REAL LIFE WHO

Κύριε Βαρελά, τελικά την αγαπάμε την Αθήνα;


Ελένη Κεχαγιά

14 Μαΐου 2019

unnamed_6.jpg

Η Αθήνα είναι μια πόλη όμορφη με πολλές ιδιορρυθμίες. Μια πόλη δύσκολη να τη ζεις στην καθημερινότητα και πιθανότατα ακόμα πιο δύσκολη στο να τη διαχειριστείς. Η συνάντησή μου με τον αντιδήμαρχο Αθηναίων Ανδρέα Βαρελά θα μπορούσε να κρατήσει για ώρες. Με μεγάλη εμπειρία στα αυτοδιοικητικά, με γλώσσα κάθε άλλο παρά ξύλινη, σχεδόν αιρετικός στις απόψεις του, τις οποίες υποστηρίζει με επιχειρήματα, διαπίστωσα ότι δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι τα τελευταία 8 ½ χρόνια είναι αντιδήμαρχος Αθηναίων.

Είναι ένας άνθρωπος που γνωρίζει καλά την πόλη μας, -το διαπίστωσα στη διαδρομή μας για το παλιό Δημαρχείο στην πλατεία Κοτζιά. Πώς; Από τον τρόπο που την «περπατά» αλλά και από τον τρόπο που αλληλεπιδρά με τους ανθρώπους γύρω του.

Τελικά λειτουργούμε μόνο με τα πρόστιμα; Ανακυκλώνουμε; Τί πάει λάθος και η Αθήνα δεν είναι φιλική; Με τα πεζοδρόμια τι γίνεται; Με τα αυτοκίνητα; Η κουβέντα μας κινήθηκε σε όλα αυτά που κάνει η πόλη μας για εμάς αλλά και εμείς για την πόλη μας.

Και last but not least, πώς αποφάσισε μετά τη θητεία του στο πλευρό του Γιώργου Καμίνη να κατέβει στις φετινές δημοτικές εκλογές υποψήφιος με τον Κώστα Μπακογιάννη; Στις απαντήσεις του θα διαπιστώσετε ότι ο Ανδρέας Βαρελάς, ξέρει τους Αθηναίους καλά. Πολύ καλά.

Αντιδήμαρχος σχεδόν 9 χρόνια. Ποιο είναι το πιο δύσκολο κομμάτι αυτής της πόλης; Είναι η κουλτούρα μας ως πολίτες; είναι το χωροταξικό της πόλης; Είναι όλα μαζί;

Δε μπορούμε να πούμε ότι το πρόβλημα της πόλης είναι το χωροταξικό μόνο. Γιατί αν ήταν αυτό, θα έπρεπε από το 1981 και μετά που υπήρχαν οι ανάλογοι πόροι να είχε λυθεί. Άρα σημαίνει ότι είναι ένας συνδυασμός πραγμάτων. Δυστυχώς η Αθήνα με την ευρύτερη έννοια είναι ένα χωνευτήρι. Ο σκληρός πυρήνας της Αθήνας, ο Δήμος δηλαδή, έχει έναν συνδυασμό παραμέτρων που του δημιουργούν πρόβλημα. Το χωροταξικό, οι άνθρωποι. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα στοιχεία της απογραφής του 2011 λένε ότι στην Αθήνα κατοικεί ένα 15,5% που είναι πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και επίσης κατοικεί και μία μερίδα ανθρώπων που έχει προέλθει μέσα από την οικονομική μετανάστευση και την προσφυγική κρίση των τελευταίων χρόνων. Όλο αυτό το κομμάτι για πολλούς λόγους καταλήγει στην Αθήνα.

