UPDATE #NOW

Ηλιούπολη: Διώκεται η 19χρονη που έπεσε θύμα trafficking, έπειτα από μήνυση του αστυνομικού


JTeam

20 Φεβρουαρίου 2024

Ηλιούπολη: Διώκεται η 19χρονη που έπεσε θύμα trafficking, έπειτα από μήνυση του αστυνομικού
«Μνημείο ντροπής για την Εισαγγελική Αρχή και την Ελληνική Δικαιοσύνη»

Το 2021, 19χρονη έπεσε θύμα trafficking στην Ηλιούπολη. Γνωρίζουμε την ιστορία, τη θυμόμαστε –πώς να την ξεχάσουμε, άλλωστε; Η νεαρή γυναίκα είχε περιγράψει με λεπτομέρειες πώς την εξέδιδαν αστυνομικός και ένας ακόμη μαστροπός μέσω ιστοσελίδας στην οποία κλείνονται ερωτικά ραντεβού, εξήγησε πώς ο πρώτος τη χτυπούσε και πώς την απειλούσε ότι θα τη σκότωνε, αν δεν έκανε ό,τι της ζητούσε. Κατήγγειλε, επίσης, τον πατέρα της, ισχυριζόμενη ότι τη βίαζε από τα 11 της χρόνια. Σήμερα, παραπέμπεται σε δίκη. Όχι ο αστυνομικός–αυτός κυκλοφορεί ελεύθερος– αλλά η ίδια, καθώς ο πρωτόδικα καταδικασμένος μαστροπός της, της έκανε μήνυση.

Οι συνήγοροί της, Δήμητρα Κεραμίδα και Αντωνία Λεγάκη, ανέφεραν σε ανακοίνωσή τους:

«Τη Δευτέρα 26 Φεβρουαρίου 2024, το κορίτσι που έγινε γνωστό στο πανελλήνιο ως η 19χρονη κοπέλα που αιχμαλώτισε και εξέδιδε ο αστυνομικός στην Ηλιούπολη το 2021, καλείται να δικαστεί ως κατηγορούμενη διότι, "διαπιστώθηκε να εκδίδεται με αμοιβή (τότε που ήταν αιχμάλωτη) χωρίς το απαιτούμενο πιστοποιητικό άσκησης επαγγέλματος" και "κατελήφθη να κατέχει ναρκωτικά για δική της αποκλειστικά χρήση"!».

Τόνισαν ότι «η ποινική δίωξη ασκήθηκε κατόπιν μήνυσης του αστυνομικού, ο οποίος έχει ήδη καταδικαστεί για εμπορία ανθρώπων κατ’ επάγγελμα. Αυτός δηλαδή που είχε αιχμαλωτίσει το κορίτσι και το εξέδιδε, την μήνυσε ότι εκδιδόταν χωρίς πιστοποιητικό. Κι ο εισαγγελέας, άσκησε ποινική δίωξη στο κορίτσι! Ότι δηλαδή όταν ήταν αιχμάλωτη και την εξέδιδαν με τη βία (αυτό έχει αποδειχθεί με δικαστική απόφαση) δεν είχε εκδώσει πιστοποιητικό ιερόδουλης!».

«Ο ίδιος αστυνομικός που καταδικάστηκε για εμπορία ανθρώπων κατ’ επάγγελμα (το επαναλαμβάνουμε για να μην ξεχνιόμαστε) μήνυσε το κορίτσι που είχε αιχμαλωτίσει, για κατοχή μικροποσότητας χασίς, παρ’ ότι δεν επιβεβαιώθηκε αυτό από κανένα στοιχείο! Παρά ταύτα ο εισαγγελέας της άσκησε δίωξη και για κατοχή ναρκωτικών!», προσθέτουν.

«Τι να σχολιάσουμε; Μνημείο ντροπής για την Εισαγγελική Αρχή και την Ελληνική Δικαιοσύνη! Το θύμα trafficking όχι μόνο παραμένει απροστάτευτο, αλλά σύρεται κατηγορούμενη με εισαγγελική σφραγίδα! Η Δικαιοσύνη τιμωρεί το θύμα ακόμη και μετά την πρωτόδικη δικαίωση του!» κατέληξαν οι Δήμητρα Κεραμίδα και Αντωνία Λεγάκη.

