REAL LIFE

Η Ελένη Μενεγάκη δεν καταλαβαίνει την επιλόχειο κατάθλιψη. Έτσι ζητήσαμε από δύο γυναίκες που την έζησαν, να της εξηγήσουν


Νάγια Κωστιάνη

13 Ιανουαρίου 2023

Η Ελένη Μενεγάκη δεν καταλαβαίνει την επιλόχειο κατάθλιψη. Έτσι ζητήσαμε από δύο γυναίκες που την έζησαν, να της εξηγήσουν
Ελπίζουμε τώρα να καταλάβει. Και η αυτή, και όσοι έχουν τις ίδιες απορίες με εκείνη

Προσπαθώ να θυμηθώ το πρώτο τρίμηνο μετά τον ερχομό του γιου μου και οι εικόνες που μου έρχονται στο μυαλό είναι σαν τις διάσπαρτες, ασυγχρόνιστες αναλαμπές του ήρωα στην ταινία που έχει απώλεια μνήμης λόγω ενός τραυματικού γεγονότος ή άκρως μυστικών πειραμάτων που έκανε πάνω του η κυβέρνηση για να τον μετατρέψει σε φονική μηχανή. Είναι αρκετές αλλά δεν έχουν συνοχή και σίγουρα δεν μπορώ να θυμηθώ πολλές λεπτομέρειες ή συγκεκριμένες καταστάσεις που βίωσα. Θυμάμαι όμως ακόμα τα συναισθήματα. Έντονα και με ακρίβεια.

Ως λεχώνα (να μια απαίσια λέξη) δεν βίωσα επιλόχειο κατάθλιψη ούτε κάποια τραυματική εμπειρία. Είχα ένα υγιέστατο μωρό, άπλετη βοήθεια από την οικογένειά μου και έναν σύντροφο που έβαζε καθημερινά τα δυνατά του για να είναι ο καλύτερος πατέρας και σύζυγος που μπορούσε. Γιατί λοιπόν όλες μου οι αναμνήσεις από εκείνο το τρίμηνο είναι ακόμη θολές, χαοτικές, σκόρπιες; Γιατί ενώ θυμάμαι όλη την ευτυχία και την αγάπη που ένιωθα κάθε μέρα, θυμάμαι και μια βαθιά μελαγχολία να βαραίνει κάθε μου ανάμνηση;

«Μια γυναίκα, η οποία θέλει πολύ να αποκτήσει ένα παιδί, δεν έχει σημασία αν είναι 30-40 χρονών, πιάνω όλες τις ηλικίες… το αποκτά, το παίρνει στα χέρια της, το κοιτάζει, είναι υγιέστατο, έχει τον άνθρωπό της δίπλα! Τι είναι αυτό -που δεν μπορώ να καταλάβω – το έχω δει να συμβαίνει σε γυναίκες, μα λέω: είσαι χαρούμενη, έγιναν όλα, έφτασες στο τέλος. Τι μας συμβαίνει;»

Τι μου συνέβαινε; Τίποτα και τα πάντα. Τίποτα σοβαρό, πρακτικά. Συναισθηματικά όμως, κουβαλούσα έναν πλανήτη μέσα μου κάθε μέρα. Ήμουν «κλεισμένη» σε ένα σπίτι με ένα πλάσμα που δεν ήξερα, να ακολουθώ μια επαναλαμβανόμενη ρουτίνα που δεν είχε καμία σχέση με την προηγούμενη ζωή μου, να νιώθω ανεπαρκής με κάθε μικρό λάθος, να νιώθω πως χάνω τον εαυτό μου, μέρα με τη μέρα. Να θηλάζω σκρολάροντας στο κινητό γιατί δεν έβρισκα τίποτα εξαιρετικά μαγικό στην όλη διαδικασία μετά την 100η φορά που το έκανα, και να νιώθω αβάσταχτες τύψεις για αυτό. Να μου λείπει η ανεξαρτησία μου και αυτό να με κάνει τον χειρότερο άνθρωπο στον κόσμο. Ή τουλάχιστον, έτσι να νιώθω.

