Ήχος γνώριμος από πούλια στο τάβλι, μυρωδιά ιστορίας και αυθεντικότητας μέσα σε σκούρο χαρμάνι ελληνικού καφέ και κουβέντες, κουβέντες αργές, ράθυμες για πολιτική, συντάξεις, το νέο εγγόνι ή τη νίκη της ΑΕΚ στο φιλικό. Αυτός είναι ο καμβάς ενός παραδοσιακού καφενείου στην Ελλάδα. Κι αυτή είναι η μικρή και απλή εισαγωγή των παρακάτω «ναών» του καφέ, όπως απλά μα μεγαλοπρεπή είναι τα ίδια και οι ιστορίες που κουβαλάνε στα μπακιρένια μπρίκια τους ή στο μεζέ που συνοδεύει το ουζάκι των θαμώνων.
Γυαλί – Καφέ ή Πανελλήνιον στην Άμφισσα. Εκεί επί πέντε μερόνυχτα γύριζε ο Αγγελόπουλος την ταινία του «Ο θίασος» το 1976. Εκεί ο μερακλής ιδιοκτήτης Θανάσης Μαστρονικολόπουλος σέρβιρε καφέ στην Ρόμι Σνάιντερ και φιλοξένησε λογιών λογιών θιάσους και μπουλούκια, με πρώτο εκείνον των Αυλωνίτη, Φωτόπουλου και Μακρή. «Το μπρίκι είναι το μυστικό» μας λέει ο ίδιος.
Το καφενείο του Ναπολέοντα Ζάγκλη: στα Τζουμέρκα, ψηλά στους Καλαρρύτες από το 1840 λειτουργεί το καφενείο – παντοπωλείο του Ζαγκλή. Νομίζει κανείς πως μπήκε σε χρονομηχανή και όλα γύρω του είναι πασπαλισμένα με ιστορία και γνησιότητα. Στην Ήπειρο το τσίπουρο και το βουνό έθρεψαν γενιές σε μήτρα καφενείου κι έτσι όταν πιάνει χιόνι εκεί ψηλά, οι κάτοικοι έχουν ένα καταφύγιο γνώριμο εδώ και δύο αιώνες περίπου.
Το Καφενείο του Φορλίδα: στο Πήλιο και συγκεκριμένα στον Λαύκο είναι το παλαιότερο καταγεγραμμένο καφενείο της Ελλάδας με γενέθλιο χρονιά το 1785. Όλα έχουν στηθεί απλά κι όλα γύρω από μια σόμπα, γιατί η γνησιότητα δε χρειάζεται φτιασίδια. Άλλωστε για κάποιο λόγο σύχναζε εκεί ο Παπαδιαμάντης.
Το Μεγάλο Καφενείο στην Τρίπολη: στέκι του Καζαντζάκη και του Καρυωτάκη, στέκει με τους μεγάλους του καθρέφτες και την θεόρατη ιστορία στην πλατεία Αγ. Βασιλείου από το 1853. Θεατρόφιλο καθώς ήταν το κοινό της Τρίπολης και μην έχοντας άλλη στέγη τότε, φιλοξενούσε παραστάσεις (και μάλιστα μέχρι σήμερα) έχοντας υποδεχτεί από τον Βεάκη μέχρι την Κοτοπούλη.
Ο Κόττας στην Πάτρα: καφενείο και όχι μόνο στην περιοχή Αγ.Αικατερίνη της Πάτρας με ιστορίες – αμαρτίες που δεν έχουν τελειωμό. Έχουν παρελάσει οι πάντες, Καζαντζίδης, Ιόλας, Παπανδρέου, Τσαρούχης (ο οποίος μάλιστα του χάρισε ένα έργο του που κοσμεί το μαγαζί) μα τον ιδιοκτήτη δεν τον ενδιαφέρει αυτό, όλοι είναι ίσοι κι έτοιμοι για ζεϊμπέκικα ή τσιφτετέλια σε ένα μέρος δίχως ταμπέλα κυριολεκτικά και μεταφορικά.
Δρακάκης στην Απολλωνία της Σίφνου: αναρίθμητες φωτογραφίες ελληνικών ταινιών σε περιτριγυρίζουν στο σιφνέικο καφενείο και όταν βρεθείς εκεί, θα μπεις εσύ στους ρυθμούς του μέρους, όχι αυτό στους δικούς σου. Κανείς δε βιάζεται και τον πρώτο λόγο τον έχει η απόλαυση του γλυκόπιοτου φλιτζανιού.
Ερμής στη Μυτιλήνη: ένας ακόμη χώρος μουσειακής αξίας για τη συλλογική μας μνήμη, με σημερινή ιδιοκτήτρια την Κυβέλη Σπανουδάκη. Παρόλο που ο χώρος του καφενείου είναι κατεξοχήν ανδροκρατούμενος τόπος συνάθροισης, στον Ερμή σύχναζαν και γυναίκες από πολύ νωρίς.
Το καφενείο του Κώστα στο Σίβα της Κρήτης: καφενείο «ευλογημένο», καθώς οι τοίχοι από πάνω μέχρι κάτω είναι καλυμμένοι με εικόνες αγίων και πολλές σοφές μαντινάδες. Η ρακί και το κέρασμα είναι το κλειδί με το που κάθεται ο επισκέπτης για να νιώσει πως ήρθε στο σωστό μέρος.
Στα καφενεία, η τοπική κοινωνία λιώνει το μέταλλο της καθημερινότητας και των σπουδαίων της ζωής και φτιάχνει με το αμόνι την ενότητα και το αντάμωμά της. Δύο βιβλία γεμάτα με νόστο και μυσταγωγία του καφενέ έπεσαν στα χέρια μου και τα προτείνω δίχως δεύτερη σκέψη.