Στα θετικά νέα, η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Γεωργία Αδειλίνη, ζητά να εξεταστεί η βασιμότητα δημοσιευμάτων, σύμφωνα με τα οποία διώκεται και πρόκειται να δικαστεί στις 26 Φεβρουαρίου η 19χρονη. Ρωτά το αυτονόητο: Πώς είναι δυνατόν;

Το θύμα πρόκειται να βρεθεί στο εδώλιο κατηγορούμενη ως υπαίτια του ότι «διαπιστώθηκε να εκδίδεται με αμοιβή, χωρίς να κατέχει το απαιτούμενο πιστοποιητικό άσκησης επαγγέλματος και χωρίς να υποβάλλεται στους σχετικούς ιατρικούς ελέγχους».

Όπως αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση, «λόγω του ευαίσθητου χαρακτήρα της πιο πάνω περίπτωσης, παρακαλούμε, αφενός μεν να ερευνήσετε τη βασιμότητα της καταγγελίας και να μας ενημερώσετε άμεσα, ήτοι εντός της σήμερον, αφετέρου δε, σε καταφατική περίπτωση, να προβείτε στις αναγκαίες ενέργειες προκειμένου να ενημερωθεί σχετικά το αρμόδιο Δικαστήριο της 26/2/2024».

Το χρονικό της υπόθεσης

Ο αστυνομικός καταδικάστηκε πρωτόδικα σε ποινή κάθειρξης 5,5 ετών κατά συγχώνευση για τα αδικήματα της εμπορίας ανθρώπων, της ενδοοικογενειακής σωματικής βλάβης και της οπλοκατοχής. Του αναγνωρίστηκε το ελαφρυντικό του πρότερου εντόμου βίου και συγχρόνως αποφασίστηκε η χορήγηση ανασταλτικού αποτελέσματος έως την έφεση, με αποτέλεσμα να αφεθεί ελεύθερος. Τον Δεκέμβρη του 2022, κρίθηκε αθώος. Αθώος κρίθηκε και ο πατέρας της κοπέλας για την ίδια κατηγορία ενώ κρίθηκε ένοχος μόνο για παράνομη οπλοκατοχή. Ένοχος κρίθηκε ο τρίτος κατηγορούμενος.

Τι είχε καταθέσει το θύμα, πίσω στον Ιούλιο του 2021

«Πριν ενάμιση μήνα περίπου γνώρισα τον αστυνομικό Δ. μέσω ενός κοινού γνωστού μας ο οποίος δουλεύει ως ντελιβεράς σε μία καφετέρια. Με τον Δ. είχαμε ερωτική σχέση και τις πρώτες μέρες τα πηγαίναμε πολύ καλά και συγκατοικήσαμε μετά από μία βδομάδα περίπου αφού γνωριστήκαμε στο σπίτι του στην Ηλιούπολη. Εγώ ενημέρωσα τη μητέρα μου ότι θα πάω να μείνω μαζί του. Μετά από περίπου δύο εβδομάδες αφού πήγα στο σπίτι του, του είπα ότι ήθελα να βρω κάποια δουλειά για παράδειγμα σε καφετέρια. Αυτός όμως μου είπε ότι η μητέρα ενός φίλου του, του Γ. Λ. έχει οίκους ανοχής στην Αθήνα και ένα site για να κλείνεις ερωτικά ραντεβού με κοπέλες το κατονομάζει και μου πρότεινε να εργαστώ και εγώ για αυτήν. Ο Δ. και ο Λ. δουλεύουν χωρίς να φαίνονται για τη μητέρα του Λ., την οποία φωνάζουν στη δουλειά Μ. χωρίς να γνωρίζω ποιο είναι το πραγματικό της όνομα. Αυτοί ουσιαστικά είναι τα αφεντικά και κανονίζουν τις δουλειές και διαχειρίζονται το site (το κατονομάζει). Όταν μου έγινε η πρόταση από το Δ. να εργαστώ μαζί τους, εγώ αρχικά το αρνήθηκα όμως αυτός με απείλησε ότι θα με σκοτώσει και ότι θα κάνει κακό στην οικογένειά μου και έτσι εξαναγκάστηκα να δουλέψω μαζί τους» ανέφερε χαρακτηριστικά στις Αρχές.

Περιέγραψε, έπειτα, πώς έκλεινε ο αστυνομικός τα ερωτικά ραντεβού, όπου εκείνη αναγκαζόταν να έρθει σε συνουσία με 3-4 άτομα την ημέρα.

