UPDATE

Κολωνός: «Είναι σαν να στέλνει ή ίδια η Πολιτεία το μήνυμα: Μη μιλήσεις», λέει η ψυχολόγος που μελέτησε τη 12χρονη


JTeam

8 Απριλίου 2024

Κολωνός: «Είναι σαν να στέλνει ή ίδια η Πολιτεία το μήνυμα: Μη μιλήσεις», λέει η ψυχολόγος που μελέτησε τη 12χρονη
Eurokinissi
Η Όλγα Θεμελή, η εγκληματολογική ψυχολόγος που κλήθηκε να δει τις βιντεοσκοπημένες καταθέσεις του παιδιού και κατέθεσε ως μάρτυρας ειδικών γνώσεων, μίλησε στην Καθημερινή για τη συγκεκριμένη δίκη

Πριν βρεθεί ένοχος για βιασμό, μαστροπεία, κατάχρηση ανηλίκου, πορνογραφία ανηλίκων και οπλοκατοχή, ο Ηλίας Μίχος δήλωνε «ερωτευμένος» με το τότε 12χρονο κορίτσι από τον Κολωνό. Και πριν καταδικαστεί, εισαγγελική λειτουργός ζήτησε να κηρυχθεί αθώος λόγω αμφιβολιών για βιασμό του παιδιού, μαστροπεία σε οίκους ανοχής και για μαστροπεία μέσω εξαναγκασμού με αποκόμιση εσόδων από πορνεία.

Η Όλγα Θεμελή, η εγκληματολογική ψυχολόγος που κλήθηκε να δει τις βιντεοσκοπημένες καταθέσεις του παιδιού και κατέθεσε ως μάρτυρας ειδικών γνώσεων, μίλησε στην Καθημερινή για τη συγκεκριμένη δίκη. Και ήταν ανατριχιαστική. Τόνισε πως πρώτον, είναι αδύνατο να υπάρχει συναινετική σχέση μεταξύ ενός 55χρονου και ενός κοριτσιού που πηγαίνει στη ΣΤ’ Δημοτικού, και δεύτερον, ότι «από την ενδελεχή μελέτη των πέντε βιντεοσκοπημένων καταθέσεων της ανήλικης και την ποιοτική ανάλυση του λόγου της –με βάση τα διεθνώς επιστημονικά αποδεκτά κριτήρια– προκύπτει ότι οι ισχυρισμοί της είναι στο σύνολό τους, δίχως καμία απολύτως αμφιβολία, αληθείς και αξιόπιστοι».

«H αποκάλυψη της σεξουαλικής κακοποίησης είναι μια ιδιαίτερα πολυσύνθετη, χρονοβόρα και ψυχοφθόρα διαδικασία, η οποία σπάνια επιλέγεται από τα θύματα. Είναι αξιοσημείωτο ότι περισσότερα από τα δύο τρίτα των ανήλικων θυμάτων, είτε καθυστερούν χρόνια την αποκάλυψη της τραυματικής τους εμπειρίας ή την αποκρύπτουν διά βίου, θεωρώντας ότι αυτή είναι και η ασφαλέστερη καταφυγή. Είναι σαν να τους στέλνει ή ίδια η Πολιτεία το μήνυμα: Μη μιλήσεις», δήλωσε. Πρόσθεσε ότι τα ανήλικα θύματα δεν θα μιλήσουν ευκολότερα, αν αυστηροποιηθούν οι ποινές, αλλά αν εφαρμοστούν έμπρακτα οι έννοιες της ασφάλειας, της εμπιστοσύνης και της βεβαιότητας του δικαίου.

«Για ποια συναίνεση μιλάμε σε μια εξ ορισμού ασύμμετρη “σχέση”; Σε μια “σχέση” ενός άντρα 55 ετών και ενός κοριτσιού που πηγαίνει μόλις στην έκτη δημοτικού; Ενός επιχειρηματία και ενός παιδιού που ζει σε συνθήκες πλήρους ένδειας και μεγαλώνει σε ένα οικογενειακό περιβάλλον με πολλαπλά ρήγματα, δίχως καμία απολύτως υποστήριξη;», είπε σχετικά με τους ισχυρισμούς του Ηλία Μίχου περί έρωτα και συγκατάθεσης.

