Το κέντρο της πόλης, όπως κάθε πόλης - θέλω να πω ότι δεν είναι παγκόσμια πρωτοτυπία - έχει άλλη ενέργεια. Καταλαβαίνεις τι συμβαίνει. Αφουγκράζεσαι τη δυναμική της. Είσαι μέσα στις εξελίξεις. Δεν περιμένεις να μάθεις τις urban τάσεις από τα sites και από τα social, γιατί απλά είσαι εκεί όταν αυτές δημιουργούνται. Για μένα αυτό θα πει ζωή. Να περπατάς στην Πανεπιστημίου, να αράζεις για μία ανάσα στα σκαλάκια του Συντάγματος, να χώνεσαι μέσα στις στοές των παλιών κτιρίων, να παρατηρεις τους πιτσιρικάδες στις πλατείες, να πηγαίνεις για να πάρεις τον αέρα σου στην Ακρόπολη και να κοιτάς την πόλη από ψηλά. Κάθε γωνία της πόλης και μία μικρή ιστορία.
Αυτό μου αρέσει στην Αθήνα. Ότι είναι σαν ένα βιβλίο και κάθε της σημείο είναι και ένα κεφάλαιο. Αν το σκεφτείς, και οι άνθρωποι οι οποιοί επιλέγουν να έχουν το μαγαζί τους στο κέντρο, αυτό το ρομαντισμό κρύβουν μέσα τους.
Βρίσκομαι στην Ακαδημίας και στρίβω εκεί που κάποτε η φαντασία γεννούσε ιστορίες και εμείς τις βλέπαμε, καθισμένοι σε βελούδινα καθίσματα. Δίπλα από τις λαμαρίνες του Αττικόν, το θρυλικό Black Duck έχει ανοιχτές τις πόρτες του και με περιμένει, ακριβώς όπως εκείνη η λαγότρυπα περίμενε την Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων. Μονάχα που αν διαβείς την πόρτα του Black Duck δεν θα περιπλανηθείς μέσα σε έναν κόσμο φανταστικό, αλλά στην πραγματικότητα των ανθρώπων που αγαπούν το αστικό mentalité. Ένας χώρος που από τα πρώτα λεπτά σε παρασύρει σε έναν κόσμο τέχνης και χαλαρών ρυθμών ζωής. Από τις 10 το πρωί bar, εστιατόριο και γκαλερί, όλα σε ένα, είναι εκεί και σε περιμένουν.
Κάθομαι σε μία cozy γωνία του με πολύχρωμα μαξιλάρια και κοιτάω έξω το δρόμο. Είναι πρωί. Ίσως από τα ελάχιστα πρωινά που δεν έχω δουλειά. Διαλέγω ένα βιβλίο από τη βιβλιοθήκη του και αρχίζω και το ξεφυλλίζω για να πάρω λίγη έμπνευση. Από τα ηχεία ακούγεται κλασσική μουσική. Στο διπλανό τραπέζι ένας κύριος είναι με το laptop του και δουλεύει, ενώ δύο κυρίες, καλοβαλμένες με τα ταγέρ τους και τις πέρλες στο λαιμο, παραγγέλνουν το τσάι τους και μιλάνε για το τι είδανε στις βιτρίνες των μαγαζιών. Και ξαφνικά είναι σα να να γυρνάει ο χρόνος πίσω...
Τώρα καταλαβαίνω ακριβώς τι εννοούσε ο Μιχάλης Ρίζος, υπεύθυνος του Black Duck, όταν μου έλεγε ότι ακόμα και οι μυρωδιές που έρχονται από την κουζίνα του μαγαζιού το πρωί, του θυμίζουν τα κυριακάτικα πρωινά στο σπίτι του, όπου ο πατέρας του άκουγε βινύλια και η μητέρα του ετοίμαζε ομελέτες και πίτες. Το Black Duck είναι σαν ένα σπίτι. Ένας ζωντανός οργανισμός, που συνεχώς ανανεώνεται, συνεχώς αλλάζει. Ένας πίνακας, μία καινούργια ετικέτα κρασιού, ένα διαφορετικό πιάτο που θυμίζει μεσόγειο, ένα νέο χρώμα στον τοίχο. Τίποτα δεν μένει ίδιο από πάντα και όμως φαίνεται σαν να ήταν πάντα εδώ. Αυτή τη μαγεία έχουν τα κλασσικά στέκια. Σε κάνουν να αισθάνεσαι άνετα. Τόσο άνετα που εκεί που δεν το περιμένεις μπορεί να ξεκινάς και να τραγουδάς στοίχους από κάποιο τραγούδι, που δεν υπήρξε στο playlist σου και ούτε φανταζόσουν ότι θα υπάρξει.
Κατεβαίνω τα σκαλιά για να δω τη νέα έκθεση, που φιλοξενείται στην gallery στο υπόγειο. Χαζεύω τα πορτραίτα και τα ξυλόγλυπτα. Το μάτι όσο βλέπει ορέγεται και άλλο. Η επόμενη έκθεση έρχεται σε λίγες μέρες. Θα είμαι και πάλι εκεί.
Ανεβαίνω πάνω. Η ώρα έχει περάσει. Η πόλη με περιμένει και πάλι για να τη σεργιανίσω.
[gallery-717700]
Το Black Duck βρίσκεται στην ιστορική Χρήστου Λαδά, 9α, και το τηλέφωνό του είναι 2103234760