«Ο Δ. μου είπε ότι θα πηγαίνω σε ραντεβού με διάφορα άτομα με τα οποία θα ερχόμαστε σε συνουσία και από τα χρήματα που θα δίνουν ως αντάλλαγμα, τα οποία ήταν συνήθως 160 €, εγώ θα έπαιρνα τα 80. Έτσι, ο Δ. έφτιαξε και δικό μου προφίλ στο site με ψεύτικα στοιχεία (τα αναφέρει) βάζοντας φωτογραφίες και βίντεο μου χωρίς να φαίνεται το πρόσωπό μου, ώστε να μπορούν οι πελάτες να κλείσουνε ραντεβού μαζί μου.

Στο site αυτό, αναγράφονται δύο τηλέφωνα στα οποία απαντάει μια τηλεφωνήτρια η οποία κανονίζει τα ραντεβού με τις κοπέλες οι οποίες υπάρχουν στο site. Ακόμα ο Δ. μου είπε να διαγράψω τα προφίλ και τις φωτογραφίες μου στο Instagram και στο Facebook καθώς και όλες τις επαφές μου στο κινητό εκτός της μητέρας μου, πράγμα το οποίο έκανα.

Η διαδικασία που ακολουθούσαμε αφού έκλειναν ραντεβού οι πελάτες είχε ως εξής: Ερχόταν από το σπίτι του Δ. με ένα αυτοκίνητο χρώματος μπλε, ένα άτομο οποίος μου είπε ότι λεγόταν Γ. και ότι είναι στρατιωτικός. Αυτός με έπαιρνε με το αυτοκίνητο και με πήγαινε στα ραντεβού τα οποία γινόταν σε διάφορα ξενοδοχεία και σπίτια, με άφηνε εκεί και περίμενε απέξω στο αυτοκίνητο μέχρι να τελειώσω με το ραντεβού ώστε να με ξαναπάρει και να με πάει πίσω στο σπίτι του Δ.

Εγώ ερχόμουν σε συνουσία με τα άτομα στα οποία με πήγαινε ο οδηγός, έπαιρνα τα λεφτά τα οποία μου έδιναν τα οποία ήταν 160 € την ώρα και τα έδινα στον Δ. μόλις γύρισα πίσω. Ο Δ. μόνο τις πρώτες δύο φορές μου έδωσε 50 € και τις υπόλοιπες φορές έπαιρνε όλα τα λεφτά που μου έδιναν οι πελάτες».


H 19χρονη περιέγραψε αναλυτικά στην κατάθεσή της και τους ξυλοδαρμούς που υπέστη, όταν προσπαθούσε να αρνηθεί να πάει σε πελάτες που της έκλειναν

«Εγώ δεν ήθελα να κάνω αυτή τη δουλειά και όταν το έλεγα στον Δ. αυτός με χτυπούσε σε όλα τα μέρη του σώματος μου με κλωτσιές και μπουνιές και συνέχισε να με απειλεί. Στο σπίτι του ερχόταν σε διάφορες ώρες και υπόλοιπες κοπέλες, τα προφίλ των οποίων είναι στο ίδιο site. Ο Δ. με χτυπούσε συνεχώς το χρονικό διάστημα που ήμουνα σπίτι του ακόμα και για τους πιο απλούς λόγους όπως ότι δεν έκανα σωστά τις δουλειές του σπιτιού.

Στις αρχές με χτυπούσε με ένα κομμάτι ξύλο. Επίσης με βίαζε τον τελευταίο καιρό διότι εγώ δεν ήθελα να κάνω σεξ μαζί του και αυτός με απειλούσε ότι θα με σκοτώσει και με χτυπούσε εξαναγκάζοντάς με έτσι να κάνω σεξ μαζί του. Τελευταία φορά που με βίασε ήταν χθες το βράδυ και τελευταία φορά που με χτύπησε ήταν σήμερα το μεσημέρι. Επίσης με χτύπησε χθες και προχθές στο πρόσωπο και στα πόδια με κλωτσιές και μπουνιές, ενώ μου έκοψε τα μαλλιά και έχυσε επάνω μου ένα μπουκάλι στοματικό διάλυμα».

Ειδική αναφορά κάνει στην κατάθεση της και σε ένα άτομο που φέρεται ότι προμήθευε με ναρκωτικές ουσίες τον κατηγορούμενο επίορκο αστυνομικό. «Στο σπίτι ερχόταν κάποιες φορές και ένα άτομο που τον λένε Μ. ο οποίος είναι φίλος του Δ. και έχει καφετέρια στην Αργυρούπολη. Αυτός ο Μ. κάνει διακίνηση ναρκωτικών και έφερε ναρκωτικά στον Δ. και συγκεκριμένα κοκαΐνη. Ο Δ. τον πλήρωνε 50 €. Οι δυο τους έκαναν χρήση των ναρκωτικών ουσιών στο σπίτι ενώ κάποιες φορές κοκαΐνη έκαναν και κάποιες από τις κοπέλες. Εγώ δεν έκανα ποτέ χρήση ναρκωτικών και θέλω να πω ότι ο Δ. μία φορά με χτύπησε επειδή μου πρότεινε να κάνω κοκαΐνη και εγώ το αρνήθηκα».

