Κωνσταντίνα Μιχαήλ: "Στο "Λαβ Σόρρυ" ήταν που έγινα πόρνη, όχι στα «Κόκκινα Φανάρια»"
21 Μαρτίου 2013
Η Κωνσταντίνα Μιχαήλ αποκλειστικά στο JENNY.GR.
Από τον Τάσο (ΤΑΖ) Θεοδωρόπουλο.
Το πιο αγαπητό κορίτσι της τηλεόρασης από τη δεκαετία του '90, επέστρεψε εντυπωσιακά για να ανατρέψεις ότι νομίζεις πως ήξερες γι αυτήν, και να «εκδοθεί» σεξουαλικά με εκρηκτικό τρόπο στη σκηνή του Εθνικού Θεάτρου.
Ναι, έχουν περάσει 19 ολόκληρα χρόνια από τότε που η ξενέρωτη γιατρίνα Λίλη, γοητεύτηκε από τον τριχωτό και λαϊκό Σάκη τον υδραυλικό στο «αξέχαστο» όχι απαραίτητα για τους σωστούς λόγους «Λαβ Σόρρυ». Την πιο επιτυχημένη τηλεοπτική κωμική σειρά της σεζόν 1994 – 1995 που μετέτρεψε κυριολεκτικά σε μία νύχτα, την άγνωστη τότε Κωνσταντίνα Μιχαήλ στο πιο αγαπημένο και οικείο τηλεοπτικό πρόσωπο.
Δεν είχα υπολογίσει ποτέ το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από τότε, τόσο επειδή δε με συμφέρει όσο και επειδή ειλικρινά, πρέπει να έχεις κάποια πετριά στον εγκέφαλο για να τοποθετήσεις το «Λαβ Σόρρυ» ως σημάδι στο χρόνο. Εκτός κι αν πρωταγωνιστούσες σε αυτό. Έχοντας να διασχίσεις δύο δεκαετίες σχεδόν, αναμνήσεων, πληγών, ερώτων, και προσωπικών μαχών για να επανεφεύρεις τον εαυτό σου όπως ακριβώς τον ονειρευόσουν όταν ξεκινούσες την καριέρα σου.
Μια ολόκληρη θάλασσα χρόνου, που θες δε θες, θα αφήσει τα αποτυπώματα από το αλάτι της στο πρόσωπο και τα χαρακτηριστικά σου. Δίνοντας σου το δικαίωμα να τα διαχειριστείς από κει και πέρα, με τον καλύτερο τρόπο που μπορείς. Όπως στην περίπτωση της Κωνσταντίνας Μιχαήλ. Μιας γυναίκας που μου φαίνεται σε αντίστροφη χρονική πορεία. Όσο βαρετή και μαραμένη την είχα θεωρήσει στο τηλεοπτικό της σουξέ, τόσο ζωντανή και παλλόμενη την ανακάλυψα ξανά στη «Σεβάς Χανούμ» και φέτος στα «Κόκκινα Φανάρια», το θεατρικό γεγονός της χρονιάς που σκηνοθετεί στο Εθνικό ο Κωνσταντίνος Ρήγος.
Με την ίδια στο ρόλο της μεγαλύτερης από τις πόρνες, της Μαίρης, να μετατρέπει με το ψηλό , νευρώδες σώμα της και την ιδιαίτερη ποιότητα χαρμολύπης του προσώπου της, το βουητό της απελπισίας ενός πορνείου σε σκληρό glam rock που δεν μπορείς να αντισταθείς. Την αύρα του οποίου αρνείται να αποχωριστεί στιγμή, φορώντας συνεχώς πάνω της, ακόμα κι όταν δεν βρίσκεται στη σκηνή, ένα μενταγιόν που γράφει «Μαίρη».
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΜΙΧΑΗΛ: Πόσο την κατάλαβα τη Μαίρη, πόσο την πάλεψα μέσα μου, πόσο την αγαπώ. Το τσαλάκωμά της. Πώς αλλιώς να αισθανθώ μια γυναίκα η οποία εκδίδεται 60 φορές τη μέρα? Η οποία όταν είδε κάτι διαφορετικό, κάποιος την άκουσε στον έρωτα, ένας νεαρός που της είπε ‘σε αγαπώ’, άφησε το περιχαράκωμα της για να συγκλονιστεί από αυτό το συναίσθημα. Θα την παντρευόταν ποτέ αυτός ο νεαρός; Όχι και η Μαίρη το ήξερε. Επέτρεψε στον εαυτό της να πειστεί για το παραμύθι, όπως κι εγώ πείθομαι. Κι ας ξέρει μέσα της ότι στο φινάλε θα συνεχίσει την ίδια ζωή, χωρίς να υπάρχει μέλλον. Γιατί η καινούργια πατρόνα της το καθαρά στο τέλος του έργου: «έχεις δεν έχεις δύο χρόνια ακόμα γι αυτή τη δουλειά». Την οποία ατάκα, θέλω να πω, ότι ο φίλος μου ο Κωνσταντίνος Ρήγος που μου κάνει γυμνάσια, την έβαλε κατά τη διάρκεια της παράστασης χωρίς να μου το πει για να δει πόσο «ακούω» το ρόλο. Κι έρχεται η καημένη η Ευγενία Δημητροπούλου που πρέπει να μου πει την ατάκα ως Μυρσίνη και μου λέει «Κωνσταντίνα συγγνώμη, ο Κωνσταντίνος μου είπε να στο πω και μάλιστα μου είχε πει να σου πω ότι ‘έχεις μόνο ένα χρόνο ακόμα’ κι εγώ το έκανα δύο». Ήξερε τι κάνει ο Ρήγος γιατί μου ήρθε πραγματικά σαν χαστούκι.
