Πατρότητα και διαβήτης: «Συγγνώμη Στεφανία, o μπαμπάς έχασε τη μπάλα»
Παναγιώτης Δαλαταριωφ
3 Νοεμβρίου 2021
Είναι από τις λίγες φορές που ξεκινώ να γράφω κάτι για το σακχαρώδη διαβήτη και δεν ξέρω πώς να ξεκινήσω. Από πού να πιαστώ. Νιώθω ότι σε κάθε πρόταση πρέπει να γράψω κάτι για την 18 μηνών κόρη μου. Δεν πρέπει. Στα 34 προς 35, εδώ και κάποιους μήνες ζω τους πραγματικά πιο... γλυκούς μήνες της μέχρι τώρα ύπαρξής μου σε τούτο τον πλανήτη. Και, όχι, δεν αναφέρομαι στο κλισέ «το παιδί μου μού έχει χαρίσει ό,τι πιο γλυκό, ό,τι πιο όμορφο έχω ζήσει». Ετσι κι αλλιώς ισχύει. Αναφέρομαι στη χειρότερη γλυκοζυλιωμένη που είχα ποτέ από τα 17 και μετά.
Τα επίπεδα της συγκεκριμένης εξέτασής μου ήταν πάντα μεταξύ του 6 και του 7. Ταβάνι το 7 κι όταν έφτανε σ' αυτά τα επίπεδα, με έπιανε πανικός. Παρότι ήμουν ελεύθερος και καμία άλλη ζωή δεν (ένιωθα ότι) εξαρτάται από μένα. Σήμερα, λοιπόν, ζω με την «απειλή» του 9,5. Τι έφταιξε και δεν είμαι στα συνηθισμένα στάνταρ μου; Σίγουρα όχι το ίδιο μου το παιδί. Άλλαξε το άγχος. Μεγάλωσε το αίσθημα της ευθύνης και σίγουρα ρόλο έχουν παίξει οι - ευτυχώς - πολλές επαγγελματικές μου υποχρεώσεις. Η δουλειά μου πάντα ήταν και είναι το πάθος μου. Γουστάρω αυτό που κάνω και είμαι ευλογημένος που δεν δουλεύω για να ζω αλλά ζω γι' αυτό το επάγγελμα. Βέβαια, πλέον, ζω και για τη Στεφανία. Και κάπου εκεί το πράγμα μπερδεύτηκε μέσα μου.
Τι εννοώ; Το μεγάλο λάθος, που νομίζω κάνουμε πολλοί γονείς, είναι το «δουλεύω για να παρέχω στο παιδί μου όσα περισσότερα αγαθά μπορώ» σκεπτικό. Σβήστε τη λέξη «αγαθά» από την πρόταση, και ας την αντικαταστήσουμε με τη λέξη «υγεία». Κανένα παιδί δεν θέλει τίποτα περισσότερο στον κόσμο από το να έχει όρθιους, γερούς και ευτυχισμένους τους γονείς του. Το βλέπω στις ώρες που περνάω με τη Στεφ. Δεν είναι και πάρα πολλές, αλλά αυτό το νιώθω σε κάθε «μπαμπάκα», σε κάθε άγγιγμά της, σε κάθε κίνησή της να μου φέρει τα παραμυθάκια της για να τη βάλω να μου πει ξανά και ξανά και ξανά ποιο είναι το λιοντάρι, ποια είναι η αρκούδα, η κατσίκα, το πρόβατο, το άλογο.
Μ' ένα πολύ πιεσμένο πρόγραμμα, λοιπόν, άρχισα να χάνω τις ώρες μου στις ινσουλίνες μου. Άλλαξα τα γεύματά μου και σταμάτησε η άσκηση. Όχι ότι είμαι και κανένας «τρελός» με τη γυμναστική, αλλά κάτι κάναμε. Πλέον, ό,τι πιο κοντινό με τη γυμναστική είναι η βόλτα με τον Κάρλος (το σκυλάκι μου). Ευτυχώς, δηλαδή, που έχω κι αυτό(ν). Αρχισα να μην μετράω το σάκχαρο μου, για να προλάβω. Τις υποχρεώσεις στο σπίτι, στη δουλειά, στο παιδί μου, στους φίλους μου. Και κάπου εκεί «χάθηκε η μπάλα». Ευτυχώς, δεν ξέχασα τη συνήθειά μου να κάνω εξετάσεις κάθε εξάμηνο. Το πράγμα μαζεύεται. Το καμπανάκι ήχησε νωρίς και το μόνο συγγνώμη που χρωστάω -εκτός από τον εαυτό μου- είναι στο παιδί μου και στη σύζυγό μου. Γιατί ξέχασα πως το μεγαλύτερο χαμόγελο το έχουν όταν είμαι δίπλα τους, τις ώρες που περνούν μαζί μου. Για το δικό μου δεν θα πω τίποτα, γιατί μόνο εκείνες μπορούν να καταλάβουν το πώς νιώθω μαζί τους. Και ξέρω ότι το νιώθουν.
Μέσα απ΄αυτές τις λίγες λέξεις, σας παρακαλώ πολύ, όσο άγχος και να έχετε, όποιες και να είναι οι υποχρεώσεις σας, ΜΗΝ ΞΕΧΑΣΕΤΕ ΠΟΤΕ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΑΣ. Οι διαβητικοί δεν είναι γυάλινοι. Δεν είναι από ζάχαρη. Είναι άνθρωποι όμως με μια ιδιομορφία που θέλει παρακολούθηση, φροντίδα και συνέπεια. Μέσα απ' αυτό το τρίπτυχο θα εξασφαλίσετε την απόλυτη ελευθερία να κάνετε ό,τι θέλετε. Και θα το κάνετε. Κάθε φορά που θα έχετε πάνω σας το βάρος του «να προλάβω», να σκέφτεστε ότι το βράδυ θα πείτε το παραμύθι στη δική σας «Στεφανία», θα τη φιλήσετε και θα της πείτε «καληνύχτα, ο μπαμπάς σ' αγαπάει ως το φεγγάρι».