Οι Αθηναίοι την αγαπάμε την πόλη μας;

Ναι. Νομίζω ότι την αγαπάμε αλλά όχι με το πάθος που μπορεί να αγαπάς κάτι. Αυτό σημαίνει ότι ενώ το σπίτι μας φροντίζουμε να είναι όσο το δυνατόν πιο καθαρό και στην καλύτερη κατάσταση, το τί συμβαίνει έξω από το σπίτι μας -στον κοινόχρηστο χώρο- θεωρούμε ότι είναι κάτι το οποίο αφορά κάποιους άλλους και όχι εμάς. Γιατί αν αφορούσε εμάς αφενός θα έπρεπε να φωνάζουμε όταν είναι σε κακή κατάσταση και αφετέρου όταν δεν είναι, να μην τον επιβαρύνουμε. Δεν τον κάνουμε χειρότερο. Δεν έχει λογική ότι στους "κακούς" κάδους της πόλης της Αθήνας ρίχνουμε τις σακούλες των απορριμμάτων χωρίς να τις έχουμε κλείσει ή επειδή δεν θέλουμε να πιάσουμε το καπάκι του κάδου, αφήνουμε την σακούλα από έξω. Γιατί με αυτό επιβαρύνουμε την εικόνα, την έτσι και αλλιώς προβληματική.

Έχετε δουλέψει και φροντίσει για πάρα πολλά χρόνια το κομμάτι της καθαριότητας και της ανακύκλωσης. Είμαστε ευαισθητοποιημένοι ως πολίτες;

Λέμε όλοι πολλά για την ανακύκλωση και κάνουμε λίγα. Ανακυκλώνουμε λίγο. Τα πραγματικά στοιχεία της Αθήνας δείχνουν ότι ανακυκλώνουμε το 9 % των απορριμμάτων μας ενώ θα έπρεπε αυτή τη στιγμή με βάση τις Ευρωπαϊκές μας υποχρεώσεις να ανακυκλώνουμε πάνω από το 20% των απορριμμάτων.

Η Αθήνα παράγει τουλάχιστον 320.000 τόνους απορρίμματα τον χρόνο. Είναι πολύ μεγάλο νούμερο. Είναι σχεδόν 900 τόνοι απορρίμματα την ημέρα. Των οποίων δυστυχώς η πλειοψηφία πηγαίνει στην χωματερή της Φυλής, επιβαρύνοντας την περιοχή. Αλλά την ίδια στιγμή που έχουμε αυτή την εικόνα, έχουμε ας πούμε το παράδειγμα των κάδων για τις μικρές μπαταρίες της ΑΦΗΣ οι οποίες έχουν ένα τρομερό δίκτυο ανάπτυξης. Υπάρχουν σχεδόν σε όλους τους χώρους και τα αποτέλεσματα ανακύκλωσης που δίνουν είναι τρομερά!

Έχουμε πιάσει όλους τους ευρωπαϊκούς στόχους σε αυτή την κατηγορία. Είμαστε επίσης σε καλό επίπεδο γενικά σαν χώρα στις χάρτινες συσκευασίες αλλά είμαστε σε πολύ κακό επίπεδο στο γυαλί και στο πλαστικό μπουκάλι του νερού. Το λεγόμενο μπουκαλάκι μίας χρήσης, το οποίο η Ευρωπαϊκή Ένωση στο πρόγραμμά της το έχει για να καταργηθεί. Ταυτόχρονα μέσω της νομοθεσίας που επέβαλε τέλος για την πλαστική σακούλα ως δια μαγείας η σακούλα σχεδόν εξαφανίστηκε. Διότι τα 0,4 λεπτά που στην αρχή τα θεωρούσαμε αστεία έχουν γίνει 0,9 λεπτά του ευρώ το 2019 και ξαφνικά όλοι οι Έλληνες ξανανακάλυψαν την σακούλα πολλαπλών χρήσεων.

