H αντιπρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, Ιωάννα Καλαντζάκου-Τσατσαρώνη μιλά για την απόφασή της αυτή αλλά και για το κίνητρο που την οδήγησε στο να θέσει υποψηφιότητα στις Ευρωεκλογές.
Η Ιωάννα Καλατζάκου- Τσατσαρώνη γεννήθηκε στην Αθήνα και έχει καταγωγή από την Μεσσηνία. Είναι μητέρα δύο παιδιών της Ελισάβετ και του Μιχάλη και σύζυγος του Αλέξανδρου Τσατσαρώνη. Αποφοίτησε από το Αρσάκειο Ψυχικού και σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Στη συνέχεια ειδικεύτηκε στο Εμπορικό Δίκαιο στο Παρίσι. Μιλά Αγγλικά, Γαλλικά, Ιταλικά. Σήμερα είναι επικεφαλής της Ελληνικής αντιπροσωπείας στο συμβούλιο των Δικηγορικών συλλόγων της Ευρώπης.
-Πώς αποφασίσατε να είστε υποψήφια Ευρωβουλευτής;
Αποδέχθηκα πράγματι την τιμητική πρόσκληση να μετάσχω στο ευρωψηφοδέλτιό της ΝΔ, της παράταξης που υλοποίησε και υπηρέτησε έμπρακτα στην Ελλάδα τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό. Είναι μια συνειδητή πολιτική επιλογή που εναρμονίζεται με την κρισιμότητα της συγκυρίας. Ένιωσα ότι όφειλα να συστρατευθώ στη μεγάλη προσπάθεια για την αποκατάσταση της διεθνούς εμπιστοσύνης στην αξιοπιστία της χώρας μας και να θέσω όλες μου τις δυνάμεις στην υπηρεσία αυτού του σκοπού.
-Ποιο είναι το όραμά σας για την Ευρώπη;
Το ιστορικά πρωτόγνωρο εγχείρημα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης είναι μια σύνθετη και μακρά διεργασία που δεν μπορεί να κρίνεται με όρους τρέχουσας πολιτικής επικαιρότητας. Έχει θεσμικές εντάσεις, παλινδρομήσεις και πιθανώς αστοχίες, αλλά αποτελεί αναγκαιότητα που υπερβαίνει το στενό χρονικό πλαίσιο μιας γενιάς.
Πρώτιστο μέλημα οφείλει να είναι η θεσμική εμβάθυνση, που εσφαλμένα υποτάχθηκε στην προτεραιότητα της γεωγραφικής διεύρυνσης. Αν έπρεπε να περιγράψω αδρομερώς την κατεύθυνση, θα μιλούσα για την ανάγκη ενίσχυσης των ομοσπονδιακών δομών, χωρίς απώλεια της εθνικής ταυτότητας, πάντοτε με κοινωνικό προσανατολισμό και έμφαση στον άνθρωπο.
-Τι πιστεύετε ότι μπορείτε να προσφέρετε στην Ευρωβουλή;
Ένας από τους ιδρυτικούς πυλώνες του ευρωπαϊκού οικοδομήματος είναι η μόνιμη συμβολή των κοινωνικών εταίρων και των παραγωγικών τάξεων. Προέρχομαι απευθείας από τον κόσμο της μάχιμης επαγγελματικής ζωής, της ενεργού δικηγορίας. Έχοντας εκπροσωπήσει επί σειρά ετών τον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών, τον μεγαλύτερο επιστημονικό και επαγγελματικό σύλλογο της χώρας, ως επικεφαλής της Ελληνικής Αντιπροσωπείας στο Συμβούλιο των Δικηγορικών Συλλόγων της Ευρώπης (CCBE) που εκπροσωπεί πάνω από 1 εκατομμύριο Ευρωπαίους Δικηγόρους και έχοντας μετάσχει στο διαρκή διάλογό της με την Κομισιόν, αισθάνομαι ότι μπορώ να κομίσω αυτήν ακριβώς την εμπειρία μου στο επίπεδο της συναπόφασης και του συγκερασμού κλαδικών συμφερόντων με διαφορετική εθνική προέλευση. Δεν είναι μόνο τεχνογνωσία, είναι μια ολόκληρη νοοτροπία που αποτελεί τη βάση του τρόπου λήψης των αποφάσεων στην Ευρώπη.
