Η Λόντζα της Γειτονιάς φτιάχτηκε για να ξυπνήσει τις αναμνήσεις σου από τα φαγητά (και τις ιστορίες) της γιαγιάς σου
Κλέλια Φατούρου
2 Ιανουαρίου 2023
Κάπου στα τέλη του καλοκαιριού, περνούσα σχεδόν κάθε μέρα από τη Χαριλάου Τρικούπη και έβλεπα να στήνεται σιγά σιγά η Λόντζα. Το παραδοσιακό ταχυφαγείον των Εξαρχείων δεν θα γινόταν ένα κλασικό μαγειρείο, αλλά πολύ περισσότερα.
Αν και γράφτηκαν πολλά και πολύ γρήγορα για τη Λόντζα, ο λόγος που αποφάσισα να το επισκεφτώ ήταν οι από στόμα σε στόμα απόψεις για το πόσο καλή είναι η κακαβιά ή η γίδα του. Και το balik ekmek του φυσικά, που δεν ξέρω κατά πόσο μπορείς να βρεις στην Αθήνα. Όλα αυτά δημιούργησαν τη Λόντζα του Σπύρου Χατζηαγγελάκη, που ουσιαστικά ήθελε να ξαναζωντανέψει τις δικές του μνήμες, μέσα από τις μυρωδιές και τις γεύσεις. Και τα κατάφερε περίφημα, με σεφ την Αγάπη Μιχελή.
«Η μνήμη της γεύσης που γίνεται συναίσθημα. Αυτή είναι η λογική του μαγαζιού. Παίρνουμε τις θύμησες που πηγάζουν από κάπου. Εδώ έρχονται από το φαγητό, αλλά όχι μόνο. Υπάρχει και η αισθητική. Είναι μία παρένθεση στην καθημερινότητα», μου εξηγεί ο ίδιος, που ήθελε να κάνει κάτι στη γειτονιά του, που θεωρεί τόσο αυθεντική.
«Η ιδέα ήρθε ένα βράδυ, γιατί είμαι τέτοιος άνθρωπος. Αν κάτσω και το υπεραναλύσω, θα βρω 15 εμπόδια και δεν θα το κάνω ποτέ. Ήταν λοιπόν η ανάγκη του να φάω κάτι εκείνη τη στιγμή, χωρίς να είναι απαραίτητα σουβλάκι ή burger. Αναζητούσα όμως παράλληλα αυτή την ηρεμία και τη θαλπωρή που μπορεί να μου προσφέρει το φαγητό της γιαγιάς. Που πάντα κάτι θα σε φιλέψει, και με έναν μαγικό τρόπο ξέρει τι χρειάζεσαι εκείνη τη στιγμή».
Οι γεύσεις εξάλλου συνδέονται με τις αναμνήσεις μας και μία κουταλιά γλυκό ή ένας κεφτές είναι ικανοί να σε μεταφέρουν σε μία άλλη στιγμή της ζωής σου. Ο σκοπός της Λόντζας λοιπόν είναι ακριβώς αυτός. Να μην φας κάτι στα γρήγορα, αλλά να μπεις σε ένα χροντούλαπο, να χαθείς για 15-20 λεπτά και να ξεχαστείς από το τρέξιμο της πόλης. Να μείνεις για λίγο με τις σκέψεις σου, όπως μου λέει ο Σπύρος και ίσως έτσι θα έπρεπε να αντιμετωπίζουμε τα γεύματά μας κάθε μέρα.
Μετρά ήδη 3 μήνες λειτουργίας, αλλά κάπως κατάφερε να κερδίσει τους ανθρώπους πολύ γρήγορα. Πού το αποδίδει αυτό; «Καταρχάς, το concept από μόνο του. Το ότι είναι πολύ απλά φαγητά, πολύ σωστή πρώτη ύλη, σωστά μαγειρεμένη. Υπάρχει μία πραγματική ανάγκη και καθόλου ψευτιά. Το αγάπησε αμέσως η γειτονιά, οπότε δεν ξέρω αν είναι τυχαίο. Θα το δείξει η ιστορία».
Ο Χατζηαγγελάκης δεν είναι σίγουρα άνθρωπος της εστίασης, αλλά είναι άνθρωπος του καλού φαγητού. Του αρέσει να μαγειρεύει τον εαυτό του και τους αγαπημένους του, οπότε ξέρει την αξία της καλής πρώτης ύλης. «Είμαι καλός μάγειρας γιατί μου αρέσει να πειραματίζομαι».
Είναι ταχυφαγείο με μενού 5 πιάτων που φτιάχνονται τη στιγμή που τα παραγγέλνεις συν μερικά που είναι πιο πολύ στη λογική των μαγειρευτών. Και της πίτας φυσικά. Θα βρεις τη σούπα γίδα βραστή, τις φανταστικές χυλοπίτες με φέτα, τα κεφτεδάκια με τις πατάτες και τη φέτα, που μάλλον είναι το αγαπημένο του κόσμου, αλλά θα αφήσεις σίγουρα λίγο χώρο για το ρυζόγαλο σε βαζάκι, με πορτοκάλι, κανέλα και βανίλια.
Η πραγματική έμπνευση είναι οι δύο γιαγιάδες του και το έφτιαξε προς τιμήν τους. Θα τις δεις ζωγραφισμένες στον τοίχο έξω από το μαγαζί και σε αντικείμενα που βρίσκονται στο εσωτερικό, αλλά ξέρει μόνο ο ίδιος ποια είναι. «Είναι μία τεράστια ευθύνη απέναντι στον ίδιο μου τον εαυτό». Η Λόντζα της γειτονιάς είναι πράγματι βγαλμένη από το παρελθόν, με μία χαρακτηριστική σόμπα, παλιούς διακόπτες και ένα τρανζίστορ που παίζει Τρίτο Πρόγραμμα. Κολόνιες Nivea και Μυρτώ. Εικόνες συλλογικές που όλοι λίγο πολύ έχουμε.
Θα ήθελε να το δει μεγαλύτερο ή με περισσότερα πιάτα; «Πιο μεγάλο; Όχι, μου αρέσουν τα ανθρώπινα. Είμαστε ούτως ή άλλως στην αρχή, αλλά προσπαθείς να μείνεις πιστός σε αυτό που ξεκίνησες».
Κάπου εκεί τον ρωτώ τι σημαίνει Λόντζα και μου εξηγεί ότι είναι η μάζωξη των γιαγιάδων στα πεζούλια και λένε τα νέα της ημέρας. «"Αν με ψάχνετε, είμαι στη Λόντζα", έλεγε το σημείωμα που άφηνε η γιαγιά μου όταν πήγαινε. Και αυτό κάνουμε κι εμείς οι δύο αυτή τη στιγμή», με ενημερώνει, ενώ τα λέμε σε έναν πάγκο έξω.
Με αφήνει ενώ εγώ δοκιμάζω το συγκλονιστικό balik ekmek (σάντουιτς με ψάρι, μαρούλι και μαγιονέζα με μυρωδικά), μία έξυπνη παραλλαγή του πώς θα το βρεις στην Τουρκία. Παίρνω πακέτο αυτό που έμεινε και ξέρω ήδη πώς θα επιστρέψω για τα ξακουστά κεφτεδάκια.
Χαριλάου Τρικούπη 76, Αθήνα