-Πόσο άνετα αισθάνεσαι που μεγαλώνεις;
Κ.Μ: Προσποιούμαι ότι αισθάνομαι άνετα όπως όλοι μας. Λες «εγώ δε θα μεγαλώσω». Θα μεγαλώσεις. Λες «εγώ δε σπάσω». Θα σπάσεις. «Θα είμαι αρεστή;» Έχω σκεφτεί πολλά κόλπα για να είμαι αρεστή όσο με παίρνει.
-Θα μπορούσες να πληρώσεις κάποιον για να κάνεις έρωτα μαζί του;
Κ.Μ.: Όχι, δε νομίζω. Στα πλαίσια ενός σεξουαλικού παιχνιδιού ρόλων, ίσως να μπορούσα.
-Έχεις καταλάβει ότι φέτος είσαι δύο φορές πόρνη; Στα «Κόκκινα Φανάρια» υποδύεσαι μια πόρνη, μια γυναίκα που πληρώνεται για να παρέχει σεξουαλική απόλαυση, ενώ ταυτόχρονα είσαι μια ηθοποιός, ένας άνθρωπος δηλαδή που πληρώνεσαι για να προσφέρεις θεατρική ψυχαγωγία και απόλαυση.
Κ.Μ.: Χαίρομαι πάρα πολύ τότε, χαίρομαι διπλά.
-Πιστεύεις ότι αυτή σου η δήλωση θα χαροποιήσει τον κόσμο γύρω σου;
Κ.Μ.: Δε με νοιάζει καθ’ όλου όμως. Τις αγαπώ τις πόρνες.
-Είναι για σένα η υποκριτική ένα είδος πορνείας;
Κ.Μ.: Όχι. Γιατί δεν έχει να κάνει με αυτό που ο «πελάτης», ο θεατής δηλαδή, θέλει να δει, αλλά με αυτό που θέλω εγώ να του δείξω. Δεν με πληρώνουνε για να τους κάνω τα γούστα. Τουλάχιστον τώρα πια. Θεωρώ ότι αυτές οι ωραίες εικόνες που συμμετέχω στη σκηνή, αξίζει να τις πληρώσεις για να τις δεις.
-Στο «Λαβ Σόρρυ» ως τι πληρωνόσουνα;
Κ.Μ.: Ως «ψάρι».
-Αυτό σημαίνει πως μετανιώνεις για το «Λαβ Σόρρυ”;
Κ.Μ.: Αυτό σημαίνει πως χρειάστηκα πολύ ψυχοθεραπεία για να το βγάλω από μέσα μου.
-Επομένως το θεωρείς εκ των υστέρων λάθος που συμμετείχες σε αυτό.
Κ.Μ.: Δεν ξέρω τι το θεωρώ, ξέρω πως εκείνη τη στιγμή δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς.