Άρα δεν είμαστε συνειδητοποιημένοι…

Η ελπίδα είναι το σχολείο. Όταν το παιδάκι -ακόμα και αν δεν έχει την κουλτούρα μέσα από το σπίτι του - πάει στο νηπιαγωγείο και μετά στο δημοτικό μπαίνει σε μία κουλτούρα ανακύκλωσης. Σε μία κουλτούρα κυκλικής οικονομίας, ότι τίποτε στη ζωή δεν είναι άχρηστο και όλα μπορούν να έχουν και έναν δεύτερο ή ακόμα και τρίτο κύκλο ζωής. Και τότε από εκεί έρχεται και η ελπίδα.

Κάναμε ένα πρόγραμμα, για την ανακύκλωση μικρών ηλεκτρικών συσκευών με τα σχολεία της Αθήνας και τα αποτελέσματα ήταν φοβερά. Μαζέψαμε 30 τόνους μικροσυσκευές και μάλιστα τα σχολεία αυτά θα πάρουν και έπαθλο από την εταιρία την οποία το συνδιοργανώσαμε. Αυτό δείχνει λοιπόν ότι έρχεται μία άλλη γενιά η οποία αν βοηθηθεί με τις κατάλληλες συνθήκες θα είναι η γενιά η οποία θα λύσει αυτά τα προβλήματα. Το ελπίζω τουλάχιστον.

Πώς αποφασίσατε και από τον χώρο των εκδόσεων και των περιοδικών να περάσετε στην πολιτική;

Το μικρόβιο υπήρχε από παλιά. Είχα βάλει πρώτη φορά υποψηφιότητα το 1982. Μόλις είχε αλλάξει ο εκλογικός νόμος και μπορούσες να είσαι υποψήφιος από τα 20 και όχι από τα 25 που μέχρι τότε ίσχυε. Έβαλα υποψηφιότητα και μάλιστα ήμουν ο νεότερος.

Το 1990 έβαλα υποψηφιότητα με την Μελίνα Μερκούρη απέναντι στον Αντώνη Τρίτση, δύο εμβληματικές φυσιογνωμίες προερχόμενες μεν από τον ίδιο πολιτικό χώρο αλλά με διαφορετικές υποστηρίξεις. Το 1994 με τον Θεόδωρο Πάγκαλο που δεν εκλέχθηκα. Από εκεί και ύστερα οικογένεια, δουλειά, παιδιά για ένα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Μέχρι το τέλος του 2008 ήμουν ανενεργός στα αυτοδιοικητικά συμμετέχοντας όμως πάντα με έναν τρόπο στη γειτονιά μου.

Και το 2010 αποφάσισα να κατέβω και πάλι. Αυτή τη φορά με τον Γιώργο Καμίνη. Τον είχα γνωρίσει λίγο καιρό πριν τις εκλογές. Ερχόταν με μία αύρα ως πετυχημένος Συνήγορος του Πολίτη. Για να είμαι ειλικρινής δεν πίστευα ότι θα εκλεγούμε. Έλεγα "καλά εντάξει τώρα"... Αλλά τελικά είχαμε την μεγαλύτερη άγνοια κινδύνου από τους υπόλοιπους και αποφάσισε ο αθηναϊκός λαός σε αυτούς που φαινόντουσαν ότι ήταν λίγο ιτρελοί να τους δώσουν τον Δήμο. Στις εκλογές του '14 φυσικά ήταν για μένα το κριτήριο αν έκανα καλά τη δουλειά μου, όπου και επανεκλέχτηκα.

Κοιτώντας πίσω ήταν δύσκολη η πορεία;

Ήμασταν διοίκηση στα πιο δύσκολα χρόνια του δήμου. Πιστεύω και το έχω πει πολλές φορές ότι δυσκολότερες συνθήκες η Αθήνα πρέπει να είχε ζήσει μόνο στον εμφύλιο.

Όλη η κρίση, η οικονομική, η πραγματική κρίση φάνηκε στην Αθήνα. Ό,τι και να είπαν ό,τι και να έζησε η επαρχία ακόμα και μεγάλες πόλεις όπως η Θεσσαλονίκη, η Πάτρα, το Ηράκλειο κτλ αυτό που έζησε η Αθήνα δεν το έζησε κανείς.

