Οικία Κωστή Παλαμά: Πώς θα είναι μετά την αποκατάστασή της από το Υπουργείο Πολιτισμού
JTeam
11 Ιανουαρίου 2024
Η οικία στην οδό Περίανδρου 5, στην Πλάκα, αποτέλεσε την τελευταία οικία του Κωστή Παλαμά. Εκεί, ο εθνικός μας ποιητής έζησε μαζί με τη σύζυγό του, Μαρία, και την κόρη του, Ναυσικά, τα τελευταία χρόνια της ζωής του, γεγονός που συνέβαλε στο να χαρακτηριστεί ως μνημείο, το 1999.
Ο Κωστής Παλαμάς δεν είχε δικό του σπίτι στην Αθήνα. Για δεκαετίες, νοίκιαζε την οικία επί της οδού Ασκληπιού, αλλά το 1935 του έκαναν έξωση. Έτσι, αναγκάστηκε να μετακομίσει στο σπίτι της οδού Περιάνδρου 5 στην Πλάκα, μια περιοχή που τότε ήταν υποβαθμισμένη. Ο ποιητής απεβίωσε το 1943, τρία χρόνια μετά τη κήρυξη του Ελληνοϊταλικού πολέμου και 40 μέρες μετά τον θάνατο της συζύγου του. Σε φωτογραφίες της εποχής, φαίνονται χιλιάδες άτομα – που αψήφησαν τις απαγορεύσεις των γερμανικών δυνάμεων, να συνοδεύουν τον ποιητή στην τελευταία του κατοικία.
Η κατοικία που άφησε την τελευταία του πνοή ο Κωστής Παλαμάς, αποτελεί ένα ισχυρό σημείο αναφοράς για την ελληνική ιστορία, γι’ αυτό και το Υπουργείο Πολιτισμού έδειξε από πολύ νωρίς μεγάλο ενδιαφέρον για το συγκεκριμένο κτήριο. Η διαδικασία απαλλοτρίωσής του ξεκίνησε το 2020. Μετά από αλλεπάλληλες προσφυγές της τ. ιδιοκτήτριας στο Συμβούλιο της Επικρατείας, τελικά η απαλλοτρίωση συντελέστηκε τον Μάιο του 2023 και το ακίνητο περιήλθε στην ιδιοκτησία του ΥΠΠΟ. Η μελέτη αποκατάστασης - επανάχρησής του εκπονήθηκε με ευγενική χορηγία του Ιδρύματος «Σύλβιας Ιωάννου», ώστε το έργο να ενταχθεί για χρηματοδότηση στην προγραμματική περίοδο 2021-2027.
Το ιστορικό κτήριο στην οδό Περίανδρου 5
Το κτήριο αποτέλεσε ένα διώροφο συγκρότημα κατοικιών, χωρίς υπόγειο με κοινόχρηστη είσοδο και αυλή που παραπέμπει στην τυπολογία της λαϊκής αθηναϊκής οικίας. Η ιστορία του ξεκινά τα μέσα του 19ου αιώνα. Σύμφωνα με τη μελέτη αποκατάστασης, και όπως σημειώνει το Υπουργείο Πολιτισμού, προβλέπονται μια σειρά από μέτρα τα οποία στοχεύουν στην εξασφάλιση της υλικής υπόστασης του κτηρίου, στην εισαγωγή νέων χρήσεων και λειτουργιών με τρόπο αρμονικό προς τη μορφή του και κατάλληλων. Στόχος, είναι οι αλλαγές να αναδεικνύουν τη σημασία του ως ένα εξέχον τοπόσημο για την ιστορία της πόλης και της Ελλάδας γενικότερα.
Το κομβικό στοιχείο που αναδεικνύεται μέσω της αρχιτεκτονικής μελέτης είναι το ιστορικό γεγονός ότι το σπίτι - και ειδικά η αυλή, αποτέλεσε την αφετηρία της νεκρικής πομπής της κηδείας του ποιητή, που εξελίχθηκε σε παλλαϊκή πορεία εναντίον του κατακτητή μέσα στην κατοχή. Στο πλαίσιο αυτό, η αρχιτεκτονική διαμόρφωση εστιάζει στη νοηματική διασύνδεση του εσωτερικού χώρου της αυλής με τον εξωτερικό χώρο και την οδό Περιάνδρου. Ο κεντρικός ιστορικός πυρήνας του συγκροτήματος γίνεται αντικείμενο συστηματικής αποκατάστασης με συντήρηση των δομικών στοιχείων και όπου κρίνεται, λόγω της κατάστασης διατήρησης τους, απαραίτητο, με τμηματικές προσθήκες με νέα υλικά (στέγη, νέα κουφώματα).
«Η αποκατάσταση του κτηρίου έχει ως στόχο την ανάδειξη του μνημείου»
«Η ιστορική Οικία Παλαμά, αποτελεί την τελευταία οικία του ποιητή, στην οποία έζησε με την οικογένειά του, μέχρι τον θάνατό του το 1943», δήλωσε η Υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη. «Το κτήριο, αποτελεί ισχυρό σημείο αναφοράς για την ιστορία της Αθήνας, αλλά και τη σύγχρονη ιστορία μας γενικότερα, καθώς στις 28 Φεβρουαρίου 1943 η εξόδιος ακολουθία του ποιητή Κωστή Παλαμά συνδέθηκε με τη μεγαλύτερη αντιστασιακή διαδήλωση στην Αθήνα ενάντια στη γερμανική κατοχή, τονώνοντας το εθνικό φρόνημα των Ελλήνων», πρόσθεσε η ίδια.
«Έπειτα από δεκαετίες εγκατάλειψης, σε συνέχεια της απόκτησης της ιδιοκτησίας του από το Υπουργείο Πολιτισμού, το 2023 ,η αποκατάσταση του κτηρίου έχει ως στόχο την ανάδειξη του μνημείου και την ένταξη στη ζωή της πόλης ως χώρος μελέτης και σπουδής της νεότερης ελληνικής λογοτεχνίας και διάδοσης του έργου του μεγάλου Έλληνα ποιητή. Η οικία Παλαμά εντάσσεται στο πλαίσιο της στρατηγικής μας για την ανάδειξη ιδιόκτητων κτηρίων του, που παρουσιάζουν ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό και ιστορικό ενδιαφέρον, με σκοπό να αποτελέσουν νέους πυρήνες πολιτισμού στο ιστορικό κέντρο της πρωτεύουσας», κατέληξε η Λίνα Μενδώνη.