Η Gen Z δεν θέλει καμία σχέση με την τηλεόραση -και έχει τους λόγους της
Τόνια Τζάφερη
21 Νοεμβρίου 2023
Το να σκεφτώ τα παιδικά χρόνια των γονιών μου, προκειμένου να κατανοήσω καλύτερα τυχόν διαφορές στις αντιλήψεις μας ή τυχόν διαφωνίες που προκύπτουν, είναι κάτι το οποίο μου συμβαίνει συχνά. Και μια από τις πρώτες εικόνες που δημιουργεί η φαντασία μου -σκεπτόμενη εκείνους κατά τη διαμόρφωση της προσωπικότητάς τους-, είναι η εικόνα από μια οικογένεια μαζεμένη το βράδυ μπροστά από την τηλεόραση. Τότε που η μάζωξη αυτή, συνοδεύονταν από συζητήσεις, έντονη ανταλλαγή απόψεων και πολύ σπάνια, σιωπή.
Ήταν ώρα για «bonding» θα έλεγε κανείς σήμερα, ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας. Επικαιρότητα, γεγονότα, άκυρες στιγμές μέσα στη μέρα τους, μονοπωλούσαν το ενδιαφέρον με μια τηλεόραση να παίζει δυνατά στο background. Σπάνια θα κάθονταν αμίλητοι μπροστά της.
25 περίπου χρόνια μετά (δεν τα λες και λίγα), έχουν αλλάξει πολλά ανάμεσα στη σχέση θεατή και τηλεόρασης. Και αυτό είναι απολύτως φυσιολογικό. Tο πρόβλημα είναι το πώς εξελίχθηκε αυτή η σχέση, και όχι το γεγονός πως άλλαξε. Δεν είναι λίγες οι φορές που έχω σκεφτεί να χαρίσω την τηλεόραση που έχω σπίτι μου. Ήταν από τα πρώτα αντικείμενα που μπήκαν στο φοιτητικό σπίτι. Οι γονείς μου άλλωστε τη θεώρησαν απαραίτητη. Ζήτημα να την έχω ανοίξει 20 φορές μέσα στα τελευταία 6 χρόνια. Και όταν ανοίξει, ο ήχος της είναι τόσο ενοχλητικός, που καταλήγω να την κλείνω λίγο μετά.
«Μα πώς αντέχεις χωρίς τηλεόραση, δεν σε πιάνει κατάθλιψη;», είναι από τα συνηθέστερα σχόλια επισκεπτών μεγαλύτερης ηλικίας. «Ας την να παίζει για παρέα, και ας μην την παρακολουθείς. Ούτε εμένα μου πολυαρέσει, αλλά δεν μπορώ χωρίς τηλεόραση»
Για μένα η κατάθλιψη έρχεται μέσα από την τηλεόραση, καθώς πέρα από το ότι είναι μια απίστευτα βαρετή συνήθεια, έχει και χρονικούς περιορισμούς. Δεν το συζητώ καν πως δεν έχω καταφέρει ποτέ να παρακολουθήσω τηλεοπτικές σειρές, για τις οποίες πρέπει να βρίσκομαι συγκεκριμένες ώρες μπροστά της. Αυτό που έχω καταφέρει όμως, είναι να αναρωτηθώ πολλές φορές, πόσο μεγάλη επιρροή έχει η τηλεόραση στην ανθρώπινη συμπεριφορά και ψυχοσύνθεση.
Το 99,5% των ελληνικών οικογενειών διαθέτουν τουλάχιστον μια συσκευή, ενώ το αν γίνεται σωστή χρήση αυτού του μέσου παραμένει άγνωστο. Παρά το γεγονός πως το διαδίκτυο καλύπτει σε υπερθετικό βαθμό την ανάγκη για πληροφόρηση και ενημέρωση, η πλειονότητα των Ελλήνων, εξακολουθεί να παρακολουθεί δελτία ειδήσεων, με προτίμηση στα βραδινά. Μια μάλλον τυχαία προτίμηση, μιας και απλά συμπέφτει με την ώρα που οι περισσότεροι Έλληνες έχουν γυρίσει σπίτι τους.