Η πόλη μιζέριασε και μαζί μιζέριασαν και οι πολίτες. Αλληλένδετο δεν είναι όλο αυτό; Ενώ έχουμε πια ξανά και τουρισμό και κινητικότητα, μοιάζουμε σαν να είμαστε σε δύο ταχύτητες. Οι Αθηναίοι είναι ακόμα σε επιφυλακτικότητα...

Είναι γιατί δεν το πιστεύουμε ακόμα ότι βγαίνουμε από την κρίση. Δείχνουν επιφυλακτικότητα γιατί αυτά ακριβώς τα σημάδια της ανάκαμψης δεν έχουν φανεί ακόμα σε όλους τους τομείς. Λέει για παράδειγμα ο κάτοικος του Κολωνού "τι να την κάνω την τουριστική ανάπτυξη όταν εγώ στη γειτονιά μου δεν έχω δει κάτι". Δεν βλέπει κάτι στην τσέπη του να αντανακλάται.

Εάν λοιπόν αυτό δεν το βλέπει είναι δικαιολογημένο να είναι κάποιος επιφυλακτικός. Λέει "ναι μεν αλλά εγώ"… υπάρχει πάντοτε το προσωπικό συναίσθημα. Αυτό το οποίο φαίνεται να κερδίζει η πόλη πρέπει να μεταφράζεται με μία αναλογικότητα σε όλους τους κατοίκους της πόλης. Πρέπει να υπάρχει μεγάλη υπομονή και επιμονή για να πούμε ότι κάποια στιγμή, στη μεγάλη μας πλειοψηφία τουλάχιστον, ότι καταφέραμε και είμαστε πραγματικά έξω από το τούνελ.

Η Αθήνα πως θα γίνει φιλική πόλη; Γιατί δεν είναι..

Όχι δεν είναι φιλική πόλη.

Και αν το συγκρίνουμε και με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές πόλεις είμαστε πολύ πίσω.

Σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές πόλεις είναι πολύ ομορφότερη σε αρκετά σημεία και πραγματικά πρέπει να το χαιρόμαστε. Υπάρχει ένας τρομερός αρχαιολογικός περίπατος που λίγες πόλεις έχουν. Αλλά δεν είναι φιλική. Όχι μόνο προς τους ανθρώπους που έχουν προβλήματα – δεν είναι φιλική σχεδόν σε κανέναν.

Όμως η πόλη δεν μπορεί να μεγαλώσει ό,τι και να κάνουμε. Και συσσωρεύει όλο και περισσότερο κόσμο στο κέντρο της έχοντας πάντα αδυναμίες τις οποίες δεν έχει καταφέρει να τις αντιμετωπίσει. Για παράδειγμα: Έχουμε 24.000 μέτρα πεζοδρομίων στην πόλη. Αλλά έχουμε μόνο 8.000 ράμπες, τις οποίες τις φτιάξαμε όλες στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Για να είμαστε τότε τυπικά εντάξει στις υποχρεώσεις μας. Υπάρχουν όμως 16.000 μέτρα πεζοδρομίων τα οποία δεν έχουν ράμπες. Αυτό σημαίνει ότι μία σειρά συμπολίτες μας όχι μόνο αυτοί που έχουν κινητικά προβλήματα- δεν μπορούν να κινηθούν.