-Ναι αλλά δεν μπορείς να αγνοήσεις ότι αυτό που σε έβαλε ως αναγνωρίσιμο πρόσωπο σε αυτό που ονομάζουμε «ελληνική σόου μπίζνα» δεν ήταν ούτε τα «Κόκκινα Φανάρια» ούτε η «Σεβάς Χανούμ». Δεν ήθελες να γίνεις σταρ;
Κ.Μ.: Ήθελα πάρα πολύ κι αυτό είναι το λάθος που πλήρωσα μετά. Γιατί γλυκάθηκα από την προβολή και την αναγνωρισιμότητα και έχασα τους αρχικούς μου στόχους. Χωρίς να έχω τη δυνατότητα και τη δύναμη εκείνη την εποχή που ήμουν τόσο νέα, να αντιτάξω τη δική μου προσωπική άποψη. Στο «Λαβ Σόρρυ» έγινα πόρνη, όχι στα «Κόκκινα Φανάρια». Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι μετανιώνω πλέον. Είναι άδικο και δεν υπάρχει και λόγος. Αλλά δεν παύει να μου στοίχισε πολύ. Με έβλεπαν στο δρόμο και μου έλεγαν «Λίλη, καπνίζεις? Δεν πρέπει εσύ να καπνίζεις». Και αισθανόμουν αναγκασμένη να τους επιβεβαιώσω την εικόνα από την τηλεοπτική «Λίλη». Έκρυβα οτιδήποτε είχε να κάνει με πιο ροκ στοιχεία του χαρακτήρα μου. Πλασάραμε τη Θεολογία που είχα σπουδάσει. Πλασάραμε τον μπαμπά μου που ήταν στρατιωτικός. Μου απαγόρευαν ακόμα και στις συνεντεύξεις μου, να λέω οτιδήποτε διαφορετικό από το ότι είμαι κόρη ανατροφής. Άντε να πείσεις τον κόσμο που έχει πάθει εμμονή με μια σαπουνόπερα, ότι δεν είσαι ούτε Ο Σουλεϊμάν ο Μεγαλοπρεπής ούτε η Χιουρέμ. Κάποια στιγμή αναγκάστηκα να λέω σε συνεντεύξεις πως «ο αρραβωνιαστικός μου είναι ο γλυκός Ιησούς και στον ελεύθερο μου χρόνο μαγειρεύω υπέροχα ντολμαδάκια.» Απλά ελπίζω να μην μπερδεύτηκαν και νόμιζαν ότι μαγειρεύω τα ντολμαδάκια για τον Ιησού.
-Είσαι καλή ηθοποιός;
Κ.Μ.: Ναι είμαι.
-Πώς το ξέρεις;
Κ.Μ.: Έτσι αισθάνομαι, τι να σου πω τώρα; Είναι σαν μουσική μέσα στο μυαλό μου η υποκριτική, σαν πίνακας, που τον σχηματίζω όταν καλούμαι να παίξω έναν ρόλο και ξεχνάω ότι είμαι εγώ, πιστεύω πως είμαι ο ρόλος.
-Γιατί δεν έχεις κάνει παιδί;
Κ.Μ.: Αυτό είναι θέμα που αφορά στον ψυχίατρο μου και εμένα.
-Ο ψυχίατρος σου σε αντέχει;
Κ.Μ.: Με αγαπάει πάρα πολύ.
-Στην πορεία σου από το χαζοκόριτσο του «Λαβ Σόρρυ» στα «Κόκκινα Φανάρια», ποια ήταν τα ενδιάμεσα σου στάδια;
Κ.Μ.: Αναζήτηση, ταξίδια, γιόγκα, παθιασμένοι έρωτες, κλείσιμο θυρών, απογοήτευση, δύναμη, πεταμένα λεφτά, και εθελοντισμός σε παιδιά με αναπηρίες για να βγει το «κακό αίμα» από μέσα μου.
-Με το «κακό αίμα» μέσα σου έχεις συμφιλιωθεί;
Κ.Μ.: Έχω μια περίεργη σχέση με αυτό. Από εφτά χρονών, από τη γιαγιά μου που μου έλεγε «κλάψε κλάψε και χαρακώσου και λίγο για να βγει». Δυστυχώς μας έχουν μάθει κι από την ανατροφή μας κι από τη θρησκεία κι από την πολιτική κι από την κοινωνία ότι χωρίς πόνο δε γίνεται τίποτα.
-Και η δική σου στάση απέναντι σε αυτό ποια είναι;
Κ.Μ.: Χαρακώθηκα αρκετά στη ζωή μου για να βγει το «κακό αίμα» αλλά τώρα πλέον νομίζω πως έχω μάθει να το διαχειρίζομαι διαφορετικά.
-Όλα αυτά που μου περιγράφεις, πως υποθέτεις πως θα τα βιώσει ένας άντρας που θα επιθυμήσει να βρεθεί δίπλα σου;
Κ.Μ.: Με δυσκολία ίσως;
-Και γιατί να σε αντέξει;
Κ.Μ.: Αν είναι γενναίος και πολεμιστής και αντέχει και με θέλει πρέπει να τα αντέξει. Αλλιώς ας λακίσει.
TA KOKKINA ΦΑΝΑΡΙΑ: Εθνικό Θέατρο REX – Σκηνή Κοτοπούλη (Πανεπιστημίου 48, 2103305074, 2103301881) Παραστάσεις: Απογευματινές: Σάββατο 17.00, Κυριακή 19.00. Βραδινές: Τετάρτη ως Σάββατο: 20.30. Εισιτήρια: 15 – 21 ευρώ. Κάθε Πέμπτη 13 ευρώ. Φοιτητικό: 12 ευρώ.