10 διάσημες ξένες ταινίες με φόντο το ακατανίκητο ελληνικό καλοκαίρι
4 Αυγούστου 2023
Αποπνέουν κάψα και θαλασσινό αεράκι, καλούν τον θεατή σε βουτιές σε άλλοτε κρυστάλλινα κι άλλοτε γαλαζοπράσινα νερά, μυρίζουν αρμύρα και καρπούζι. Ρομαντικές είτε αστυνομικές, μελαγχολικές ή εκτυφλωτικά κεφάτες, οι 10 ταινίες που ακολουθούν έχουν ως κοινό χαρακτηριστικό το ελληνικό καλοκαίρι, που αυτοδικαίως πρωταγωνιστεί και κλέβει την παράσταση.
Η πρώτη αμερικανική παραγωγή που γυρίστηκε στην Ελλάδα, εκτός από το να εξελιχθεί σε μεγάλη επιτυχία της εποχής, στάθηκε ικανή να εκτοξεύσει τον τουρισμό και την έλευση VIP’s στην Ύδρα (όπου είχε ήδη δημιουργηθεί μια καλλιτεχνική κοινότητα).
Η ταινία, σε σκηνοθεσία Γιαν Νεγκουλέσκο με πρωταγωνιστές τους Άλαν Λαντ, Σοφία Λόρεν και Αλέξη Μινωτή, αφορά την ιστορία μιας ατίθασης νησιώτισσας, η οποία βρίσκει στο βυθό ένα αρχαίο άγαλμα.
Η 23χρονη τότε Σοφία Λόρεν, ως κόρη μυλωνά – προσωποποίηση καλοκαιρινής αύρας, χορεύει νησιώτικα, τραγουδά στα ελληνικά “τι ειν’ αυτό που το λένε αγάπη”, βουτά στα κρυστάλλινα νερά κι αναδύεται με μουσκεμένο φόρεμα, εδραιώνοντας τον θρύλο της ως παγκόσμιο σύμβολο θηλυκότητας.
Μια ταινία πλημμυρισμένη από Ελλάδα αλλά και από τη μοναδική λάμψη και γοητεία της Μελίνας Μερκούρη, όπως την αποτύπωσε στο πανί ο -αθεράπευτα ερωτευμένος μαζί της- Ζιλ Ντασέν, δεν μπορεί να λείψει από τη λίστα -ακόμα και μόνο τιμής ένεκεν.
Αν και η κλασική εναρκτήρια σκηνή, στην οποία η -θεά- Μελίνα γδύνεται και βουτά στα νερά του Πειραιά, γυρίστηκε σύμφωνα με μετέπειτα συνεντεύξεις της χειμώνα με κρύο, καταφέρνει να μεταδώσει στο κοινό κάτι από την κάψα του ήλιου και το ακατανίκητο κάλεσμα της θάλασσας μια ζεστή καλοκαιρινή μέρα.
Το “Ποτέ την Κυριακή” είναι μια ταινία αφιερωμένη στην ελληνική ομορφιά, στην ιστορία, στη μουσική, στην τέχνη, στη γυναικεία φύση, στο ελληνικό πάθος και στην εκρηκτική Μελίνα, η οποία κατέκτησε βραβείο ερμηνείας στο Φεστιβάλ των Καννών. Η ταινία ήταν υποψήφια και για πέντε Οσκαρ: σεναρίου, σκηνοθεσίας για τον Ζιλ Ντασέν, πρώτου γυναικείου ρόλου για τη Μελίνα, ενδυμάτων για την Θεώνη Βαχλιώτη Ολντριτζ και μουσικής, το οποίο βεβαίως και τελικά κέρδισε για τα κλασικά “Παιδιά του Πειραιά” του Μάνου Χατζιδάκι.
Ο θρυλικός “Αλέξης Ζορμπάς” του Μιχάλη Κακογιάννη, που βασίστηκε στο ομώνυμο έργο του Νίκου Καζαντζάκη, αποπνέει Ελλάδα σε κάθε του σκηνή. Κεντρικός “πρωταγωνιστής” του είναι η περίπλοκη, αλλά και συναρπαστική ελληνική ψυχή, όπως αυτή εκφράζεται μέσα από τον ομώνυμο ήρωα, που ερμήνευσε μοναδικά ο Άντονι Κουίν (με συμπρωταγωνιστές τους Άλαν Μπέιτς και Ειρήνη Παππά).
