Μίκης Θεοδωράκης: Ο μεγάλος Έλληνας που ελευθέρωνε κάθε πολιορκημένη ψυχή
Έλενα Κρητικού
2 Σεπτεμβρίου 2021
Αποτελεί έναν από τους σπουδαιότερους συνθέτες της χώρας και μία από τις πιο σημαντικές προσωπικότητες που με την πολυετή καριέρα του άφησε ανεξίτηλο το στίγμα του στον καλλιτεχνικό χώρο. Ο Μίκης Θεοδωράκης πριν λίγο έφυγε από κοντά μας αλλά θα συνεχίζει να μας συντροφεύει μέσα από τα 1.000 τραγούδια του και όλα εκείνα τα έργα που φρόντισε να μας αφήσει ως παρακαταθήκη.
Πολλά συμφωνικά έργα, τραγούδια που περιγράφουν με λυρικότητα τα πιο δυνατά συναισθήματα των ανθρώπων, καντάτες και ορατόρια, όπερες και μουσική για τον κινηματογράφο, μουσική για δεκάδες θεατρικά έργα και τραγωδίες που καθήλωνε με τρόπο μοναδικό μέχρι και το πιο απαιτητικό κοινό.
Η είδηση του θανάτου του κορυφαίου συνθέτη, Μίκη Θεοδωράκη στα 96 του, πάγωσε τον χρόνο με την ελπίδα να επιστρέψει κοντά μας όλο εκείνο το ταλέντο που ξεχείλιζε μέσα από κάθε έργο και μας έκανε να ανατριχιάζουμε κάθε φορά που γινόμασταν ακροατές του. Κάθε του δημιουργία παρέδιδε και από ένα μάθημα ιστορίας αφού περιείχε τις πιο σημαντικές περιόδους από την Κατοχή μέχρι τη Μεταπολίτευση. Ποια ήταν όμως η αρχή της εξέλιξης του σημαντικότερου ίσως εθνικού μας συνθέτη;
Η αρχή μιας λαμπρής πορείας
Γεννημένος στις 29 Ιουλίου 1925, ο κορυφαίος Έλληνας καλλιτέχνης, πέρα από το γεγονός ότι ενσωμάτωνε σε κάθε έργο του τις πιο καθοριστικές περιόδους της Ελλάδας, βρισκόταν πάντα στην πρώτη γραμμή του αγώνα. Στην παιδική του ηλικία έζησε σε διάφορες πόλεις της ελληνικής περιφέρειας όπως στη Μυτιλήνη, Γιάννενα, Κεφαλονιά, Πύργο, Πάτρα και κυρίως στην Τρίπολη. Στην τελευταία, σε ηλικία 17 ετών, έδωσε την πρώτη του συναυλία παρουσιάζοντας το έργο του «Κασσιανή» ενώ οργανώθηκε και στον αγώνα κατά των κατακτητών όπου συνελήφθη και υπέστη βασανιστήρια.
Πριν ακόμη ξεκινήσει ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος, είχε βρει τι ήταν αυτό που έδινε πνοή στη ζωή του. Το μεγάλο του πάθος είχε ένα όνομα και λεγόταν μουσική. Τότε ήταν που πειραματίστηκε να γράψει τις πρώτες του συνθέσεις ενώ το 1942 εξέδωσε τα πρώτα του ποιήματα, με το ψευδώνυμο Ντίνος Μάης.
Το 1943 αποκτά μόνιμη κατοικία στην Αθήνα και συνεχίζει τις μουσικές του σπουδές, με δάσκαλο τον Φιλοκτήτη Οικονομίδη. Παράλληλα, αναπτύσσει αντιστασιακή δράση, μέσα από τις τάξεις της ΕΠΟΝ και του ΚΚΕ. Στη συνέχεια, θα συλληφθεί από τους Ιταλούς και στη φυλακή θα γνωρίσει το έργο του Μαρξ, έργο που επηρέασε σημαντικά τα υπόλοιπα εγχειρήματά του. Κάποιο βράδυ του 1958 κι ενώ περιμένει τη γυναίκα του στο αυτοκίνητο, θα καταφέρει να παντρέψει δύο εντελώς διαφορετικά είδη. Ενώ βυθίζεται στην ανάγνωση του έργου «Επιτάφιος» του Γιάννη Ρίτσου, σε μια στιγμή υψηλής δημιουργίας μελοποιεί τα πρώτα οκτώ ποιήματα.
