Ο θυρεοειδής αδένας είναι ένας ενδοκρινής αδένας σε σχήμα πεταλούδας που βρίσκεται στο κάτω εμπρόσθιο τμήμα του λαιμού.
Η βασική λειτουργία του θυρεοειδούς είναι η παραγωγή των δύο ορμονών της θυροξίνης T4 και της τριιωδοθυρονίνης Τ3. Η σύνθεση των ορμονών αυτών εξαρτάται από τρεις παράγοντες : το ιώδιο, τον μηχανισμό του θυρεοειδικού κυττάρου και τον έλεγχο από την θυρεοειδοτρόπο ορμόνη TSH.
Η TSH είναι ο κύριος ρυθμιστής της φυσιολογίας του θυρεοειδούς αφού επηρεάζει πρακτικά όλα τα στάδια σύνθεσης και έκκρισης των θυρεοειδικών ορμονών. Οι κλινικές διαταραχές του θυρεοειδούς εμπίπτουν σε μία από τις τρεις κατηγορίες : υπερλειτουργία, υπολειτουργία και διαταραχές της ανατομίας του αδένα.
Ο υποθυρεοειδισμός χαρακτηρίζεται από μειωμένη και ανεπαρκή παραγωγή θυρεοειδικών ορμονών. Ο υποθυρεοειδισμός είναι πιο κοινή στις γυναίκες και έχει συνολική επικράτηση του 1% έως 2%, αυξάνεται με την ηλικία. Οι εκδηλώσεις του αφορούν τη μείωση της επίδρασης των θυρεοειδικών ορμονών στους ιστούς.
Στον υποθυρεοειδισμό, οι ασθενείς παρουσιάζουν τα συμπτώματα:
Υπνηλία
Αύξηση σωματικού βάρους
Μειωμένη ανοχή στο κρύο
Πόνος στις αρθρώσεις και στους μύες
Δυσκοίλια
Ξηρό δέρμα
Μειωμένη εφίδρωση
Μειωμένοι σφυγμοί
Κατάθλιψη
Διαταραχές κύκλου στις γυναίκες
Υποθυρεοειδισμός και παχυσαρκία
Η παχυσαρκία και οι θυρεοειδικές παθήσεις είναι κοινές διαταραχές στο γενικό πληθυσμό και συχνά εμφανίζονται σε μεμονωμένα άτομα. Ο θυρεοειδής αδένας και η παχυσαρκία έχουν συσχετιστεί σε διάφορες μελέτες. Όπως αναφέρθηκε, οι θυρεοειδικές ορμόνες είναι ένας σημαντικός καθοριστικός παράγοντας ρύθμισης της ενεργειακής δαπάνης και συμβάλλει επίσης στη ρύθμιση της όρεξης.
Η συνεχής αλληλεπίδραση μεταξύ των θυρεοειδικών ορμονών και των ρυθμιστικών μηχανισμών του λιπώδους ιστού και του εγκεφάλου, είναι σημαντική για τον έλεγχο του σωματικού βάρους και τη διατήρηση της βέλτιστης ενεργειακής ισορροπίας. Το αν η παχυσαρκία εμφανίζει παθογόνο ρόλο στη δυσλειτουργία του θυρεοειδούς αδένα παραμένει ένα ερώτημα.
Όταν όμως οι τιμές των θυρεοειδικών ορμονών στο αίμα επανέλθουν σε φυσιολογικά επίπεδα, η ικανότητα του ασθενούς να μειώνει ή να αυξάνει το βάρος του δεν διαφέρει με αυτή ενός ατόμου με φυσιολογική θυρεοειδική λειτουργία. Συγκεκριμένα θρεπτικά συστατικά έχουν μελετηθεί με σκοπό να διερευνηθεί το κατά πόσο μπορούν να βελτιώσουν ή να επιβαρύνουν την κατάσταση.
Θυρεοειδής αδένας και τροφές
Δεν υπάρχουν συγκεκριμένα τρόφιμα και συμπληρώματα διατροφής που να συμβάλλουν στη θεραπεία των παθήσεων του θυρεοειδούς. Υπάρχουν, όμως, συγκεκριμένα θρεπτικά συστατικά που ερευνώνται για τη σύνδεση τους με τις λειτουργίες του θυρεοειδούς αδένα.
