Το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, στο πρώην εργοστάσιο Φιξ, βρίσκεται στην τελική φάση, και η διευθύντρια του Άννα Καφέτση μιλά στο ΒΗΜΑ για το πώς το πρώην εργοτάξιο μεταμορφώνεται σε κτίριο-κόσμημα.
Η κυρία Καφέτση αποκαλύπτει το σχεδιασμό του μουσείου και το πως θα είναι το σκεπτικό της έκθεσης των έργων. Αρχικά, απαριθμεί τα πλεονεκτήματα της θέσης του νέου κτιρίου. Ένα βασικό είναι, η θέση του στο κέντρο της Αθήνας, ακόμα η συγκοινωνιακή του κάλυψη από όλα τα μέσα, το εμβαδόν του, που είναι 20,000 τ.μ., τους ενιαίους χώρους στο εσωτερικό, που δίνουν μεγάλη γκάμα υψών από 9,5 ως 4,5 μ.
Καταρτίζοντας το μουσειολογικό πρόγραμμα του μουσείου η Άννα Καφέτση νιώθει ότι βρίσκεται στην πιο δημιουργική φάση της οργάνωσής του, αν και «οδυνηρή», όπως τη χαρακτηρίζει. « Σ’ αυτό το κτίριο έχω περπατήσει, έχω κατοικήσει, έχω ζήσει ήδη με το μυαλό και τη σκέψη μου. Τώρα όμως, που είναι πραγματικό, γεννιούνται άλλες ιδέες. Ο ίδιος ο χώρος τις γεννά και είναι επόμενο να υπάρχουν μεγάλες ανατροπές από τον αρχικό σχεδιασμό». Έτη αναμονής έχουν δημιουργήσει άλλωστε μεγάλη προσμονή γι’ αυτό το μουσείο και ίσως υπερβολικές απαιτήσεις. Αλλά το βέβαιο είναι ότι πρώτα απ’ όλα οφείλει να υπακούει στον δικό του σχεδιασμό και στους δικούς του κανόνες. «Το μουσείο αυτό δεν είναι σχολείο, είναι πρωτίστως ένας βιωματικός χώρος που κρύβει μέσα του σκέψη, γνώση και κρίση. Προϋποθέτει ενεργούς πολίτες, αλλά θα φτιάχνει και ενεργούς πολίτες» επισημαίνει η κυρία Καφέτση. Αυτό το σκεπτικό θα διατρέχει και όλη την έκθεση, που θα είναι εργοκεντρική, καθώς βασική αρχή της είναι η συνομιλία των έργων μεταξύ τους δημιουργώντας «απροσδόκητες συνυπάρξεις, χωρίς προκαταλήψεις ηλικιακές, γεωγραφικές ή εθνικότητας».
« Τι δεν θα είναι αυτή η μόνιμη έκθεση: δεν θα είναι χρονολογική, δεν θα είναι εγκυκλοπαιδική, δεν θα είναι εκπαιδευτική με τη στενή έννοια. Αν ήταν να την ονομάσω με μια φράση, θα έλεγα ότι πρόκειται για μια αισθητική τοπογραφία της ανθρώπινης κατάστασης. Με το φως και τις σκιές της. Ένα δημόσιος διάλογος έργων και ένα δίκτυο νέων ερμηνευτικών σχέσεων που, αν γεννηθούν, τότε το μουσείο θα έχει πετύχει. Αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα» δηλώνει η κυρία Καφέτση. Ένας τέτοιος διάλογος μπορεί να αναπτυχθεί στον τέταρτο όροφο μεταξύ του αυτοβιογραφικού έργου του Καμπακόφ «Το καράβι της ζωής μου» και μιας επίσης αυτοβιογραφικής σύνθεσης του Χατζημιχάλη, τη «Σχιστή οδό». Μια άλλη εξάλλου ισορροπία επιφυλάσσεται για το αυστηρό έργο του Κουνέλλη που θα κληθεί να «συνομιλήσει» με τον αισθησιασμό του έργου του Κουτλούκ Αταμάν για τα 99 ονόματα του θεού στο Κοράνι.
Περισσότερα από 900 έργα διαθέτει άλλωστε αυτή τη στιγμή το ΕΜΣΤ. Μόνα Χατούμ, Αλαν Σεκούλα, Εμιλι Ζασίρ, Κέντελ Γκιρς, Γκάρι Χιλ, Μπιλ Βιόλα είναι μερικοί ακόμη ξένοι καλλιτέχνες, έργα των οποίων θα παρουσιαστούν και φυσικά πολλοί Έλληνες. Φυσικά για την ολοκλήρωση του έργου πολλά απομένουν ακόμη, ενώ έχει προταθεί και η ενεργειακή αναβάθμιση του κτιρίου. Τα εγκαίνια του μουσείου, που θα συμπέσουν με την ελληνική προεδρία στην Ευρωπαϊκή Ένωση, θα είναι μια καλή αφορμή για την ανάδειξή του και διεθνώς. Η κυρία Καφέτση, που αγωνίστηκε επί χρόνια προκειμένου να φθάσει η στιγμή αυτή δηλώνει πως «σημασία θα έχει μπαίνοντας κανείς σε αυτό το μουσείο να συνεπαίρνεται και να «φεύγει» μένοντας».
Πηγή: Το ΒΗΜΑ