Έχουμε εμπόδια στα πεζοδρόμια. Τα εμπόδια ξεκινάνε -μπορεί να ακουστώ και αιρετικός σε αυτό το κομμάτι- από τα δέντρα τα οποία φυτεύαμε στα στενά πεζοδρόμια της πόλης για να καλύψουμε τη γενικότερη έλλειψη πρασίνου που είχε η πόλη. Αντί δηλαδή να δεσμεύουμε χώρους και να πούμε ότι θα φτιάξουμε 5 πάρκα μικρότερης έκτασης από το πεδίο του Άρεως ή από τον Εθνικό Κήπο και να καλύψουμε με αυτόν τον τρόπο τις ανάγκες του πρασίνου, εμείς επιλέξαμε στη δεκαετία του 80 -με τη δική τους σκέψη οι δήμαρχοι τότε, άλλες εποχές, άλλες οι πιέσεις, να φυτέψουμε δέντρα ακόμα και σε πεζοδρόμια που ήταν κάτω από ένα μέτρο σε πλάτος.

Τα οποία μεγαλώνουν!

Τα οποία μεγαλώνουν ακριβώς! Μεγαλώνουν και οι ρίζες τους και σηκώνουν και τις πλάκες των πεζοδρομίων με αποτέλεσμα σε αυτά τα ωραία πεζοδρόμια από άποψη πρασίνου να μη μπορεί να περπατήσεις και να κατεβαίνεις στο οδόστρωμα.

Αλλά και τα περίπτερα. Δεν μπορεί τα περίπτερα να είναι σούπερ μάρκετ ή μινι μάρκετ μέσα στα πεζοδρόμιο. Δεν γίνεται. Είχα προτείνει στο δημοτικό συμβούλιο και σε διάφορες επιτροπές ότι θα έπρεπε σταδιακά το περίπτερο να επανέλθει στην αρχική του μορφή. Αυτό βέβαια για να γίνει πρέπει να αλλάξει και η νομοθεσία γιατί σήμερα η νομοθεσία επιτρέπει να πουλάνε τα πάντα έχοντας από 6 ψυγεία, σταντ και ό,τι άλλο υπάρχει.

Είχα προτείνει λοιπόν να φύγουν τα περίπτερα και να μείνουν μόνο αυτά τα οποία είναι κεντρικά και να πάρουν μία μορφή παραδοσιακή. Όλα τα υπόλοιπα να περάσουν μέσα σε μικρά μαγαζιά, και να πάρουν μία μορφή μίνι μάρκετ. Και ο Δήμος θα μπορούσε από τη μεριά του για να βοηθήσει αυτή τη μεταφορά, να απαλλάξει για κάποια χρόνια από τα δημοτικά τέλη αυτούς που θα έκαναν την επιλογή.

Όπως και τα τραπεζοκαθίσματα είναι επίσης ένα μεγάλο πρόβλημα όχι βέβαια μόνο της Αθήνας. Θα πρέπει να υπάρξει μία σοβαρή αντιμετώπιση.

Και φυσικά πρέπει να αντιμετωπίσουμε και το πρόβλημα του αυτοκινήτου. Γιατί το μέλλον της Αθήνας δεν είναι με αυτοκίνητο, ό,τι και να λέμε.

Όποιοι φαντάζονται από αυτούς που κατεβαίνουν στις εκλογές, είτε υποψήφιοι δήμαρχοι, είτε υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι, είτε υποψήφιοι βουλευτές ότι το αυτοκίνητο- οι μηχανές δηλαδή εσωτερικής καύσεως θα συνεχίσουν να παίζουν αυτόν τον βασανιστικό ρόλο για την πόλη και θα συνεχίσουν να έχουν αυτή την τσαμπουκαλίδικη τακτική μέσα στην πόλη, είναι γελασμένοι. Αν δε το κάνουμε μόνοι μας θα έρθει κάποια στιγμή που θα μας το επιβάλει είτε η κλιματική αλλαγή είτε μία σειρά άλλων προβλημάτων. Είναι χαρακτηριστικό ότι μπήκε ο Μάιος και αυτό που έχουμε δεν είναι ένα φαινόμενο παρατεταμένης άνοιξης, είναι αρχή χειμώνα. Η αρχή της κλιματικής αλλαγής θα ισοπεδώσει τις εποχές και θα έχουμε θερμοκρασίες τη μία στιγμή πάνω από τους 35 βαθμούς και την άλλη στιγμή κατακλυσμιαία φαινόμενα όπως οι πλημμύρες των τελευταίων χρόνων που δυστυχώς στην Αττική συνοδεύονται και με θύματα.