«Υπάρχει άραγε συναίνεση όταν η εξουσιολαγνεία, η χειραγώγηση, η παγίδευση, η κατάχρηση και ο εκφοβισμός, αφαιρoύν κάθε δυνατότητα παραμικρής αντίδρασης από το ανήλικο θύμα; Όταν έχουν δημιουργηθεί συνθήκες καθυπόταξης που οδηγούν ένα παιδί σε πλήρη απόγνωση, ψυχικό κατακερματισμό και σε μια άνευ όρων υποταγή; Πώς θα γλιτώσει ένα παιδικό σώμα, αδιαμόρφωτο κλαράκι ακόμα, όταν ακινητοποιείται από τη ρώμη ενός αντρικού ενήλικου σώματος; Όταν ισοπεδώνεται από τον οδοστρωτήρα που περνάει από πάνω του; Όταν το άγουρο ακόμα κορμί “παγώνει” και η ψυχή ακρωτηριάζεται; Για ποια αντίδραση συνεπώς μπορεί να γίνει λόγος όταν υπάρχει η αναμφίβολη σωματική και κοινωνική υπεροχή του δράστη; Ή μήπως τίθεται ζήτημα συναίνεσης όταν λίγο πριν τη "συνεύρεση" έχει γίνει επίδειξη όπλων και μαχαιριών σε ένα κορίτσι που έως τότε απλά πήγαινε στο σχολείο, έπαιζε με συνομηλίκους της στην πλατεία της γειτονιάς της και έκανε ποδήλατο;»

Η Όλγα Θεμελή επεσήμανε, έπειτα, ότι όταν πια ενηλικιώνονται, τα παιδιά που υπήρξαν θύματα περιγράφουν τους κακοποιητές τους «ως πρόσωπα με μια άριστη δημόσια εικόνα και πολλά χαρακτηριστικά που τους καθιστούν αξιοσέβαστους: έντιμοι οικογενειάρχες, θρησκευόμενοι, ευγενικοί, πρόθυμοι, φιλικοί, επικοινωνιακοί, σκληρά εργαζόμενοι, κάτοχοι υψηλών θέσεων ή ακόμα και σημαντικών βραβείων της Πολιτείας κ.ά».

Πρόσθεσε πως οι δράστες επιλέγουν ευάλωτα παιδιά, τα οποία μεγαλώνουν κάτω από συνθήκες φτώχειας, μεγαλώνουν σε ιδρύματα ή σε οικογένειες με ζητήματα ενδοοικογενειακής βίας, ψυχικής υγείας, εθισμού σε ουσίες ή στο αλκοόλ, όπου κυριαρχεί η δυσαρμονία, η αδιαφορία, η βία, η σύγκρουση, ο φόβος και η ανασφάλεια. Εντοπίζουν ανηλίκους που «νιώθουν παραμελημένοι, έχουν χαμηλή αυτοεκτίμηση, βιώνουν κοινωνική απομόνωση, μοναξιά, έντονη ανασφάλεια και ως εκ τούτου έχουν μεγάλη ανάγκη για στοργή και αποδοχή».

Είναι πολύ δύσκολο για ένα παιδί να μιλήσει για όσα έχει υποστεί. Εκεί καταλήγει η Όλγα Θεμελή. Γιατί, ακόμη κι αν το κάνει, ο δράστης θα προσπαθήσει να το παρουσιάσει ως αναξιόπιστο. Θα το κατηγορήσει ότι λέει ψέματα, θα του επιρρίψει την ευθύνη χωρίς δισταγμό. Και το θύμα, οδηγείται «σε μια κατάσταση μαθημένης αβοηθησίας, παθητικότητας και πλήρους χειραγώγησης».