Μετά από άπειρες προσπάθειες, κατάφερε να πληκτρολογήσει τον αριθμό του. Της είπε να πάει στο νοσοκομείο που βρισκόταν μόλις μερικά τετράγωνα από το διαμέρισμα της τότε 23χρονης, και συναντήθηκαν εκεί. Όταν τον αντίκρισε να την περιμένει, συνειδητοποίησε ότι όλα ήταν πραγματικά – κανένα όνειρο ή, μάλλον, εφιάλτης.
Όλοι οι γιατροί τη ρωτούσαν εάν έκανε τακτικά χρήση ναρκωτικών, αλλά η απάντηση ήταν πάντα αρνητική. Την έστειλαν σε άλλο νοσοκομείο, όπου ο ειδικός την καθησύχασε λέγοντας ότι απλώς είχε μία κρίση πανικού και χρειαζόταν ύπνο. Το επόμενο πρωί, όμως, αποφάσισε να συμβουλευτεί έναν νευρολόγο. Φυσικά η πρώτη ερώτηση αφορούσε την κατανάλωση ουσιών, αλλά η διάγνωση διέφερε. Είχε πάθει εγκεφαλικό, αλλά κανείς δεν μπορούσε να καταλάβει γιατί.
Μπορεί να είχε τη δυνατότητα να περπατήσει, αλλά δεν ήταν καθόλου εύκολο. Έπεφτε συνεχώς και κούτσαινε, ελπίζοντας να νομίζουν όλοι ότι ήταν αθλήτρια που είχε κάποιον τραυματισμό στην προπόνηση. Μετά από μεγάλο αριθμό φυσικοθεραπειών κατάφερε να μάθει από την αρχή ότι «πρώτα πατάμε τη φτέρνα, μετά τα δάχτυλα».
Μετά τα πόδια, σειρά είχαν τα χέρια. «Ξέρετε τι πονάει περισσότερο; Να παίρνεις δίπλωμα Τέχνης, και είσαι πια ανίκανη να ζωγραφίσεις», είπε στο Harper’s Bazaar. Δεν μπορούσε να γράψει καλά, πόσο μάλλον να κάνει αυτό που πραγματικά αγαπούσε. Ποτέ, όμως, δεν τα παράτησε. Ξεκίνησε σιγά-σιγά, αντιγράφοντας εικόνες. Όταν σκεφτόταν να σταματήσει, θυμόταν πόσο καλή ήταν στο παρελθόν και έπαιρνε δύναμη.
Κατάλαβε επίσης ότι ακόμα και στις πιο απλές δραστηριότητες, υπήρχε δυσκολία. Το να πίνει νερό, να βάζει κραγιόν, να κόβει κάτι με ψαλίδι, να πίνει νερό χωρίς να της χύνεται – όλα φάνταζαν ακατόρθωτα. Επίσης, ξεκίνησε λογοθεραπεία. Ένιωθε χαζή - δεν μπορούσε να διαβάσει απλές προτάσεις, που σε ένα 7χρονο παιδί θα φαίνονταν πανεύκολες.
Μερικούς μήνες αργότερα, κατέρρευσε στο νους. Ξαναβρέθηκε στο νοσοκομείο, και οι γιατροί της ανακοίνωσαν ότι είχε σοβαρές αρρυθμίες, τις οποίες προκάλεσε ο υπερθυροειδισμός της. Έβαλαν ένα μικρό τσιπ στο στήθος της, κάτω από το δέρμα, κάτι που σήμαινε ότι η διαδικασία επαναφοράς της θα καθυστερούσε περισσότερο. Αισθάνθηκε αδύναμη, αλλά πείσμωσε περισσότερο.
Την επόμενη χρονιά, έφτασε σε σημείο να μη χρειάζεται βοήθεια από κανέναν ειδικό. Ένιωθε ολοένα και περισσότερο άνετα με τον εαυτό της και απέκτησε –σχεδόν- την αυτοπεποίθηση που είχε και πριν. Βέβαια, οι μέρες που δεν ήθελε να σηκωθεί από το κρεβάτι ήταν πολλές, όμως πάντα το έκανε.
«Έχουν περάσει τρία χρόνια από τότε που έπαθα εγκεφαλικό. Ναι, ακόμα έχω μερικά θεματάκια: Όταν είμαι εξαντλημένη, μπερδεύω τα λόγια μου. Δεν μπορώ να κάνω πολλά πράγματα μαζί. Αλλά δεν μπορώ να παραπονιέμαι, έμαθα πόσο με αγαπάει το σώμα μου. Εκείνο και ο εγκέφαλός μου, δούλεψαν πολύ σκληρά για να αναρρώσουν. Το σώμα σου είναι ο ναός σου, να του φέρεσαι καλά. Την πρώτη φορά που περπάτησα χωρίς πατερίτσες έκλαψα – δε θα αναφέρω τι έκανα όταν κατάφερα να τρέξω», λέει σήμερα.
Κάνοντας γυμναστική, παίρνει δύναμη για να συνεχίσει. Το πάθος της για την υγεία και τον αθλητικό τρόπο ζωής δε θα ήταν το ίδιο, εάν δεν είχε περάσει εκείνη την περιπέτεια. Πλέον, η Ally Berlinν εκμυστηρεύεται στο Harper’s Bazaar ότι το μόνο που επιθυμεί, είναι να εμπνεύσει τους άλλους. Να τους βοηθήσει να καταλάβουν πόσο δυνατοί είναι – σωματικά και πνευματικά. Και είμαστε σίγουροι ότι μπορεί.
Gallery: Δείτε επίσης τη δύναμη και την ευελιξία του ανθρώπινου σώματος
[gallery-718366]