Ταλαντούχος, ακραίος, συναισθηματικός και πάνω από όλα μεγάλος μουσικός με ισχυρή αντίληψη και ταλέντο στην απόδοση των εκάστοτε καταστάσεων, ο Τζίμης Πανούσης γεννήθηκε στις 12 Φεβρουαρίου του 1954 από μικρασιάτες πρόσφυγες γονείς στην Αθήνα και μεγάλωσε στο Χολαργό.
Από πιτσιρικάς είχε ιδιαίτερο χιούμορ και αγάπη στη μουσική. Δεν ήταν τυχαίο άλλωστε που το πρώτο του συγκρότημα, άκουγε στον τίτλο «Χαρούμενη Κουδούνιστρα». Όπως σημειώνεται στο site του, αντί βιογραφίας στο κείμενο που υπογράφουν από κοινού ο Γιώργος Αρβανιτάκης, ο Μάριος Μαγιολαδίτης και ο περί ου ο λόγος:
«Το 1972, δύο χρόνια πριν πέσει η Χούντα, στο Χολαργό λειτουργεί ο ΠΟΜΝΕ (Πολιτιστικός Όμιλος Νέων). Ο Τζίμης Πανούσης και ομάδα καλλιτεχνών στήνουν θεατρική ομάδα και φωνάζουν τον Γιάννη Χουβαρδά να κάνει μαθήματα. Στη συνέχεια ανεβάζουν παραστάσεις με έργα του Γ. Σουρή στον κινηματογράφο "Αλόμα". Μετά το κλείσιμο του ΠΟΜΝΕ η ομάδα μετονομάζεται σε Καλλιτεχνική Εταιρεία και μεταφέρεται σε άλλη γειτονιά του Χολαργού. Εκεί ο Τζιμάκος με την "Χαρούμενη Κουδουνίστρα" παρουσιάζει την παράσταση "Κουλτούρα Ντίνερ", ένα μιούζικαλ με φασολάδα.
Το καλοκαίρι του 1973 βρίσκει δουλειά, από μικρές αγγελίες, στον περιοδεύοντα Μουσικό Θίασο Κρήτης, ένα μπουλούκι-βαριεττέ. Εκεί ο Τζιμάκος τραγουδάει με τη κιθάρα του και κάνει τον βοηθό ταχυδακτυλουργού και τον κομπέρ του Θιασάρχη Μανωλιού σε περιοδεία σχεδόν σε όλη την Ελλάδα.
Όταν δημιουργείται η Θεατρική Συντεχνία (Χουβαράς, Αρμάος, Αδαμάκη κ.α.) ο Τζίμης συμμετέχει ως ηθοποιός, μουσικός και τραγουδιστής. Ανεβάζουν τον "Αλέκο με τα κυδώνια", τον "Ερωτόκριτο" με τον Δήμο Αβδελιώδη σε Ελλάδα και Ευρώπη (Σουηδία, Νορβηγία, Αγγλία κ.λπ.). Μετά συμμετέχει για ένα καλοκαίρι στο θέατρο Καισαριανής σε σκηνοθεσία Σταύρου Ντουφεξή όπου παίζει τουμπερλέκι, αντικαθιστώντας τον γέροντα Μαθιό Μπαλαμπάνη, στην "Ιφιγένεια εν Αυλίδι" σε όλη τη διάρκεια του έργου επί σκηνής. Όταν η παράσταση πηγαίνει στην Πολωνία δεν τον παίρνουν επειδή "δεν ήτανε κνίτης". Στη συνέχεια εγκαταλείπει τον θίασο για να δουλέψει ως υπάλληλος στην Εθνική Τράπεζα από την οποία θα παραιτηθεί σε σύντομο χρονικό διάστημα».
Πώς θα μπορούσε άλλωστε ένας τύπος σαν τον Πανούση να ανεχτεί και να τον ανεχτούν σε μια κλασική δουλειά.
Και παρόλο που μουσικά δηλώνει αυτοδίδακτος και παίζει λίγο απ' όλα, στα έργα του, αν κάποιος τα δει εις βαθος θα διαπιστώσει πως ήταν «μουσικάρα».
Στα τέλη της δεκαετίας του '70 σχηματίστηκαν οι Μουσικές Ταξιαρχίες και η πρώτη επίσημη εμφάνιση τους είναι το 1977 στο κλαμπ "Αρχιτεκτονική" επί της Πανεπιστημίου στη "Στοά του Απότσου" με τον «Άντριου (τύμπανα), τον Παντελή Φουρνιάδη (μπάσο), τον Τζιμάκο (ακουστική κιθάρα) και τον Δημητρη Μπάθρα (ηλεκτρική κιθάρα), ενώ η μικρή Μάρθα από την τράπεζα έπαιζε σαιξπηρικούς μονολόγους πάνω σ’ ένα τραπέζι. Μετά στο μπάσο έρχεται ο Κώστας Πολιτής, ένας μεγάλος μουσικός, που δυστυχώς "έφυγε" για πάντα, όπως και ο Μπάθρας. Το 1978-79 στη παράνομη κασέτα Disco Tsoutsouni παίζουν Βαγγέλης Βέκιος (τύμπανα), Άκης Δαούτης (μπάσο), Σπύρος Πάζιος (κιθάρα), Βαγγέλης (Van) Σβάρνας (σαξόφωνο), Δημήτρης Παπανικολάου (πιάνο). Μετά έρχεται ο Γιάννης Δρόλαπας (κιθάρα) και στη θέση του Δαούτη στο μπάσο ο Δημήτρης Δασκαλοθανάσης.Τους καλούν στο "Skylamb", στην Πλάκα για μια παράσταση το καλοκαίρι το 1979 και καταλήγουν να παίζουν επί ένα χρόνο κάθε μέρα χωρίς ρεπό. Κατά καιρούς από τις ΜΤ περνάνε αρκετοί μουσικοί όπως ο Γιάννης Γιοκαρίνης (πλήκτρα), ο Άκης Περδίκης (τύμπανα), ο Βασίλης Γκίνος (πλήκτρα), ο Πιέρ Χωρέμης (κιθάρα), ο Γιώργος Καραγιαννίδης (μπάσο) και αργότερα ο Ηλίας Αχλαδιώτης (τύμπανα), ο Τάσσος Καλλινιώτης (κιθάρα), ο Αλέκος Αράπης (μπάσο) κ.α».