Το 1960 θα ηχογραφηθούν για πρώτη φορά με τη φωνή του Γρηγόρη Μπιθικώτση. Είναι η εποχή, που ο Θεοδωράκης περνάει στο χώρο του τραγουδιού και «παντρεύει» τους λαϊκούς ρυθμούς, τα λαϊκά όργανα, τους λαϊκούς τραγουδιστές και την ποίηση των κορυφαίων εκπροσώπων της γενιάς του '30 (Σεφέρης, Ελύτης, Ρίτσος κ.ά.). Από τα έργα του εκείνης της περιόδου ξεχωρίζουν τα: «Αρχιπέλαγος», «Πολιτεία Α’ και Β’», «Επιφάνεια», «Μαουτχάουζεν», «Άξιον Εστί». Το 1964 ο Μίκης Θεοδωράκης έγραψε μουσική για την ταινία του Μιχάλη Κακογιάννη «Ζορμπάς», η οποία έγινε γνωστή ως «Συρτάκι» και από τότε ακούγεται και χορεύεται παντού σε κάθε σημείο της χώρας μας αλλά και ολόκληρου του πλανήτη.
Ο «Χορός του Ζορμπά» είναι το ορχηστρικό τραγούδι που έγραψε και το οποίο συμπεριλήφθηκε στο soundtrack της ταινίας Αλέξης Ζορμπάς (1964), το οποίο κυκλοφόρησε το 1965. To κομμάτι είχε κυκλοφορήσει και σε single, μαζί με το Στρώσε το στρώμα σου, από την RCA Victor. Είναι ένα από τα πιο επιτυχημένα κομμάτια του Έλληνα συνθέτη και έχει συμπεριληφθεί σε πολλούς δίσκους του. Μετά την κυκλοφορία της ταινίας, το κομμάτι έγινε δημοφιλές παγκοσμίως και διασκευάστηκε ή ερμηνεύτηκε από μουσικούς διαφόρων ειδών και εθνικότητας. Μερικές από αυτές τις διασκευές κατάφεραν να εισέλθουν και σε διάφορα charts. Από το συγκεκριμένο κομμάτι μάλιστα, δημιουργήθηκε ο χορός συρτάκι που λατρεύεται μέχρι σήμερα όσο κανένας άλλος.
Η διεθνής αναγνώριση και οι βραβεύσεις
Το 1954 βρέθηκε στο Παρίσι με κρατική υποτροφία και σπούδασε με τον θρυλικό Olivier Messiaen και τον Eugène Bigot. Στο Παρίσι συνθέτει με έναν αξιομνημόνευτο τρόπο καθώς έγραψε πολλά συμφωνικά έργα έργα, αλλά και έργα για το μπαλέτο της Λουντμίλα Τσέρινα, για το Covent Garden με το έργο «Αντιγόνη», για το Μπαλέτο της Στουτγάρδης και έργα του κινηματογράφου. Το 1957 ο αξεπέραστος Ντμίτρι Σοστακόβιτς του απένειμε το πρώτο βραβείο του Φεστιβάλ της Μόσχας για το έργο του Suite No 1 για πιάνο και ορχήστρα.
Επιστρέφοντας στην Ελλάδα το 1960, ασχολείται ενεργά με τη σύνθεση λαϊκότροπων έργων και τις συναυλίες, όσο και με την πολιτική του ανάδειξη σε πρόσωπο της ευρύτερης Αριστεράς. Η λαμπρή του πορεία στη σύνθεση μέχρι τη δικτατορία σηματοδοτείται από την ενασχόλησή του με φόρμες του λαϊκού τραγουδιού, με απόγειο τη μελοποίηση του Επιταφίου του Γιάννη Ρίτσου, όπως προαναφέρθηκε. Τη δεκαετία του 1980 συνέθεσε κύκλους τραγουδιών, το 1983 του απονεμήθηκε το Βραβείο Λένιν για την Ειρήνη, αλλά η περίοδος αυτή σηματοδοτείται και από την επιστροφή του στη συμφωνική μουσική με κύρια έργα την Τρίτη Συμφωνία, την Εβδόμη Συμφωνία, την πρώτη του Όπερα Κώστας Καρυωτάκης (Οι μεταμορφώσεις του Διονύσου) και το μπαλέτο Ζορμπάς.