Η Αθήνα θα αδειάσει δηλαδή;

Ο Κωστής Μπακογιάννης, με τον οποίο κατεβαίνω ως υποψήφιος, στο πρόγραμμα που ανακοίνωσε είπε ότι σε πρώτη φάση αυτό το οποίο βλέπουμε, είναι η απαγόρευση της κυκλοφορίες των αυτοκινήτων στο ιστορικό κέντρο της Αθήνας. Και νομίζω ότι αυτό είναι σωστή επιλογή. Δε μπορεί να πεις ξαφνικά απαγορεύω τα αυτοκίνητα παντού στο κέντρο εν μία νυκτί. Θα πρέπει αρχικά να απαγορευτούν τα αυτοκίνητα σε ένα κομμάτι και σταδιακά στην τετραετία – εφόσον είναι δημοτική αρχή και με συναινέσεις φυσικά και συζητήσεις, γιατί υπάρχουν δυσκολίες από επαγγελματικές δραστηριότητες - να απλώσει ώστε να φτάσουμε προς το 2030 με τον μεγάλο δακτύλιο της Αθήνας χωρίς αυτοκίνητα.

Τι είναι αυτό που πείθει τους πολίτες να ακολουθήσουν; Δηλαδή λέγαμε στους Ολυμπιακούς δεν πατάμε λεωφορειολωρίδα και δεν πατούσε κανείς. Όταν υπάρχει δημοτική αστυνομία δεν παρκάρει κανείς και το σέβεται- προφανώς έχει βέβαια και το πρόστιμο –

Γιατί έχει τις κλήσεις, όχι γιατί δεν θέλει να παρκάρει!

Λειτουργούμε μόνο με τα πρόστιμα γενικά στην Ελλάδα; Αυτό μας ενεργοποιεί;

Όχι. Δεν νομίζω ότι το 2004 ο μπαμπούλας ήταν τα πρόστιμα. Νομίζω ότι ήταν η ιδέα.

Θέλαμε να δείξουμε την καλή μας εικόνα σε όλο τον κόσμο και πιθανόν όχι εμάς! Στους έξω. Και βγάλαμε τότε τον καλύτερό μας εαυτό. Ταυτόχρονα όμως το 2004 έγιναν και κάποια πράγματα τα οποία υπέκρυπταν την σημερινή κατάσταση. Θα σας αναφέρω ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα.

Το 2004 δεν είχαμε εξαφανίσει τους τοξικομανείς. Οι τοξικομανείς ήταν στο κέντρο της Αθήνας μέχρι τις παραμονές των Ολυμπιακών. Ως δια μαγείας στις 13 Αυγούστου που ήταν ημέρα έναρξης των Ολυμπιακών και λίγες μέρες νωρίτερα, γιατί είχαν αρχίσει να έρχονται οι τουρίστες, οι τοξικομανείς εξαφανίστηκαν. Δεν είχε αντιμετωπιστεί το πρόβλημα. Απλά είχε κρυφτει κάτω από το χαλί. Πήρανε λοιπόν οι μηχανισμοί καταστολής του κράτους όλους τους τοξικομανείς τους μεταφέρανε σε κάποιο χώρο στην περιοχή του Θριάσιου Πεδίου, τους κρατήσανε εκεί για τις μέρες των Ολυμπιακών και των παραολυμπιακών αγώνων -σχεδόν για έναν μήνα δηλαδή- και μόλις τελειώσανε αυτές οι 2 πολύ σημαντικές εκδηλώσεις για τον πλανήτη και... φύγανε οι καλεσμένοι, αυτοί οι άνθρωποι εμφανίστηκαν στα ίδια σημεία. Εκεί που ήταν πριν. Δεν πήγανε κάπου αλλού.