Συγκεκριμένα, το ασβέστιο επηρεάζει τα επίπεδα της θυροξίνης στο αίμα, που αποτελεί φάρμακο για τη θεραπεία του υποθυρεοειδισμού. Το ιώδιο αποτελεί επίσης ένα κύριο υπόστρωμα για την παραγωγή θυρεοειδικών ορμονών και η κύρια πηγή του είναι το περιβάλλον. Ενώ η περίσσεια και η έλλειψη ιωδίου σχετίζονται με θυρεοειδική δυσλειτουργία.
Η υπερβολική κατανάλωση ιωδίου μπορεί να οδηγήσει σε υπερθυρεοειδισμό, αυτοάνοση θυρεοειδική δυσλειτουργία και σε σχηματισμό όζων. Η έλλειψη ιωδίου, αντίθετα, μπορεί να οδηγήσει σε βρογχοκήλη, υποθυρεοειδισμό και μυαλγία. Η Βρετανική Θυρεοειδική Ένωση συστήνει ως απαραίτητη ποσότητα ιωδίου τα 150 mcg που μπορούν να καλυφθούν, συνήθως, από μία ισορροπημένη διατροφή.
Ένα άλλο συστατικό που έχει μελετηθεί για τη σύνδεσή του με τη λειτουργία του θυρεοειδούς είναι η βιταμίνη D. Έχει φανεί σε παιδιά ότι ανεπάρκεια βιταμίνης D ίσως διαδραματίζει κάποιο ρόλο στην ανάπτυξη αυτοάνοσης θυρεοειδίτιδας Hashimoto, χωρίς να έχει αποδειχθεί ακόμη σχέση αιτίας και αποτελέσματος. Επιπλέον, πιθανολογείται ότι η συμπληρωματική χορήγηση βιταμίνης Dμπορεί να συμβάλει στη θεραπεία της θυρεοειδίτιδας Hashimoto αλλά και άλλων αυτοάνοσων νοσημάτων.
Πολλά μέταλλα και ιχνοστοιχεία όπως τo σίδηρο είναι, επίσης, απαραίτητα για τoν φυσιολογικό μεταβολισμό των θυρεοειδικών ορμονών. Ο θυρεοειδής αδένας υπολειτουργεί όταν υπάρχει ανεπάρκεια αυτών. Η έλλειψη σιδήρου μειώνει την σύνθεση των ορμονών του θυρεοειδούς, μειώνοντας τη δραστικότητα της εξαρτώμενης από την αίμη θυρεοειδικής υπεροξειδάσης. Τα συμπληρώματα σιδήρου επίσης μπορεί να επηρεάσουν την απορρόφηση της θυροξίνης, γι’αυτό και συστήνεται ένα κενό δύο ωρών μεταξύ των συμπληρωμάτων.
Λαχανικά όπως το κουνουπίδι, το λάχανο, το μπρόκολο, το ραπανάκι και τα γογγύλια εμφανίζουν σπάνια κάποια συσχέτιση με το σχηματισμό βρογχοκήλης και την αύξηση του θυρεοειδούς αδένα. Τα συγκεκριμένα λαχανικά περιέχουν γλυκοζινολικές ενώσεις που επηρεάζουν τη σύνθεση των θυρεοειδικών ορμονών, αναστέλλοντας την πρόσληψη του ιωδίου και τη δράση της θυρεοειδικής υπεροξειδάσης.
Άλλες ουσίες που σχετίζονται με τη θυρεοειδική λειτουργία είναι το σελήνιο, ο ψευδάργυρος, η βιταμίνη Α και η Β12 που έχει παρατηρηθεί μειωμένη σε αυτοάνοση θυρεοειδίτιδα. Ο θυρεοειδής αδένας είναι μεταξύ των ανθρώπινων ιστών με την υψηλότερη περιεκτικότητα σε σελήνιο.
Το σελήνιο βρίσκεται κυρίως στο έδαφος και μια ισορροπημένη διατροφή παρέχει επαρκή ποσότητα σεληνίου για τη σύνθεση των θυρεοειδικών ορμονών. Τροφές πλούσιες σε σελήνιο είναι τα μανιτάρια , τοσκόρδο , τα κρεμμύδια , τα αυγά , το συκώτι από βόειο κρέας , τα οστρακοειδή , το φύτρο σιταριού ,οι ηλιόσποροι και το σουσάμι.
Ακολουθήστε το jenny.gr στο google news και μάθετε τα πάντα γύρω από τη διατροφή, τη γυμναστική, το σεξ και την ψυχική υγεία.