Στη σημερινή ζωή, cool είσαι όταν παραμένεις ψύχραιμος ακόμα και σε καταστάσεις άγχους. H έννοια της λέξης, όπως δεν βρίσκει μετάφραση στην καθημερινή χρήση της, έτσι και δεν μπορεί να οριστεί με ακρίβεια. Το βέβαιο είναι πως έχει να κάνει με το στιλ, τη στάση ζωής και μια συναισθηματικά ψύχραιμη προσέγγιση των πραγμάτων.
Η ιστορία της λέξης με την έννοια που την ξέρουμε σήμερα, χρονολογείται από τα τέλη του 9ου αιώνα, όμως οι ιστορικοί συμφωνούν πως ο 20ός είναι αδιαμφισβήτητα ο αιώνας που εδραίωσε κι αγάπησε το coolness, το οποίο σε εποχές πρωτόγνωρων πολιτισμικών αλλαγών κι εμφάνισης ενός νέου συστήματος αξιών, έγινε λίγο καλύτερο από το καλό.
Αναπτύχθηκε μέσα από τις τζαζ μουσικές σκηνές της Νέας Υόρκης του '30 που αργά τη νύχτα άνοιγαν διάπλατα πόρτες και παράθυρα για να απαλλαγούν από τους καπνούς -και η ατμόσφαιρα γινόταν πολύ cool. Κι ύστερα κατέκτησε το Hollywood, με τις ταινίες των '50s να λανσάρουν ως ήρωες τους πιο cool χαρακτήρες, τους οποίους ενσάρκωναν θρύλοι της οθόνης όπως οι ασυμβίβαστοι και επαναστάτες James Dean και Marlon Brando, κι αργότερα οι ανέκφραστοι σκληροί των '70s όπως ο Clint Eastwood.
Ο τελευταίος είναι κι ο πρωταγωνιστής μιας διάσημης ιστορίας σχετικά με το τι ορίζει το coolness και πώς μπορούμε να το αποκτήσουμε. Όταν ο δημοσιογράφος Terry Wogan τον ρώτησε πώς γίνεται να είναι τόσο cool, εκείνος έβγαλε από την τσέπη του ένα τσιγάρο, το τίναξε στο αέρα κι αφού έκανε γκελ στην άκρη της μπότας του, το έπιασε ανάμεσα στα χείλη, λέγοντας ελαφρώς βαριεστημένα: “Δεν ξέρω Terry. Υποθέτω πως απλώς συμβαίνει...”.
Συμπέρασμα; Πρώτον, ποτέ κανέναν δεν έβλαψε η γνώση ταχυδακτυλουργικών κόλπων και δεύτερον και σημαντικότερο, μην προσπαθείτε να ορίσετε τι είναι cool. Είναι άπιαστο, κι αυτό το κάνει ακόμα πιο cool.
Σύμφωνα με μελέτη που δημοσίευσε ο Norman Mailer το 1957, το coolness είναι περισσότερο μια φιλοσοφική θέση που πήρε η κοινωνία της εποχής, έχοντας μόλις βγει από το Ολοκαύτωμα και μπει στην περίοδο της αγωνίας για μια πυρηνική καταστροφή. Με ένα φριχτό παρελθόν κι ένα αβέβαιο μέλλον, το παρόν έδειχνε ως το ασφαλέστερο καταφύγιο.
Χαρακτηριστικό, άλλωστε, του να είσαι cool είναι το να έχεις τη δυνατότητα να ζεις το τώρα, να απολαμβάνεις τη στιγμή κι ό,τι έχει αυτή να σου προσφέρει, με στιλ και άνεση. Δεν είναι τυχαίο ότι τα γυαλιά ηλίου έγιναν κλασικό σύμβολο coolness, υπό την έννοια ότι έστειλαν το μήνυμα ότι δεν υπολογίζεις αν μπορούν οι άλλοι να σε δουν στα μάτια, μπροστά στο πώς εσύ νιώθεις άνετα και στιλάτα. Αν πάλι τα φοράς με μόνο στόχο να δείξεις cool, το μήνυμα ακυρώνεται.
Μπέρδεμα... είπατε; Τα πράγματα μπερδεύονται, όταν φτάνουμε στο cool κι αυτό είναι πολύ cool. Γιατί πρόκειται για μια έννοια που αρνείται να περιοριστεί σε ένα ορισμό, αδιαφορεί για το παράδοξο και μπορεί εύκολα να συνδεθεί με την αρχαία ελληνική φιλοσοφία και τους στωικούς, τον χριστιανισμό και το σύγχρονο χιπ χοπ.
Το cool σιχαίνεται τις κατηγοριοποιήσεις και τις ταμπέλες. Είναι η αντίσταση στη μιζέρια μέσα από τη δημιουργικότητα και την καινοτομία, είναι η ανατροπή ακόμα και μέσα από την υποταγή. Κι είναι σε σταθερή αντίθεση με την εξουσία και τις συμβάσεις.
Όμως, όσο πιο δημοφιλές γίνεται, μοιραία δεν καταλήγει συμβατικό, άρα και... λιγότερο cool; Ας καταλήξουμε, λοιπόν, κάπου: ο πρώτος κανόνας του coolness είναι να αρνηθείς την ύπαρξη κανόνων.
Ο μόνος ορισμός λέει πως τον ορισμό του τι είναι cool τον δίνει ο κάθε cool χαρακτήρας με το στιλ του. Για να το βρεις, διάλεξε τα πρότυπά σου από μια πλούσια γκάμα διάσημων cool προσωπικοτήτων -από τον Σωκράτη μέχρι τον Obama- χωρίς όμως να ξεχνάς ότι το πιο cool πρόσωπο που έζησε ποτέ είναι σίγουρα κάποιος, τον οποίο δεν έχουμε ξανακούσει -cool;