον εαυτό τους. Να έχουν τη νοοτροπία ότι είναι καλύτεροι από όλους, έτσι ώστε να τονώνεται η αυτοπεποίθησή τους και να μη στέκεται τίποτα εμπόδιο στα όνειρά τους. Και φυσικά, επέτρεψέ μου να το ξαναπώ: Χαμόγελο κι αγάπη. Τι πιο ωραίο από το να δίνεις και να παίρνεις αγάπη; Αν δεν πορευόμουν με βάση αυτά, δε θα είχα καταφέρει να φτάσω μέχρι εδώ. Δε θα είχα φίλους. Δε θα είχα όνειρα. Δε θα είχα τίποτα».
H ελπίδα για το μέλλον
Μέχρι στιγμής, η Τζοάννα έχει καταφέρει να κάνει τα όνειρά της πραγματικότητα. Όμως υπάρχει κάτι για το οποίο ελπίζει κάθε μέρα και της εύχομαι ολόψυχα να αποκτήσει: «Το κυριότερο όνειρό μου ήταν να σπουδάσω. Και τα κατάφερα. Αισιόδοξη είμαι πάντα. Δε θα ήθελα να ήμουν κάποια άλλη. Δε θα με άλλαζα. Έχω μάθει να ζω με αυτό που έχω. Απλά θα επιθυμούσα να ανακτήσω τη λειτουργεία των χεριών μου σε κάποιο βαθμό, ώστε να μπορώ να εξυπηρετούμαι και μόνη μου και να ξεκουράσω λίγο και τη μαμά μου. Με τους γονείς μου, αν είχαμε την οικονομική δυνατότητα θα πηγαίναμε στο εξωτερικό να κάνουμε κάποιες εξετάσεις, έτσι ώστε να εξαντλήσουμε όλες τις πιθανότητες».
Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους μπορεί να σε εντυπωσιάσει η Τζοάννα. Η επιμονή της, η εξυπνάδα της, η αισιοδοξία της, η απαράμιλλη πίστη ότι μπορεί να καταφέρει τα πάντα. Όμως, το αποκορύφωμα όλων είναι η πληρότητα και η ευτυχία που βλέπεις στα μάτια της.
«Δεν έχω κανένα μυστικό. Όλο προέρχεται από μέσα μου. Είναι η θέλησή μου για τη ζωή. Τίποτε άλλο!», μου απαντάει λιτά κι απέριττα όταν της ζητάω να μου πει τί είναι αυτό που την κάνει ευτυχισμένη.
Αυτή η στάση ζωής, για μένα, είναι μια μικρή υπενθύμιση του πόσο περίεργοι είμαστε εμείς, τα ανικανοποίητα όντα, που πάντα κάτι μας λείπει. Η ιστορία λοιπόν της Τζοάννας, πιστεύω πως έπρεπε να διδάσκεται σε σχολεία και Πανεπιστήμια, αν το ζητούμενο είναι η ανθρωπιστική παιδεία που στις μέρες μας εκλείπει. Για μένα τέτοιοι άνθρωποι είναι Άνθρωποι και πρότυπα για όλους μας.
Σας ευχαριστώ και τις δύο για την τιμή!
Αυτό είναι το #MyStory της Τζοάννας και της μητέρας της όπως το διηγήθηκαν στη Νιόβη Ηλιάδη
Μοιραστείτε τη δική σας ιστορία μαζί μας. Στείλτε mail στο [email protected] και δείτε τη να δημοσιεύεται!