Ουάσινγκτον: Καθολικοί επίσκοποι αρνούνται να συμμορφωθούν με νέο νόμο για την αναφορά παιδικής κακοποίησης
JTeam
10 Μαΐου 2025

Έντονη αντιπαράθεση έχει ξεσπάσει στην πολιτεία της Ουάσινγκτον, ΗΠΑ, μετά την ψήφιση νόμου που υποχρεώνει όλους τους κληρικούς, ανεξαρτήτως θρησκείας, να αναφέρουν τυχόν πληροφορίες για σεξουαλική κακοποίηση παιδιών, ακόμη και αν αυτές αποκαλύπτονται στο πλαίσιο της εξομολόγησης. Οι καθολικοί επίσκοποι της πολιτείας έχουν ήδη δηλώσει ότι δεν πρόκειται να συμμορφωθούν, θέτοντας το εκκλησιαστικό απόρρητο απέναντι στον πολιτειακό νόμο και δημιουργώντας μια δυνητικά εκρηκτική συνταγματική διαμάχη.
Ο νόμος, ο οποίος υπογράφηκε από τον Δημοκρατικό κυβερνήτη Μπομπ Φέργκιουσον και τίθεται σε ισχύ στις 27 Ιουλίου, προβλέπει ότι οι κληρικοί όλων των θρησκευτικών δογμάτων οφείλουν να αναφέρουν ύποπτα περιστατικά παιδικής κακοποίησης εντός 48 ωρών, ευθυγραμμισμένοι με τις υποχρεώσεις άλλων επαγγελμάτων, όπως δάσκαλοι, γιατροί και αστυνομικοί.
Ωστόσο, η Καθολική Εκκλησία θεωρεί την "σφραγίδα της εξομολόγησης" ιερή και απαραβίαστη. Όπως εξήγησαν οι επίσκοποι Thomas Daly και Paul Etienne, οποιαδήποτε αποκάλυψη από εξομολόγηση επιφέρει αυτόματο αφορισμό του ιερέα σύμφωνα με το Κανονικό Δίκαιο.
«Οι ποιμένες, επίσκοποι και ιερείς, δεσμεύονται να τηρούν τη σφραγίδα της εξομολόγησης, ακόμη και αν χρειαστεί να πάνε στη φυλακή»
, ανέφερε χαρακτηριστικά ο επίσκοπος Thomas Daly σε δημόσια δήλωσή του.
Ο νόμος έχει ήδη προκαλέσει αντιδράσεις σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ ανακοίνωσε τη διενέργεια έρευνας για πιθανή παραβίαση των θρησκευτικών ελευθεριών, με τον Βοηθό Γενικό Εισαγγελέα Harmeet Dhillon να δηλώνει ότι «ο νόμος απαιτεί από Καθολικούς ιερείς να παραβιάσουν βαθιά ριζωμένες θρησκευτικές πεποιθήσεις». Η έρευνα εντάσσεται στο πλαίσιο της πρόσφατης δημιουργίας ειδικής ομάδας του Υπουργείου για την «Εξάλειψη της αντιχριστιανικής προκατάληψης».
Η πολιτειακή γερουσιαστής Noel Frame, η οποία συνέταξε τον νόμο, υπεραμύνθηκε της απόφασης, λέγοντας ότι πρόκειται για ένα κρίσιμο βήμα προστασίας των παιδιών. «Πρόκειται για τη διασφάλιση ότι εμείς, η πολιτεία, έχουμε τις πληροφορίες που χρειαζόμαστε για να βεβαιωθούμε ότι το παιδί είναι καλά», ανέφερε ενώπιον της Γερουσίας.
Ο νόμος προέκυψε εν μέρει ως απάντηση σε εσωτερικές πρακτικές θρησκευτικών ομάδων όπως οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, οι οποίοι έχουν κατηγορηθεί για συγκάλυψη περιστατικών κακοποίησης μέσω μυστικών διαδικασιών εσωτερικής επανεξέτασης. Πρώην μέλη της ομάδας, όπως ο Marino Hardin, δήλωσαν στους New York Times ότι η εξαίρεση για εξομολόγηση δημιουργεί επικίνδυνο προηγούμενο: «Θα επέτρεπε σε οποιαδήποτε θρησκευτική ομάδα με δόγμα μυστικότητας να πει: "Δεν χρειάζεται να αναφέρουμε τίποτα"».
Από την πλευρά της Εκκλησίας, η εκτελεστική διευθύντρια του Washington State Catholic Conference, Jean Hill, εξήγησε ότι οι ιερείς είναι ήδη υποχρεωτικοί αναφέροντες εκτός του χρόνου της εξομολόγησης. «Η μόνη εξαίρεση που ζητήσαμε είναι η διατήρηση του θρησκευτικού απορρήτου που προστατεύεται από το Σύνταγμα και τον Κανονικό Νόμο», ανέφερε σε δήλωση στο Newsweek.
Η Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Gonzaga επίσης τοποθετήθηκε μέσω του Καθολικού καθηγητή Bryan Pham, ο οποίος δήλωσε ότι παρόλο που ο νόμος έχει «καλές προθέσεις, είναι νομικά και ηθικά λανθασμένος».
Αν ο νόμος δεν ανασταλεί δικαστικά ή τροποποιηθεί, οι καθολικοί κληρικοί στην Ουάσινγκτον θα έρθουν αντιμέτωποι με ένα σκληρό δίλημμα: είτε να παραβιάσουν τον νόμο της Πολιτείας, διακινδυνεύοντας ποινικές κυρώσεις, είτε να παραβιάσουν τους ιερούς κανόνες της πίστης τους και να αφοριστούν.
Το Βατικανό, αν και δεν έχει τοποθετηθεί επισήμως για την περίπτωση της Ουάσινγκτον, είχε ταχθεί κατά παρόμοιου νομοσχεδίου στην Καλιφόρνια το 2019, δηλώνοντας ότι το απόρρητο της εξομολόγησης αποτελεί «εγγενή απαίτηση» του μυστηρίου.
Η υπόθεση αναμένεται να οδηγηθεί στα ανώτατα δικαστήρια, ενδεχομένως φθάνοντας και στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ, με σημαντικές συνέπειες για τη μελλοντική σχέση πολιτείας και θρησκευτικής ελευθερίας στη χώρα.