-Πού πιστεύετε ότι πρέπει να δώσει έμφαση η Ελλάδα; Ποιες θα είναι οι προτεραιότητές σας εφόσον εκλεγείτε;
Η απάντηση και στα δύο σκέλη είναι το τρίπτυχο ανάπτυξη-απασχόληση-κοινωνική συνοχή. Πιστεύω στο δόγμα «λύσεις στην Ευρώπη, αποτελέσματα στην Ελλάδα». Η προσεχής θητεία του Ευρωκοινοβουλίου θα συμπέσει με τη σταδιακή αποκατάσταση του διεθνούς κύρους της χώρας. Στο πλαίσιο πάντοτε της δημοσιονομικής υγείας που επιτυγχάνεται με τις θυσίες του ελληνικού λαού, η Ευρώπη θα αποτελέσει τη δεξαμενή άντλησης λύσεων για την καταπολέμηση της ανεργίας, την περιφερειακή σύγκλιση και την άρση των κοινωνικών ανισοτήτων. Προτίθεμαι να εργαστώ σκληρά με αυτές τις προτεραιότητες. Οφείλουμε όμως να αποφύγουμε συλλογικά και ατομικά τα λάθη του παρελθόντος. Δεν πρέπει τα ενωσιακά κονδύλια να γίνουν εργαλείο βραχυπρόθεσμης εκλογικής σκοπιμότητας, αλλά να τροφοδοτήσουν μακρόπνοη ανάπτυξη σε στέρεες υποδομές.
-Στις Ευρωεκλογές παρατηρείται μεγάλο ποσοστό αποχής. Ποιο επιχείρημα θα χρησιμοποιούσατε για να πείσετε έναν πολίτη να ασκήσει το εκλογικό του δικαίωμα;
Μία από τις αιτίες της κρίσης είναι ότι προσεγγίσαμε διαχρονικά τη σχέση μας με την Ευρώπη ως πολυτελές πάρεργο, με όρους εξωπολιτικούς. Καθιερώσαμε στις Ευρωεκλογές τη «χαλαρή» ψήφο, με την ψευδαίσθηση ότι δεν υπάρχει πολιτικό διακύβευμα. Η επίδραση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην καθημερινότητά μας είναι όμως καθοριστική: από την κατεύθυνση του ΕΣΠΑ μέχρι την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η Ένωση αποτελεί πηγή ρυθμίσεων και αναπτυξιακών εργαλείων.
Ειδικά λοιπόν στις εποχές που διανύουμε δεν νοείται μη πολιτική ψήφος. Καλούμαστε δηλαδή να συμμετάσχουμε όχι μόνο για να διαμορφώσουμε την πορεία της Ευρώπης, αλλά και για να αποφασίσουμε ποιος μπορεί να διαπραγματευτεί καλύτερα για τα συμφέροντα της Ελλάδας σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
-Πολλοί είναι αυτοί που υποστηρίζουν ότι οι αποφάσεις λαμβάνονται από τις ισχυρές χώρες και ότι οι μικρές χώρες ουσιαστικά δεν έχουν λόγο στα τεκταινόμενα. Κατά πόσο πιστεύετε ότι ισχύει αυτό; Κατά πόσον δηλαδή το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει λόγο και ρόλο; Θεωρείτε ότι ο Ευρωβουλευτής, ειδικά μιας χώρας μικρής και αδύναμης, όπως είναι εν προκειμένω η Ελλάδα, έχει τη δύναμη να παρέμβει ουσιαστικά σε κρίσιμα ζητήματα;
Η αναγωγή στο μέγεθος των χωρών, χωρίς να στερείται πολιτικής σημασίας, παραμένει ανεπαρκής και απλοϊκή μέθοδος για να αποτυπώσει τη σύνθετη θεσμική αρχιτεκτονική της Ένωσης, όπου η διαδικασία της απόφασης εδράζεται σε θεσμική διαπλοκή οργάνων, πλειοψηφιών και νομικών βάσεων, δηλαδή στη διαρκή ένταση ανάμεσα στο διακυβερνητικό και το υπερεθνικό.
Βρισκόμαστε στη φάση εκείνη όπου η πρόκληση είναι να πληρωθεί το δημοκρατικό έλλειμμα της Ένωσης, να στοιχειοθετηθεί δηλαδή η αίσθηση της απευθείας συμμετοχής σε μια ευρωπαϊκή πολιτική κοινωνία.