Μιας και σήμερα, 21 Νοέμβρη, είναι Παγκόσμια Ημέρα Τηλεόρασης, οι σκέψεις μου γύρω από το συγκεκριμένο μέσο συνεχίζονται. Το «κρατήστε τα παιδιά μακριά από ακατάλληλες σκηνές» δεν τηρούνταν ιδιαίτερα στα παιδικά μου χρόνια. Οποιαδήποτε στιγμή ήθελα, μπορούσα να παρακολουθήσω ανενόχλητη το περιεχόμενο που είχε να μου δώσει μια τηλεόραση. Ακόμη κι αν ήταν ακατάλληλο, καταθλιπτικό, τρομακτικό, τραυματικό. Για να μην εστιάζω μόνο στα αρνητικά όμως, προφανώς και υπήρξαν και στιγμές ψυχαγωγίας. Αυτό που μου έμενε στο τέλος, όμως, ήταν η αρνητικότητα που ερχόταν μέσα από την τηλεόραση, ενώ δεν είχα σκεφτεί ποτέ πως έχω την επιλογή να μην την παρακολουθώ.
Για τη δική μου γενιά, τουλάχιστον όπως το έζησα εγώ και οι φίλοι μου, η τηλεόραση δεν ήταν η χαρούμενη ώρα της ημέρας. Σε καμία περίπτωση. Δεν ήταν καν ένα ψυχαγωγικό μέσο -πέρα από ελάχιστες περιπτώσεις. Ήταν ένα μέσο ενημέρωσης που εστίαζε στο «εδώ και τώρα», στον χλευασμό, στο ποιος θα κρίνει καλύτερα, στο ποιος θα εξευτελιστεί περισσότερο, στο ποιος θα καταφέρει να επηρεάσει και να προκαλέσει περισσότερο, στο πόσα κρίσιμα και αδιανόητα έκτακτα περιστατικά μπορούν να συμβούν, κάθε στιγμή.
Χρειαζόμασταν άραγε όλη αυτήν την πληροφορία; Χρειαζόμασταν άραγε όλη αυτήν την αναστάτωση; Χρειαζόταν να βλέπουμε άτομα που επιζητούσαν επιβεβαίωση, να εξευτελίζονται και να χλευάζονται εθνικώς σε ριάλιτι; Προφανώς και όχι. Το ζήσαμε όμως και γι' αυτό δεν μου κάνει καμία εντύπωση το γεγονός πως ούτε εγώ, αλλά ούτε και γνωστοί ή φίλοι μου παρακολουθούν πλέον τηλεόραση. Για τους περισσότερους μάλιστα, αυτή η συσκευή έχει φύγει ήδη εκτός καθιστικού, και είτε αναμένει σκονισμένη σε μια αποθήκη, είτε έχει χαριστεί σε κάποιον παππού ή γιαγιά.
Στη δική μου περίπτωση, παραμένει κλειστή μονίμως. Μέχρι να έρθει κάποιος μεγαλύτερης ηλικίας σπίτι μου για να την ανάψει και να αναφωνήσει «βάλε και λίγο τηλεόραση να ξέρουμε τι γίνεται». Λες και είναι αυτονόητο να θέλω να ξέρω τι γίνεται, να θέλω να μάθω όλες τις τραγικότερες ειδήσεις της ημέρας. Λες και δεν έχω το ίντερνετ για να ενημερωθώ όπως και όποτε θέλω εγώ.
