Κρίνοντας από τις πιο συζητημένες ταινίες του, τον “Κυνόδοντα” και τον “Αστακό”, ο Γιώργος Λάνθιμος ως δημιουργός ταινιών, δεν ανταποκρίνεται στα τυπικά πρότυπα των κινηματογραφιστών που κατακτούν την έγκριση και τη εύνοια του Χόλιγουντ. Κι όμως, δεν χρειάστηκε να αλλάξει ή να περάσει σε πιο maintsream μονοπάτια για να κάνει τη λαμπερή αμερικανική Ακαδημία κινηματογράφου, που αγαπά τον ρεαλισμό και τις αληθινές ιστορίες με ευτυχισμένο τέλος, όχι μόνο να τον προσέξει, αλλά και να τον σταθεροποιήσει στις προτιμήσεις της, αποδίδοντάς του δύο υποψηφιότητες στα 'Οσκαρ μέσα σε μια πενταετία!
Αν αναζητήσουμε δύο ταινίες, που πραγματεύονται το ίδιο θέμα (την αγάπη), αλλά είναι εκ διαμέτρου αντίθετες, μπορούμε κάλλιστα να αντιπαραθέσουμε το “La la Land” και τον “Αστακό”. Το “La la Land” είναι η αναμενόμενη επιτυχία της χρονιάς, η ταινία που όπως όλοι περίμεναν έχει τις περισσότερες και σημαντικότερες υποηφιότητες στα φετινά Oscar. Κι όμως, στον κόσμο της κυριαρχίας του “La la Land”, ο δυστοπικός και παράξενος “Αστακός” έχει τη δική του, αξιοσημείωτη και κατά μία έννοια εξισορροπιστική θέση.
Αν διαβάσουμε τον ξένο Τύπο και τους χαρακτηρισμούς, που καταξιωμένα διεθνή μέσα του αποδίδουν, διαπιστώνουμε πως ο 42χρονος δημιουργός του, που ξεκίνησε ως βοηθός σκηνοθέτη στους “10 μικρούς Μήτσους” και συνέχισε σκηνοθετώντας διαφημιστικά και βίντεοκλιπ, θεωρείται σήμερα μέρος της ελίτ των δημιουργών -και- του Holywood.
Μετά την υποψηφιότητα για Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας με τον “Κυνόδοντα”, επανήλθε στα Όσκαρ με την υποψηφιότητα καλύτερου σεναρίου -το οποίο συνυπογράφει με τον Ευθύμη Φιλίππου.
Σύμφωνα με το Vanity Fair είναι μια υποψηφιότητα αναμενόμενη και απολύτως δίκαιη, κατά το bustle η υποψηφιότητα του “Αστακού” είναι μία από τις εκπλήξεις "που υπόσχονται μια λαμπρή βραδιά απονομής”. Σύμφωνα με την ίδια ιστοσελίδα, η ταινία δικαιούται το βραβείο για το “απόλυτα καινούριο, μοναδικό σενάριό της”.
Παλιότερα, η Liberation τον είχε χαρακτηρίσει “κινηματογραφιστή που καταφέρνει και σε καθηλώνει” ενώ ο Economist εξαιτίας του -με αφορμή την ενδιάμεση ταινία του, “Άλπεις”- είχε προσδώσει στο ελληνικό σινεμά τον ιδιαίτερα κολακευτικό χαρακτηρισμό: “Σκοτεινό, ικανό να σε στοιχειώσει και υπέροχα παράξενο...”. Τόσο, που ούτε το mainstream δεν μπορεί να το αγνοήσει.
Πριν από περίπου μια δεκαετία, ο γιος του πρώην διεθνή μπασκετμπολίστα της ομάδας του Παγκρατίου, Αντώνη Λάνθιμου, ζούσε στην Ελλάδα, σκηνοθετούσε βιντεοκλίπ και διαφημίσεις, είχε λάβει μέρος στον σχεδιασμό των τελετών έναρξης και λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας και είχε μόλις ολοκληρώσει την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του, “Κινέττα” (είχε προηγηθεί και “Ο καλύτερος μου φίλος” που συνυπέγραφε με τον Λάκη Λαζόπουλο).
Σήμερα ζει στο Λονδίνο, όπου μετακόμισε από το 2011, έχει ήδη δει δύο ταινίες του να φτάνουν στις υποψηφιότητες στα 'Οσκαρ (και να βραβεύονται σε σημαντικά φεστιβάλ), βρίσκεται στο post production της επόμενης αγγλόφωνης ταινίας του με τίτλο, The Killing of a Sacred Deer, και με χολιγουντιανό καστ (Colin Farrell, Nicole Kidman, Alicia Silverstone), ενώ ετοιμάζει -κατά τα δημοσιεύματα- και την πρώτη του σειρά για την αμερικανική τηλεόραση (AMC) με τίτλο “On Becoming a God in Central Florida”, πρωταγωνίστρια την Kirsten Dunst και παραγωγό τον George Clooney.
Καθόλου άσχημος απολογισμός για έναν άνθρωπο κλειστό και χαμηλών τόνων, που αποφεύγει τις συνεντεύξεις και τις δημόσιες σχέσεις και δείχνει ότι θα απολάμβανε πολύ περισσότερο έναν καφέ με στενούς φίλους, παρά ένα λαμπερό δείπνο με τον Brad Pitt και την καινούρια του αγαπημένη.
“Είμαι πολύ κλειστός άνθρωπος” έχει παραδεχτεί. “Νομίζω ότι η μοναδική μου, ελάχιστη, ικανότητα είναι να κάνω αυτά που κάνω. Η διαδικασία τού να τα εξηγώ ή να τα αναλύω με φέρνει σε τρομερή αμηχανία”.
Στο Λονδίνο ζει μαζί με τη σύζυγο και πρωταγωνίστρια του, Ariane Labed, με την οποία παντρεύτηκε το 2013 στο Λονδίνο σε έναν κλειστό γάμο, μακριά από τα media. Δεν κάνει κοσμική ζωή, είναι αφιερωμένος εξ ολοκλήρου σε κάθε του δουλειά και δεν σκέφτεται ακόμα την επιστροφή στην Ελλάδα. “Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι εγκαταλείπω το πλοίο” είχε δηλώσει στον Guardian. “Μια μέρα θα επιστρέψω”.
Μέχρι τότε έχει πολλά να κάνει ως μέρος μιας ελίτ που ελάχιστοι 'Ελληνες κατάφεραν να αγγίξουν.
Πριν από τρία χρόνια, η ιστοσελίδα The Quietus είχε τιτλοφορήσει συνέντευξή του ως εξής: “Γιώργος Λάνθιμος, η σκοτεινή πλευρά του νορμάλ”. Στις ταινίες του, συχνά ισχύει κι αντίστροφα: η νορμάλ πλευρά του σκοτεινού. Όχι ο ίδιος δεν κατευθύνει. Είναι στο χέρι του κάθε θεατή να επιλέξει κι ίσως αυτή η ευκαιρία ελεύθερης επιλογής κι αντίδρασης είναι που κάνει ακόμα και την καρδιά του Χόλιγουντ, να παραδέχεται τον σκοτεινά κι υπέροχα παράξενο κόσμο του...