Η ταινία κατέκτησε τρία Όσκαρ (β’ γυναικείου ρόλου, καλλιτεχνικής διεύθυνσης και φωτογραφίας), ενώ η μουσική της, την οποία υπέγραψε ο Μίκης Θεοδωράκης, ταξίδεψε σε όλο τον πλανήτη, κάνοντας διάσημο ανά τον κόσμο το συρτάκι (κλασική η σκηνή που γυρίστηκε στην παραλία του χωριού Σταυρός).
Μπορεί το “Mamma Mia”, χάρις στη μεγάλη εμπορική επιτυχία του, να έγινε η ταινία – συνώνυμο του ελληνικού καλοκαιριού, όμως καμία κινηματογραφική παραγωγή δεν ύμνησε την ελευθερία, την ανεμελιά και τη μοναδική του αύρα, όσο η καλοκαιρινή περιπέτεια ενός αναπάντεχου ερωτικού τρίο, με φόντο τη Σαντορίνη της δεκαετίας του ‘80.
Στο καλτ πια “Summer lovers”, ένα ζευγάρι συντηρητικών Αμερικανών, που υποδύονται οι Πίτερ Γκάλαχερ και η νεαρή Ντάριλ Χάνα, έρχονται για διακοπές στη Σαντορίνη, όπου γνωρίζουν μια μποέμ Γαλλίδα αρχαιολόγο (Βαλερί Κιενσάν). Μεταξύ τους δημιουργείται μια ερωτική σχέση, που τους αιφνιδιάζει.
Στο πέρασμα των χρόνων, η ταινία έγινε κλασική, καθώς καθρεφτίζει ατόφια την ανεμελιά της καλοκαιρινής ραστώνης πάνω στα λευκά βράχια ή μέσα στα μπλε νερά της Σαντορίνης. Δεν υπάρχει περίπτωση να δει κάποιος την ταινία και να μην επιθυμήσει να βρεθεί στα δρομάκια της -κι αν γίνεται τη δεκαετία του ‘80, ίσως ακόμα καλύτερα...
Μια -κλασική- ταινία, που σε καλεί να βουτήξεις στα νερά του Αιγαίου, να κολυμπήσεις ανάμεσα σε δελφίνια, να εξερευνήσεις το βυθό του, να ανακαλύψεις τις γραφικές παραλίες του, να ατενίσεις από ψηλά τον ορίζοντα και να ερωτευτείς -έναν δύτη ή για την ακρίβεια τον συγκεκριμένο δύτη...
Η πρώτη αγγλόφωνη ταινία του Λικ Μπεσόν αποτελεί έναν ύμνο στο γαλάζιο του Αιγαίου. Παρέμεινε η μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία στη Γαλλία για όλη τη δεκαετία του ‘80 κι αύξησε κατακόρυφα τον τουρισμό στο νησί της Αμοργού.
Αντικατοπτρίζει τόσο την αισθητική όσο και το πνεύμα της εποχής της κι εξακολουθεί να προκαλεί συγκίνηση και νοσταλγία, σαν μια καλοκαιρινή βουτιά σε αγαπημένη παραλία, μια καρτ ποστάλ από τα παλιά, μια ανάμνηση ανεμελιάς σε κυκλαδίτικο τοπίο.
Κάτι οι Abba, κάτι η γοητεία και το κέφι της Μέριλ Στριπ και μιας πλειάδας εξαιρετικών ηθοποιών (όπως οι Πιρς Μπρόσναν και Κόλιν Φερθ) και σε κυρίαρχο ρόλο το μοναδικό σκηνικό των Σποράδων, δημιουργούν μια παραγωγή απόλυτα συνυφασμένη με το ελληνικό καλοκαίρι.
