Η «μόνη έμβαση» σε ένα κόσμο χωρίς ψηφιακούς χάρτες
Οκτώβρης. Άλλο ένα πρωινό στη μέση της Κηφισίας κατευθύνομαι προς κάποιο επαγγελματικό ραντεβού. Όλη μου η ζωή ένα GPS. Η φωνή που βγαίνει από τα ηχεία του αυτοκινήτου επαναλαμβάνει οδηγίες σε λούπα. Πρωινά σε λούπα. Έχει μέρες να ακουστεί μια νότα. Έχω αρχίσει να μπουχτίζω.
Δεν μου φταίει και η δεσποινίς που δίνει ευγενικά τις οδηγίες της για να με φτάσει στον προορισμό μου. Περισσότερο μου φταίει η επανάληψη της φωνής της και των συντεταγμένων, των δρόμων με τα κόκκινα φανάρια, των δρόμων που δεν είναι δρόμοι, αλλά ουρές αυτοκινήτων σαν παζλ χωρίς λύση. Μου φταίει η επανάληψη. Αυτή της καθημερινότητας, των χιλιομέτρων που δεν τελειώνουν - που ενώ βρίσκεσαι από τη μία άκρη της πόλης στην άλλη σε μερικά λεπτά - η εικόνα μένει ακριβώς η ίδια. Μου φταίει η ζωή ακριβείας, η ζωή χωρίς παρεμβολές στα καθημερινά “συστήματα”. Και το GPS με τους δορυφόρους του που κινούνται γύρω από τη Γη, απόλυτα συγχρονισμένοι με τα πάντα. Μου φταίει ο απόλυτος συγχρονισμός.
Σκέφτομαι δυνατά και στρίβω σε λάθος στενό. Το επόμενο πρωί δηλώνω ασθενής. Σε πείσμα όλων και του εαυτού μου, μπαίνω ξανά στο αυτοκίνητο και ανοίγω το GPS. Αυτή τη φορά για καλό σκοπό. «Φτάσατε στον προορισμό σας». Η εικόνα επιτέλους μοιάζει διαφορετική.
«Λαλούδι της Μονομπασιάς και κάστρο της Λαμίας και Παλαμήδι τ’ Αναπλιού, άνοιξε να ’μπω μέσα». Αχ! Έτσι μου έρχεται να αρχίσω να τραγουδάω όσο πιο δυνατά μπορώ. Φτάνω στην είσοδο του κάστρου της Μονεμβασιάς. Εδώ σταματούν τα αυτοκίνητα. Σ’ αυτό το μέρος, οδηγώ με τις αισθήσεις κι οδηγούμαι από τις εικόνες και τις μυρωδιές.
Στα ακουστικά μου παίζει 200xroniadimotikotragoudi.gr σε λούπα. Βόλτες χωρίς χάρτη, σε λούπα. Επιτέλους.
Κάθομαι στην άκρη ενός πετρόχτιστου πεζουλιού και νιώθω σαν να βρίσκομαι στην πλώρη ενός αργοκίνητου πλοίου που αποδίδει τόσο άψογα τη μουσική των κυμάτων, όπως μια καλά ενορχηστρωμένη μπάντα. Ένα ζεστό αεράκι γύρω από το πρόσωπο μου κάνει τα μαλλιά μου να ακολουθούν τη μουσική. Κι όμως δεν ακούγεται τίποτα. Απέναντι μου ο ουρανός και η θάλασσα γίνονται ένα σε μια τοιχογραφία αποχρώσεων του μπλε. Καμία φωνή δεν φτάνει στα αυτιά μου, παρά μόνο εκείνη της φύσης.
Σήματα της φύσης και συστήματα ολόδικά της. Χωρίς παρεμβολές. Εδώ, ούτε κι αυτές χρειάζονται, για να ταράξουν την ησυχία. Συγχρονίζομαι μαζί της και το timing είναι απολαυστικό. Αυτή ο πομπός και εγώ ο δέκτης. Συνεχίζω την εξερεύνηση, διασχίζοντας δαιδαλώδη σοκάκια και ανακαλύπτοντας την ομορφιά από τα δεκάδες πυργόσπιτα.
Μπορεί να μοιάζω με ηρωΐδα ιστορικού μυθιστορήματος, καθώς περνώ ανάμεσα από τα πέτρινα τείχη, αλλά η ισχύς του ‘σήματος’ μου παραμένει υψηλή. Μονεμβασίτικη γαστρονομία στις «Βόλτες». Το μόνο όνομα που θα μπορούσα να σκεφτώ για το μέρος που θα μου μάθει περισσότερα για την τοπική κουζίνα. Τελικά, μπορεί να βρίσκομαι εκτός τροχιάς, αλλά ποτέ δεν ένιωσα περισσότερο “local”.
Η «μόνη έμβαση». Καλά το λένε. Η μόνη είσοδος σε ένα κόσμο χωρίς ψηφιακούς χάρτες. Μακριά από προδιαγεγραμμένες πλοηγήσεις και ακριβείς τοποθεσίες. Με πυξίδα τους ήχους της φύσης. Και της 2ηςσυλλογής 200 Χρόνια Δημοτικό Τραγούδι. Τη χρειαζόμουν αυτή τη βόλτα κι ίσως να τη χρειάζεσαι κι εσύ.
*της Χριστίνας Δ.