Σε τι κόσμο ζούμε, που μια μάνα πρέπει να αποφασίσει ποιο παιδί της θα ζήσει και ποιο θα πεθάνει;
Άννα Καντζηλιέρη
16 Οκτωβρίου 2025

Το 2025 - την εποχή που η τεχνολογία ανθίζει, η τεχνητή νοημοσύνη αναπτύσσεται ραγδαία, η στέγη, η τροφή και το νερό θεωρούνται δεδομένα για το μεγαλύτερο ποσοστό του κόσμου - υπάρχουν άνθρωποι που ζουν σε μια πολύ σκληρή πραγματικότητα. Μπορεί κάθε χώρα να αντιμετωπίζει σοβαρά κοινωνικοπολιτικά προβλήματα, όμως στο τέλος της ημέρας δεν απειλείται η ζωή κανενός. Στο Σουδάν, όμως, εκεί όπου ο πόλεμος έχει αφήσει τα συντρίμμια του, τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά. Καμία ημέρα δεν είναι δεδομένη. Η φτώχεια, η πείνα, η λειψυδρία, αποτελούν καθημερινά προβλήματα. Το σκοτάδι έχει σκεπάσει τις ψυχές τους και καμία ακτίνα ηλίου δεν μπορεί πια να εισχωρήσει.
Μέσα στον πόνο, τη θλίψη και την απελπισία, η ιστορία της 25χρονης Τούμα συγκλονίζει. Είναι μητέρα δύο δίδυμων κοριτσιών και κάθε ημέρα που περνά, προσπαθεί να επιβιώσει. Έχει να φάει ημέρες, όμως δεν παραπονιέται. Η ζωή την έφερε αντιμέτωπη με το πιο σκληρό δίλημμα - με ένα δίλημμα που καμία μάνα δεν έπρεπε ποτέ να κληθεί να αντιμετωπίσει. Ποιο παιδί της θα κρατήσει ζωντανό και ποιο θα «στείλει» στον θάνατο; Η δεινή οικονομική της κατάσταση δεν της επιτρέπει να προσφέρει φάρμακα και στα δύο κορίτσια της, τα οποία είναι υποσιτισμένα. Η μία δέχεται την περίθαλψη των γιατρών, ενώ η άλλη βρίσκεται στην αγκαλιά της - ανήμπορη να κινηθεί, ανήμπορη να επικοινωνήσει μαζί της.
«Μακάρι να έκλαιγε, δεν έχει κλάψει εδώ και ημέρες. Οι RSF μας πήραν όλα όσα είχαμε - τα χρήματα και τα ζώα μας. Έχουμε μόνο τη ζωή μας. Στο παρελθόν, το σπίτι μας ήταν γεμάτο καλοσύνη. Είχαμε ζώα, γάλα και τροφή. Τώρα δεν έχουμε τίποτα», εξομολογήθηκε στο BBC. Αν είχαν ακόμα τα χρήματά τους, και οι δύο κόρες τους θα μπορούσαν να λάβουν αντιβιοτικά και να γίνουν καλά. Δυστυχώς, όμως, η Τούμα δεν είχε αυτή την επιλογή. «Θέλω να γίνουν καλά και οι δύο», λέει και αγκαλιάζει την ετοιμοθάνατη 3χρονη κόρη της. «Είμαι μόνη μου. Δεν έχω τίποτα. Έχω μόνο τον Θεό».
Ως πότε θα πεθαίνουν παιδιά από ασιτία; Ως πότε ο πόλεμος θα στερεί τα παιδιά από τους γονείς τους; Ως πότε αυτός ο κόσμος θα είναι τόσο μαύρος;
Είτε είσαι είτε όχι γονιός, μπορείς να κατανοήσεις πως δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα για έναν γονέα, από το κληθεί να διαλέξει ποιο παιδί του θα σώσει και ποιο θα αφήσει να πεθάνει. Όχι επειδή θέλει, επειδή δεν μπορεί διαφορετικά. Όταν μια κοινωνία αναγκάζει μια μητέρα να υπολογίσει την αξία της ζωής σε φάρμακα που δεν μπορεί να αγοράσει, τότε αυτή η κοινωνία έχει αποτύχει συλλογικά. Δεν είναι η αποτυχία της Τούμα. Είναι η ηθική αποτυχία όλων μας.
Σε έναν κόσμο όπου ο πλούτος είναι άφθονος αλλά άνισα κατανεμημένος, το κόστος για τα αντιβιοτικά δύο παιδιών είναι αμελητέο. Κι όμως, αυτό το αμελητέο ποσό αποτελεί τη διαχωριστική γραμμή μεταξύ ζωής και θανάτου για δύο αθώες ψυχές, που βρίσκονται σε αυτόν τον κόσμο μόλις τρία χρόνια. Αυτή η πραγματικότητα δεν προκαλεί απλώς θλίψη, αλλά είναι παράλογη, ακραία και προσβάλλει βαθιά την ανθρώπινη αξία.
Η ερώτηση δεν είναι «πώς μπορεί μια μάνα να διαλέξει ένα από τα δύο παιδιά της;», αλλά «πώς εμείς, ως παγκόσμια κοινότητα, επιτρέπουμε να υπάρχουν τέτοια διλήμματα;». Η απάντηση ίσως να ενοχλήσει: επιτρέπουμε να συμβαίνουν επειδή είναι μακριά. Η απόσταση - γεωγραφική και συναισθηματική - μας απομακρύνει από την ευθύνη. Η ιστορία της Τούμα γίνεται ακόμα ένα παράδειγμα, ακόμα ένας αριθμός σε μια έρευνα, ένας τίτλος σε μια είδηση που θα έχει ξεχαστεί μέχρι το επόμενο «κλικ». Αλλά για εκείνη, είναι η ζωή της - μια αιώνια πληγή, ένα τραύμα που δεν θα κλείσει ποτέ - όσα χρόνια κι αν περάσουν. Η επιλογή της δεν είναι απλώς μια απόφαση, αλλά ένας ακρωτηριασμός της ψυχής της, που θα φέρει για πάντα.
Το 2025, η εξάλειψη τέτοιων φαινομένων δεν αποτελεί μια πράξη φιλανθρωπίας, αλλά μια θεμελιώδη επένδυση σε έναν σταθερό και δίκαιο κόσμο για όλους - είτε ζουν στην Ανατολή είτε ζουν στη Δύση. Ένας κόσμος, όπου καμία μητέρα δεν θα χρειαστεί να μετρήσει την αγάπη της για τα παιδιά της με τα χρήματα που δεν έχει, είναι ένας κόσμος ασφαλέστερος και καλύτερος για όλους. Μέχρι τότε, η ιστορία της Τούμα και της κόρης που σβήνει στην αγκαλιά της, θα είναι ο καθρέφτης της δικής μας συλλογικής αποτυχίας - μιας αποτυχίας που δεν έχει προηγούμενο.