Όπως κατήγγειλε τότε, ο αστυνομικός δεν της επέτρεπε να βγει από το σπίτι και την κλείδωνε μέσα, ενώ την άφηνε να βγει μόνο όταν εκείνος είχε τη δυνατότητα να την ελέγχει ανά πάσα στιγμή. «Μου είχε βάλει μια εφαρμογή στο κινητό μέσω της οποίας με άκουγε και έβλεπε κάθε στιγμή που ήμουν. Ακόμα ο Δ. δεν με άφηνε να βγω από το σπίτι του παρά μόνο για να πάω στο περίπτερο και για να πάρω καφέ σε μια καφετέρια δίπλα και μόνο όταν ήταν κι αυτός εκεί. Όταν έφευγε από το σπίτι κλείδωνε την πόρτα και με άφηνε μέσα. Η μάνα μου είχε έρθει δύο φορές στο σπίτι και την μία από αυτές μαζί με τον αδερφό μου. Αυτοί δεν γνώριζαν για όλη αυτήν την κατάσταση διότι εγώ δεν τους είχα πει τίποτα και όταν ερχόταν σπίτι ο Δ. το έπαιζε καλός και έκανε αστεία», κατέθεσε η 19χρονη, περιγράφοντας στη συνέχεια το τρόπο που κατάφερε να ξεφύγει από την «φυλακή» της.

Ο τρόπος που απέδρασε

«Σήμερα, ξύπνησα και πήγα να πάρω καφέ στην καφετέρια, όπου η κοπέλα που δουλεύει με ξέρει γιατί τον τελευταίο καιρό έπαιρνα καφέ συνέχεια από εκεί, με είδε που ήμουν χτυπημένη και μου είπε αν θέλω βοήθεια να πάω σε αυτήν. Εγώ πήρα τον καφέ γύρισα σπίτι και όταν με είδε ο Δ. ξαφνικά και χωρίς λόγο άρχισε να φωνάζει, να με χτυπάει στα χέρια, στα πόδια και στο πρόσωπο, ενώ με απείλησε και με ένα όπλο λέγοντας μου θα σε σκοτώσω και δεν θα ζήσεις. Τότε χτύπησε το κινητό του Δ και καθώς αυτός μίλαγε σε αυτό, εγώ κατάφερα να τρέξω προς την πόρτα και να βγω έξω. Έπειτα πήγα κατευθείαν στην κοπέλα η οποία μόλις της είπα τι έγινε ενημέρωσε την αστυνομία. Εγώ με την κοπέλα πήγαμε με το αυτοκίνητο της στην αστυνομία».

Παράλληλα, η νεαρή γυναίκα εξιστόρησε στην κατάθεσή της την τραγική της παιδική της ηλικία, κατά την οποία βιαζόταν επανειλημμένα από τον πατέρα της, υποστηρίζοντας ότι την βίασε πρώτη φορά όταν ήταν 11 ετών. «Ο πατέρας μου με βίαζε από τότε που ήμουν 11 χρόνων μέχρι τα 17 μου χρόνια απειλώντας με ότι θα με διώξει από το σπίτι και δεν θα έχω να φάω» είπε το κορίτσι και συμπλήρωσε ότι την βίασε τελευταία φορά όταν ήταν 17 ετών πριν τα γενέθλια της.

Για περισσότερες από 30 επιθέσεις και βιασμούς κάνει λόγο η 19χρονη, που περιέγραψε στους αστυνομικούς ότι ο πατέρας της την βίαζε όταν έλειπε η υπόλοιπη οικογένεια από το σπίτι, αλλά ο εφιάλτης της σταμάτησε λόγο καραντίνας, καθώς υποχρεωτικά ήταν όλη η οικογένεια εντός της οικίας και εκείνος δεν μπορούσε να δράσει. Σημειώνεται, ότι εκτός από τον αστυνομικό, η νεαρή καταγγέλλει κι ένα ακόμη πρόσωπο, τον D., ο οποίος επίσης την εξέδιδε σε φίλους του την περίοδο που ήταν ζευγάρι.