Όλη η ταινία είναι ουσιαστικά ένα ατέλειωτο καλοκαιρινό πάρτι σε χρυσές αμμουδιές και γραφικές άσπρες αυλές, με φόντο μια μοναδική φυσική παλέτα πράσινου και μπλε. Το γεγονός ότι εξελίχθηκε σε μεγάλη εισπρακτική επιτυχία και φιλμ που βλέπεται ευχάριστα ξανά και ξανά, στέλνει ακόμα ξένους, αλλά και Έλληνες, τουρίστες στις μαγευτικές Σποράδες. Λογικό, καθώς προσέφεραν ένα ιδανικό σκηνικό, που δικαιούται το δικό του μερίδιο στην επιτυχία.
Η σχέση του ζευγαριού των Ίθαν Χοκ και Ζυλί Ντελπί, που ξεκίνησε δύο ταινίες πριν, δοκιμάζεται μεν, αλλά βρίσκει το δρόμο της σε μια ταινία, στην οποία το ελληνικό καλοκαίρι παίζει το δικό του καθοριστικό ρόλο.
Αυτή τη φορά η διαδρομή των δύο, μεσήλικων πια, πρωταγωνιστών της σειράς του Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ, συνεχίζεται δίπλα σε ελιές, αμπέλια, καταπράσινα τοπία και νερά φωτισμένα από το φως του φεγγαριού, σε ένα ταξίδι που ανέδειξε τις μοναδικές ομορφιές της Μεσσηνίας (από την Πύλο μέχρι την Καρδαμύλη) και τη μετέτρεψε σε τοπ προορισμό.
Το βασισμένο στο ομώνυμο μυθιστόρημα της Έλενα Φεράντε ψυχολογικό δράμα της Μάγκι Τζίλενχαλ, καταφέρνει να μεταδώσει στον θεατή μια άλλη όψη του ελληνικού καλοκαιριού, πιο προσωπική, ίσως και πιο μελαγχολική, αλλά -πάντα- ακαταμάχητη.
Το ειδυλλιακό, παραθαλάσσιο σκηνικό των Σπετσών δίνει τον δικό του τόνο σε μια ταινία, που μεταδίδει μια καλοκαιρινά ράθυμη αίσθηση, μέσα στην οποία ξεχωρίζει η πολύπλοκη ερμηνεία της Ολίβια Κόλμαν. Η “Χαμένη κόρη” βραβεύτηκε για το σενάριο της στο φεστιβάλ Βενετίας, ενώ κέρδισε και τρεις υποψηφιότητες για Όσκαρ.
Μια πολυτελής έπαυλη σε ένα ιδιωτικό ελληνικό νησί αποτελεί το σκηνικό για την δεύτερη περιπέτεια του Ντάνιελ Κρεγκ ως κορυφαίου ιδιωτικού ντετέκτιβ. Η καλοκαιρινή εκδοχή του “Knives out” έχει ως φόντο το ελληνικό καλοκαίρι στην πιο πολυτελή -και ψηφιακά πειραγμένη- εκδοχή του.
Η αρχοντική ομορφιά των Σπετσών και το παραμυθένιο σκηνικό μιας -υπαρκτής- βίλας στο Πόρτο Χέλι δίνουν το δικό τους τόνο στην εξέλιξη της πλοκής, σε μια ταινία που επί της ουσίας παρουσιάζει απλόχερα την άλλη όψη του ελληνικού καλοκαιριού. Πώς λέμε “εμείς με σλίπινγκ μπαγκ και με καρπούζι, θα κάνουμε το γύρο των νησιών”; Το αντίθετο.
Η ταινία, που κατέκτησε τον Χρυσό Φοίνικα στο φεστιβάλ των Καννών, έφερε στο προσκήνιο του παγκόσμιου ενδιαφέροντος, μια παραλία της Εύβοιας, που έχει τη δική της ιστορία: την Χιλιαδού, με τα κρυστάλλινα νερά, τις σπηλιές των γυμνιστών και την τροπική εικόνα της.
Αυτό ακριβώς το τροπικό σκηνικό στάθηκε το ιδανικό “ερημονήσι” για τις ανάγκες της ταινίας του Σουηδού σκηνοθέτη Ρούμπεν Έστλουντ, η οποία έχει χαρακτηριστεί ως “ένας υπέροχος εξευτελισμός των πλούσιων και ωραίων”, που “περνά τους προνομιούχους από 40 κύματα”. Του Αιγαίου.