Ο δρόμος προς την εξορία
Κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου (1946-1949), ο μεγάλος συνθέτης θα εξοριστεί πρώτα στην Ικαρία και στη συνέχεια στη Μακρόνησο. Οι πολιτικές του διώξεις δεν συγκρούονται σε καμία περίπτωση με τη δημιουργικότητά του και όλα όσα έχει βάλει στο μυαλό του να δημιουργήσει. Η επιβολή της δικτατορίας της 21ης Απριλίου 1967 είναι στην ουσία η αρχή ενός νέου κύκλου διώξεων και εξοριών για τον συνθέτη, που τελείωσε το 1970 με την αμνηστία που του χορηγήθηκε, ύστερα από διεθνή κατακραυγή και προσπάθειες προσωπικοτήτων, όπως ο Άρθουρ Μίλερ, Ντμίτρι Σοστακόβιτς, Λέοναρντ Μπερνστάιν, Χάρι Μπελαφόντε. Ο Μίκγς έφυγε στο εξωτερικό και έδωσε δεκάδες συναυλίες εναντίον των συνταγματαρχών, που τον έκαναν παντού γνωστό ως σύμβολο του αντιδικτατορικού αγώνα.
Cinque Terre στην Ιταλία
Στα χρόνια της Μεταπολίτευσης γνώρισε ευρεία αποδοχή όπως και η μουσική του, που ακούστηκε πάλι ελεύθερα. Έγινε σημείο αναφοράς μιας νέας περιόδου για την Ελλάδα και ταυτόχρονα παρέμεινε σύμβολο για τους αγωνιστές πολλών χωρών ενάντια σε ολοκληρωτικά καθεστώτα. Πολλά από τα έργα που έγραψε κατά τη διάρκεια της επταετίας, εκδόθηκαν τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης, «Λιανοτράγουδα», «Ο ήλιος και ο χρόνος», «Τα Λαϊκά», «Τα τραγούδια του Ανδρέα»,, «Κάντο Χενεράλ», «Επιφάνεια Αβέρωφ» και πολλά ακόμη.
Το σύμβολο μίας ολόκληρης εποχής και μιας νέας περιόδου
Η ζωή, η πορεία και το έργο του σημαντικού συνθέτη που με τους νεανικούς και μετέπειτα αγώνες του επηρέασε μια ολόκληρη εποχή όχι μόνο μουσικά, θα έχουν πάντοτε διεθνή αναγνώριση. Όλοι οι αγώνες του σε κάθε ηλικιακή περίοδο χαρακτηρίζονται δημοκρατικοί και οι αλλεπάλληλες συλλήψεις του στην προσπάθεια για Αντίσταση κατά της Χούντας δημιουργούν ένα διεθνές κίνημα των πιο σημαντικών καλλιτεχνικών προσωπικοτήτων της εποχής με αίτημα την απελευθέρωσή του.
Οι εξορίες και οι φυλακίσεις δεν μείωσαν ποτέ τον συνθετικό και ποιητικό του οίστρο ενώ πολλά από τα τραγούδια που συνέθετε, μεταφέρονταν παράνομα στο εξωτερικό όπου ερμηνεύονται μοναδικά από τη Μελίνα Μερκούρη και τη Μαρία Φαραντούρη. Στο εξωτερικό κατάφερε στη συνέχεια να αναδειχθεί σε σημαντική μορφή στον αγώνα για την πτώση της δικτατορίας.
Ο Μίκης Θεοδοωράκης έδωσε συναυλίες σε πολλές χώρες και συνάντησε ηγετικές προσωπικότητες που επηρέασαν τη συνολική του διαδρομή. Η φωνή του ενώθηκε πολλές φορές με προσωπικότητες υποστήριξης εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων ενώ οι συναυλίες του συγκεντρώναν πάντοτε πλήθος κόσμου, προκαλώντας μεγάλη συγκίνηση που απελευθέρωνε την ψυχή από τον στενό και σφυκτικό κλοιό της Δικτατορίας.
Ο κορυφαίος συνθέτης μπορεί να έφυγε από τη ζωή αλλά θα ζει πάντοτε ανάμεσά μας μέσα από τα τραγούδια του και όλα εκείνα τα έργα που μιλούσαν κατευθείαν στην ψυχή κάθε ανθρώπου που επιζητούσε την Ελευθερία.
Πηγή φωτογραφίας: Getty/ Ideal Images