Και από τότε μέχρι σήμερα αυτό το πρόβλημα εξακολουθεί να παραμένει. Γιατί; Γιατί δεν βάζουμε καθόλου στο μυαλό μας δύο πράγματα. 1ον είναι ασθενείς. Άρα το κομμάτι της υγείας των νοσοκομείων και της ιατρικής περίθαλψης παίζει μεγάλο ρόλο και 2ον είναι επιρρεπείς στην μικροπαραβατικότητα και στην συμμετοχή τους με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στη διάδωση αυτής. Δηλαδή για να μπορεί να έχει τη δόση του είναι εύκολο να γίνει βαποράκι. Για να μπορεί να έχει τη δόση του είναι εύκολο να πέσει στον πειρασμό είτε της σωματεμπορείας, είτε της μερικής πορνείας, είτε της κλοπής. Όλο αυτό το θέμα το έχουμε σαν μπαμπούλα. Το τελευταίο χρονικό διάστημα πάρθηκε η πρωτοβουλία με τους ελεγχόμενους χώρους χρήσης ναρκωτικών. Αλλά την ίδια στιγμή αυτό πρέπει να συνδυαστεί με την ενημέρωση. Πρέπει να ξαναγυρίσουμε πίσω. Στο νηπιαγωγείο, στο δημοτικό, στο γυμνάσιο και στο λύκειο. Με μία προληπτική αντιμετώπιση του τι σημαίνει η χρήση αυτών των ουσιών ώστε να αποτρέπεις να αυξάνεται αυτός ο πληθυσμός των ανθρώπων που είναι στις ουσίες. Αν δεν τα κάνεις συνδυασμένα δηλαδή δεν θα υπάρξει πραγματική αντιμετώπιση του προβλήματος.

Τόσα χρόνια ήσασταν με τον Γιώργο Καμίνη. Τώρα κατεβαίνετε με τον Κώστα Μπακογιάννη, που στο μυαλό όλων μας είναι στην αντίπερα όχθη. Πιστεύετε περισσότερο στα πρόσωπα παρά στην λογική των παρατάξεων;

Είναι πολύ λογικό αυτό που ρωτάτε και επιτρέψτε μου να πω το εξής. Το 2014 εγώ είχα αποχωρήσει από τον χώρο τον οποίο το 2010 είχα κατέβει. Το 2010 ήμουν στους υποψήφιους που πρότεινε και υποστήριξε η ΔΗΜΑΡ. Αποχώρησα στο 2ο συνέδριο της ΔΗΜΑΡ το οποίο ήταν πριν τις εκλογές του 2013. Το 2014 κατέβηκα με τον Γιώργο Καμίνη ως ανεξάρτητος υποψήφιος. Δεν είχα καμία ταμπέλα πολιτικού χώρου από όπου προέρχομαι. Δεν κρύβω ότι η πολιτική μου αφετηρία δεν έχει σχέση με την παράταξη που πρόσκειται πολιτικά ο Κώστας Μπακογιάννης. Είναι κάτι το διαφορετικό.

