Την τελευταία της πνοή άφησε σήμερα η σπουδαία Ελληνίδα ηθοποιός, Μαίρη Χρονοπούλου, σε ηλικία 90 ετών. Η που σφράγισε τη χρυσή εποχή του ελληνικού κινηματογράφου, είχε εισαχθεί εσπευσμένα στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός» μετά από ατύχημα που είχε στο σπίτι της. Την είδηση του θανάτου επιβεβαίωσε πριν από λίγο και η ΕΡΤ.
Την προηγούμενη Κυριακή, η γνωστή ηθοποιός έπεσε στο σπίτι της και έμεινε αναίσθητη για αρκετή ώρα μέχρι να τη βρει η γυναίκα που την προσέχει. Μεταφέρθηκε στην εντατική του Ευαγγελισμού με σοβαρό αιμάτωμα στο κεφάλι, ώσπου κατέληξε.
Η υγεία της είχε δοκιμαστεί άλλες δυο φορές στο παρελθόν, το 1999 όταν ένα σοβαρό τροχαίο ατύχημα την καθήλωσε σε αναπηρικό αμαξίδιο, αλλά και το 2009, όταν από ένα κερί έπιασε φωτιά το φόρεμά της, προκαλώντας σοβαρά εγκαύματα.
Περισσότερα για την Μαίρη Χρονοπούλου
Η Μαίρη Χρονοπούλου γεννήθηκε στις 16 Ιουλίου 1933 στην Αθήνα. Αποφοίτησε από τη σχολή του Εθνικού Θεάτρου, στο οποίο εμφανίστηκε στις ομάδες του χορού, σε αρχαία δράματα. Το 1957 άρχισε να συνεργάζεται με το ελεύθερο θέατρο, κάνοντας εμφανίσεις στο Ακροπόλ στα έργα των Αλέκου Σακελλάριου-Χρήστου Γιαννακόπουλου «Η Κυρία» και «Ρομάντζο μιας Καμαριέρας».
Στον κινηματογράφο πρωτοεμφανίστηκε σαν κομπάρσος στο «Χαρούμενο ξεκίνημα» του Ντίνου Δημόπουλου, παραγωγής Φίνος Φιλμ το 1954, όταν ήταν ακόμη φοιτήτρια. Το 1958 πήρε ένα μικρό ρόλο στο Τελευταίο ψέμα του Μιχάλη Κακογιάννη, πάλι στη Φίνος Φιλμ. Από το 1963 και μετά πρωταγωνιστεί σε πλειάδα δραματικών ταινιών της Φίνος Φιλμ, και όχι μόνο, σε ρόλους ντάμας και μοιραίας γυναίκας, δίπλα σε όλους τους άντρες πρωταγωνιστές της εποχής, όπως οι Νίκος Κούρκουλος, Φαίδων Γεωργίτσης, Δημήτρης Παπαμιχαήλ, Γιώργος Φούντας και Αλέκος Αλεξανδράκης.
Ξεχωρίζουν οι ερμηνείες της στην ταινία «Τα κόκκινα φανάρια» (1963) του Βασίλη Γεωργιάδη, υποψήφια για το Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας στην 36η απονομή των βραβείων το 1964 σε παραγωγή της Δαμασκηνός – Μιχαηλίδης, «Χωρίς ταυτότητα» (1963, Φίνος Φιλμ), «Το χώμα βάφτηκε κόκκινο», δραματική ταινία του 1966 σε σκηνοθεσία του Βασίλη Γεωργιάδη και σενάριο Νίκου Φώσκολου, υποψήφια για το Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας στην 38η απονομή των βραβείων το 1966, «Πολύ αργά για δάκρυα» του Γιάννη Δαλιανίδη (1968, Φίνος Φιλμ), «Όταν η πόλις πεθαίνει» σε σενάριο Νίκου Φώσκολου και σκηνοθεσία Γιάννη Δαλιανίδη (1969, Φίνος Φιλμ), «Οι αδίστακτοι» του Ντίνου Κατσουρίδη (1965, Σάβας Φιλμ), «Κοινωνία ώρα μηδέν» του Ντίνου Δημόπουλου (1966, Φίνος Φιλμ), «Η λεωφόρος του μίσους» (1968, Φίνος Φιλμ) και «Ορατότης μηδέν» του Νίκου Φώσκολου (1970, Φίνος Φιλμ).
Ανάμεσα σε αυτές τις κοινωνικές και δραματικές ταινίες εμφανίστηκε σε τρία μιούζικαλ του Γιάννη Δαλιανίδη, παραγωγής Φίνος Φιλμ, στα οποία έκανε θραύση: «Οι θαλασσιές οι χάντρες», «Μια κυρία στα μπουζούκια» και «Γοργόνες και μάγκες». Την περίοδο 1967-68 υπήρξε η καλύτερη πρωταγωνίστρια του κινηματογράφου και κέρδισε το βραβείο της ενώσεως κριτικών.