Ο ρόλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ενισχυμένος ήδη από τη Συνθήκη της Λισσαβώνας, είναι κομβικός προς αυτήν την κατεύθυνση. Οφείλουμε να τον κατανοήσουμε και να αξιοποιήσουμε. Ασφαλώς λοιπόν και δεν συμμερίζομαι τη μοιραλατρία ως προς τη θέση του Έλληνα Ευρωβουλευτή. Υπάρχουν εξάλλου λαμπρά παραδείγματα και από την απερχόμενη Ευρωβουλή που αποδεικνύουν ότι η τεχνογνωσία, η προσήλωση στο στόχο και η κατανόηση των συσχετισμών καρποφορούν εντυπωσιακά. Με τις κατάλληλες συμμαχίες, εντός και εκτός της μεγάλης πλειοψηφικής πολιτικής οικογένειας του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, και με την ορθή ιεράρχηση προτεραιοτήτων, είμαστε σε θέση να προωθήσουμε αποτελεσματικά τα συμφέροντα της Ελλάδας. Τα αριθμητικά μεγέθη δεν αποτυπώνουν πολιτικά μεγέθη.
-Από την Ευρώπη των λαών πήγαμε στην Ευρώπη των τραπεζών. Πιστεύετε ότι το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι μπορεί να αλλάξει; Μπορεί η Ευρώπη να επανακτήσει τον κοινωνικό της προσανατολισμό;
Έχετε δίκιο στην παρατήρησή σας ότι η Ευρώπη μετακινήθηκε από τα ανθρωποκεντρικά της θεμέλια. Θα έλεγα όμως ότι τη μετατόπιση αυτή δεν ήταν τόσο θεσμική, όσο πραγματολογική. Την επέτρεψαν δυστυχώς και τα καταναλωτικά πρότυπα που επικράτησαν στις εθνικές κοινωνίες, προϊόν ανισοβαρούς παιδείας.
Από την άλλη πλευρά, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν όφειλε να έχει προχωρήσει η οικονομική και νομισματική ενοποίηση. Εκεί όμως έγκειται η αντίφαση: ενώ υπάρχει η αιτίαση για «Ευρώπη των τραπεζών», η συστημική κρίση ήταν ενδεχομένως αποτέλεσμα του ελλιπούς θεσμικού πλαισίου τους.
Σε κάθε περίπτωση, η Ευρώπη θα ανακτήσει τη χαμένη αίγλη της μόνο με απτά αποτελέσματα στις εθνικές κοινωνίες. Νέες θέσεις εργασίας και ανάπτυξη βασισμένη στην καινοτομία. Αυτό είναι το στοίχημα. Απαιτείται όμως και ειλικρίνεια, απαλλαγμένη από ψηφοθηρικές λογικές. Να πούμε ευθαρσώς ποιες θετικές μεταβολές στην καθημερινότητά μας, εισοδηματικές ή μη, πιστώνονται στην Ευρωπαϊκή Ένωση και όχι στο εγχώριο πολιτικό προσωπικό.
-Οι Έλληνες, στην πλειονότητά τους, δεν εμπιστεύονται πλέον τους Ευρωπαίους εταίρους, κυρίως λόγω της στάσης που τήρησαν οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες απέναντί μας, αντιμετωπίζοντας μας εν πολλοίς ως παρίες της Ευρώπης. Θεωρείτε ότι αυτό μπορεί να αλλάξει και αν ναι με ποιον τρόπο;
Ο κλονισμός της εμπιστοσύνης των Ελλήνων στο όραμα της ενωμένης Ευρώπης υπήρξε πράγματι η σημαντικότερη παράπλευρη απώλεια της κρίσης. Όπως όμως σωστά επισημαίνετε, η διάρρηξη της εμπιστοσύνης ήταν δυστυχώς αμοιβαία και, για να είμαστε δίκαιοι, οφειλόταν σε εκατέρωθεν λάθη. Ωστόσο, η ομαλοποίηση των κοινωνικών συνθηκών και η βελτίωση της οικονομίας θα επιτρέψουν να αποτιμήσουμε ψύχραιμα το ευτύχημα της αντιμετώπισης της κρίσης εντός και με τα μέσα της ευρωπαϊκής οικογένειας.
Έχουμε λοιπόν μια μεγάλη πρόκληση. Να αναβιώσουμε δημιουργικά την ευρωπαϊκή ιδέα στην Ελλάδα και να αποκαταστήσουμε αμφιμερώς τη διαρραγείσα εμπιστοσύνη.
Η επιτυχής μέχρι στιγμής ελληνική προεδρία αποτελεί βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση. Χρειάζεται ακόμη πολλή δουλειά, δημιουργική αυτοκριτική αλλά και εξωστρέφεια, με έμφαση στους προνομιακούς κλάδους της ελληνικής παραγωγής: ερευνητική καινοτομία και νεοφυείς (startups) επιχειρήσεις, εξαγωγικός πρωτογενής τομέας, τουρισμός. Έχουμε τις δυνάμεις, καιρός να αποκτήσουμε και την πραγματική πολιτική βούληση.
Κάντε like στη σελίδα μας στο facebook για να μαθαίνετε όλα τα νέα.