Τι είναι αυτό όμως που κάνει τόσο πολύ κόσμο να επιζητά μέχρι και σήμερα μια μονίμως αναμμένη TV; Έναν μόνιμο παρατηρητή, που προκαλεί θόρυβο και πλήξη; Σύμφωνα με τον ψυχοθεραπευτή Δρ. Jaye Derrick, το 73% του πληθυσμού παρακολουθεί τηλεόραση επειδή «απλά νιώθει καλύτερα». Και σύμφωνα με τον ίδιο, αν αναρωτηθούμε σε δεύτερο επίπεδο «γιατί οι θεατές νιώθουν καλύτερα παρακολουθώντας τηλεόραση;», η απάντηση είναι, επειδή νιώθουν λιγότερο μόνοι.
Το συναίσθημα της μοναξιάς είναι για την πλειονότητα των θεατών, ο λόγος και η κινητήριος δύναμη να πατήσουν το «κουμπί της καταστροφής» (ναι, το «on»), της έκτακτης είδησης και των τραγικών γεγονότων. Η ανάγκη και η επιθυμία να νιώσουν λιγότερο μόνοι, τους οδηγεί να παρακολουθούν το περιεχόμενο της τηλεόρασης, όποιο και αν είναι αυτό. Δεν τους ενδιαφέρει αν είναι ποιοτικό ή όχι, αρκεί να τους «απαλύνει τα συναισθήματα μοναξιάς τους».
Το 2019, σύμφωνα με το Forbes, η τηλεόραση έφτασε παγκοσμίως τα πιο υψηλά επίπεδα τηλεθέασης στην ιστορία, κάτι που οφείλεται στο καθολικό συναίσθημα μοναξιάς που βίωνε ο κόσμος. Ένα γεγονός που αξίζει να μας προβληματίσει λίγο περισσότερο σχετικά με τις λύσεις που επιλέγουμε απέναντι σε αυτό το αίσθημα κενού, όταν εισβάλει στη ζωή μας.
Το σίγουρο είναι πως από τη δική μου γενιά και έπειτα, η τηλεόραση έχει ξεπέσει. Οι ανάγκες για ενημέρωση και ψυχαγωγία καλύπτονται από άλλα μέσα, είτε social media, είτε streaming πλατφόρμες. Ακόμη κι αν για πολλούς «δεν νοείται σπίτι χωρίς τηλεόραση», για τη γενιά μου δεν είναι τίποτε περισσότερο από ένα ξεπερασμένο, άχρηστο αντικείμενο.
«Πότε ήταν η τελευταία φορά που είδατε τηλεόραση», ρώτησα την παρέα μου, ένα απόγευμα Κυριακής. Με τα πολλά, ούτε που θυμόνταν. Έχοντας streaming πλατφόρμες για σειρές και ταινίες οποιαδήποτε στιγμή της ημέρας, η τηλεόραση έχει χάσει τον ρόλο του ψυχαγωγού. Έχοντας τα social media και τα sites για ενημέρωση, τα δελτία ειδήσεων δεν αποτελούν σε καμία περίπτωση μέρος της καθημερινότητας. Για την Gen Z, η τηλεόραση είναι μια ξεχασμένη συσκευή του παρελθόντος.
Αυτό που μπορούμε να της προσδώσουμε ωστόσο, είναι πως μας προσφέρει, όταν θέλουμε, μια γρήγορη αναδρομή σε μια άλλη εποχή. Σε μια άλλη πραγματικότητα, και σε μια διαφορετική αντιμετώπιση της πραγματικότητας. Προσφέρει ένα ξεχωριστό ταξίδι στον χρόνο, κατά μία έννοια. Καλώς ή κακώς, η τηλεόραση βρίσκεται πάντοτε συνυφασμένη με τον «λαό», αντιπροσωπεύοντας ολόκληρες γενιές, οπότε κάπως έτσι προσφέρει και ένα reality check για το πώς βλέπει και αντιμετωπίζει τα πράγματα ο μέσος όρος γύρω μας. Η Gen Z όμως, θα αρκεστεί στο viral περιεχόμενο του TikTok, ευχαριστούμε πολύ.