Είχα λοιπόν δύο επιλογές. Μία επιλογή ήταν αυτή που πρότεινα όταν ο δήμαρχος, μας ανακοίνωσε ότι δεν θα είναι ξανά υποψήφιος. Γιατί δεν μας το είχε ανακοινώσει από την αρχή. Μέχρι και τα μέσα του 2018 γνωρίζαμε ότι στο μυαλό του υπήρχε το ενδεχόμενο να βάλει για τρίτη φορά υποψήφιος. Πρότεινα τότε λοιπόν η παράταξη του Καμίνη να κατέβει μόνη της στις εκλογές. Σαν παράταξη Καμίνη αλλά χωρίς τον Γιώργο Καμίνη. Θα μπορούσε να εκλέξει ένα από τα μέλη της ως επικεφαλής. Ξέραμε ότι δεν θα πηγαίναμε να πάρουμε τον Δήμο, αλλα θα είχαμε τη δυνατότητα ως μία συνέχεια της δημοτικής αρχής 8ετίας να καταγράψουμε ένα ποσοστό ικανοποιητικό, μονοψήφιο βέβαια- δεν είμαι αλαζόνας για να λέω ότι θα μπορούσαμε να καταγράψουμε διψήφιο- και με αφορμή μάλιστα και με την απλή αναλογική θα μπορούσαμε να παίξουμε σημαντικό ρόλο στις εξελίξεις μετά τις εκλογές.

Δυστυχώς οι συνάδελφοί μου - παρόλο που το πρότεινα σε αρκετούς- δεν το αποδέχητκαν σαν ιδέα και έμεινα μόνος μου σε αυτή τη λογική. Αφού λοιπόν αυτό δεν περπάτησε είχα να επιλέξω ανάμεσα σε μία υποψηφιότητα όπως ήταν αυτή του Κωστή Μπακογιάννη και σε μία υποψηφιότητα πιο κοντά στις ιδεολογικές μου αντιλήψεις, του Παύλου Γερουλάνου.

Εκεί κυριάρχησε η αυτοδιοικητική επιλογή από μέρους μου. Δηλαδή από τη μία είχα έναν άνθρωπο ο οποίος προερχόταν από την κεντρική πολιτική σκηνή όπως ήταν ο Παύλος Γερουλάνος. Συμπαθέστατος, κατά πολλούς ικανότατος. Δεν έτυχε να δουλέψω μαζί του για να μπορώ να το κρίνω.

Από την άλλη, ο Κώστας Μπακογιάννης, ένας άνθρωπος ο οποίος προερχόταν μέσα από την τοπική αυτοδιοίκηση. 2011 - 2014 δήμαρχος Καρπενησίου, 2014 - 2019 περιφερειάρχης Στερεάς Ελλάδος, μίας μεγάλης περιφέρειας η οποία μπορεί να μην έχει μέσα την Αττική αλλά είναι μία μεγάλη περιφέρεια με ιδιομορφίες. Ο οποίος μάλιστα ως περιφερειάρχης κατάφερε να έχει τη μεγαλύτερη απορροφητικότητα σε ευρωπαϊκούς πόρους και ταυτόχρονα είχα διαπιστώσει ότι είναι ένας άνθρωπος συναινετικός, με αποφάσεις που έπαιρναν μεγάλες πλειοψηφίες στο περιφερειακό συμβούλιο. Ταυτόχρονα είχα στο μυαλό μου ότι δεν θα χρειαζόταν να μάθει. Γιατί, ξέρετε το πιο δύσκολο σε ένα δήμαρχο είναι η προσαρμογή. Να μάθει γρήγορα. Διότι την Αθήνα δεν έχεις μεγάλο χρονικό διάστημα για να τη μάθεις. Αν χάσεις τον πρώτο χρόνο στην ουσία ετοιμάζεσαι για τις επόμενες εκλογές. Κυνηγάς την ουρά σου και σε παίρνει πίσω ο χρόνος. Και επειδή μάλιστα άλλαξε πάλι ο εκλογικός νόμος και η θητεία μειώθηκε από τα 5 χρόνια πάλι στα 4, η επιλογή μου ήταν να είμαι με έναν άνθρωπο ο οποίος ξέρει από τοπική αυτοδιοίκηση, είναι νέος στην ηλικία άρα έχει όρεξη, αντοχές και την διάθεση να κάνει πράγματα στην Αθήνα, συνεχίζοντας ταυτόχρονα και κάποια από όσα κάναμε εμείς και διορθώνοντας και αρκετά λάθη που πιθανόν κάναμε εμείς.