Η πρώτη τους δισκογραφική δουλειά έχει τίτλο Μουσικές Ταξιαρχίες και κυκλοφορεί το ’82 από την MINOS-EMI. Ακολουθούν το Αν η Γιαγιά μου είχε Ρουλεμάν (1984) και Hard Core (ζωντανή ηχογράφηση, 1985). «Το ‘83 οι Μουσικές Ταξιαρχίες καμουφλάρονται κάτω από το όνομα Alamana's Bridge και συμμετέχουν στον δίσκο-συλλογή ελληνικού ροκ Made in Greece Vol.1, παρά τις αντιρρήσεις της τότε δισκογραφικής τους εταιρείας. Από τον επόμενο δίσκο Κάγκελα Παντού (1986) ο Πανούσης αποφασίζει να συνεχίσει μόνος του. Το 1987 κυκλοφορεί ο τελευταίος δίσκος από την MINOS-EMI Χημεία και Τέρατα. Οι επόμενοι δύο δίσκοι Δουλειές του Κεφαλιού / The Greatest Kitch Live! (1990) και Ο Ρομπέν των Χαζών (ζωντανή ηχογράφηση, 1992) κυκλοφορούν από την Music Box International, ενώ το Vivere Pericolosamente από την Warner το 1993. Η επόμενη δισκογραφική του δουλειά κυκλοφόρησε εφτά χρόνια μετά, το 2000, με τίτλο Με Λένε Πόπη (ζωντανή ηχογράφηση) και κάτω από την αιγίδα της νεοϊδρυθείσας και ιδιόκτητης δισκογραφικής εταιρίας του Τζίμη ΑΦΙΛΟΚΕΡΔΩΣ Α.Ε. Κυκλοφόρησε επίσης μαζί με το περιοδικό Μετρό το 2002 το ολιγόλεπτο CD Δείγμα Δωρεάν με ακυκλοφόρητα τραγούδια από τις τελευταίες παραστάσεις του».
Και φυσικά ένας τύπος σαν τον Πανούση, δε μπορούσε να σταθεί μόνο στη μουσική. Και ραδιόφωνο έκανε, και τηλεόραση – αξέχαστος στους 10 Μικρούς Μήτσους- και σινεμά – πρωταγωνίστησε στον Δράκουλα των Εξαρχείων (1981) του Νίκου Ζερβού μαζί με τις υπόλοιπες Μουσικές Ταξιαρχίες και πέρασε και ως γκεστ σταρ στον Ηνίοχος (1995) του Αλέξη Δαμιανού, στο Προστάτης Οικογένειας (1997) του Νίκου Περάκη και στο Safe Sex (1999) των Μ. Ρέππα - Θ. Παπαθανασίου.
Και 6 βιβλία έγραψε. «Πρώτο ήταν το Η Ζάλη των Τάξεων (Γνώσεις, 1989) που περιέχει 40 ιστορίες ραδιοφωνικής φαντασίας που ακούστηκαν από την εκπομπή "Δούρειος Ήχος" στον Top FM την περίοδο 1988-89, ακολούθησαν τα Πικρέ, Μικρέ Μου Αράπη (Opera, 1990) που είναι μια σαπουνόπερα 22 επεισοδίων που ακούστηκε από τον "Δούρειο Ήχο" το καλοκαίρι του 1989 και Το Κυνήγι της Γκόμενας (Opera, 1992) που αποτελείται από 30 σύντομες γυναικείες βιογραφίες. Τέλος το 1996 κυκλοφορεί το Υγιεινή Διαστροφή (Opera) - για τα 20 χρόνια της παρουσίας του - που συμπεριλαμβάνει την έκδοση σε CD του Disco Tsoutsouni και περιέχει το σύνολο των στίχων των τραγουδιών του μέχρι τότε καθώς και συνεντεύξεις, γκάλοπ κ.α. Το 2005, κυκλοφόρησαν δύο ακόμα βιβλία του με τίτλους Μικροαστική Καταστροφή (το οποίο περιέχει ψηφιακές ζωγραφιές και ποιήματα) και Πούστευε και Μη Ερεύνα».
Ο Τζιμάκος, με αριστερές αντιλήψεις έβαλε στο στόχαστρο την Ελλάδα, άσκησε σφοδρή κριτική, στους πάντες και στα πάντα – από εκκλησία μέχρι κυβερνήσεις και από την ίδια την αριστερά μέχρι τον... Ακατανόμαστο αλλά και τις ιστορικές του φάρσες, ο Πανούσης, βρέθηκε ουκ ολίγες φορές αντιμέτωπος με μηνύσεις, καταγγελίες και καταδίκες.
Εκρηκτικός, φλεγματικός, κυνικός και εύστροφος ο Τζιμάκος αφήνει πίσω του, την Αθηνά του, την κόρη του Φωτεινή, τον γιο του Άρη και μαζί σε όλους εμάς, την καυστική του προσέγγιση που θα μείνει για πάντα χαραγμένη στην ελληνική νεότερη ιστορία.
«Και τα μυαλά στα κάγκελα, τ΄αόρατου εχθρού». Έχε γεια Τζιμάκο.