Η ψυχική μου κατάσταση μπορεί να γίνει λίγο περισσότερο κατανοητή από ένα FB post που είχα κάνει κατά τη διάρκεια εκείνης της περιόδου. Δεν είχα επιλόχειο. Είχα, όμως, χάσει τον κόσμο όπως τον ήξερα και έπρεπε να ανακαλύψω έναν καινούργιο, ήθελα δεν ήθελα. Και αυτό ήταν εξουθενωτικό και, πολλές φορές, εξοργιστικό.

«Εγώ δεν έχω περάσει επιλόχειο κατάθλιψη ομολογώ, ίσως γιατί το πραγματικά το ήθελα πάρα πολύ και τα τέσσερα παιδιά, τα κυνηγούσα, ήθελα να τα κάνω. Δεν το ένιωσα, μπήκα και πολύ γρήγορα όμως στη δουλειά, υπήρχε πάλι ξανά αυτή η ισορροπία, δουλειά, οικογένεια και άνδρας και όλα»

Δεν ήθελα πάρα πολύ να κάνω παιδί. Ούτε σκέτο πολύ. Νομίζω ότι θα ήμουν πολύ οκ κι αν δεν έκανα ποτέ. Όταν όμως προέκυψε, κατάλαβα, καταλάβαμε, πως το θέλαμε. Δεν ήμασταν έτοιμοι να γίνουμε γονείς, κανείς δεν είναι ποτέ ό,τι κι αν σας λένε, αλλά ήμασταν έτοιμοι να το παλέψουμε. Και το παλεύουμε από τη μέρα που γεννήθηκε μέχρι τώρα, πέντε χρόνια μετά. Μαζί και ο καθένας μόνος του. Σε αυτό το δεύτερο σημείο όμως, το «μόνος σου», είναι που συμβαίνουν όλα. Γιατί όσο κι αν έχεις «δουλειά, οικογένεια και άνδρα και όλα», η ισορροπία στη ζωή ενός γονιού, αλλά κυρίως μιας μητέρας, είναι ένα κακό αστείο.

Περίμενα να τα ξέρει αυτά η Ελένη Μενεγάκη. Όχι μόνο επειδή είναι γυναίκα και μητέρα τεσσάρων παιδιών, αλλά επειδή τα τελευταία εκατό χρόνια κινείται σε έναν από τους πιο προβληματικούς, τοξικούς, μισογυνιστικούς εργασιακούς χώρους, αυτόν των media και συγκεκριμένα της τηλεόρασης. Περίμενα να τα γνωρίζει γιατί, ακόμη κι αν δεν έχω κανένα κοινό σημείο μαζί της, θεωρώ πως είναι μια πανέξυπνη γυναίκα που έχει καταφέρει πολλά μόνη της και, ενδεχομένως, έχει μάθει από τα βιώματά της. Που θα ήξερε πως, όση βοήθεια και οικονομική άνεση κι αν έχεις, όσο ειδυλλιακή και αν φαίνεται να είναι (και ίσως είναι ως ένα σημείο) η ζωή σου, το μυαλό είναι ένας πολύπλοκος και αστάθμητος παράγοντας. Και καταστάσεις όπως η συστηματική καταπίεση των γυναικών από κάθε πτυχή της σύγχρονης κοινωνίας, τα πρότυπα που μας ζητούνται να φτάσουμε, το rat race ανάμεσα στις μητέρες για το ποια το κάνει καλύτερα και η σταθερή, παταγώδης αποτυχία των κρατικών φορέων να στηρίξουν τις νέες μητέρες ακόμη και σε στοιχειωδώς βασικά ζητήματα, μπορούν να κάνουν ένα μυαλό να σπάσει. Λιγότερο ή περισσότερο. Περίμενα από την Ελένη Μενεγάκη, μετά από τέσσερα παιδιά, να θυμάται το για πόσο αιμορραγούσε το σώμα της έπειτα από κάθε γέννα. Τον πόνο του πετρωμένου στήθους που μπορεί να σε κάνει να θολώσεις και τις αϋπνίες που σου στερούν κάθε ικανότητα συγκέντρωσης και αντίληψης των πραγμάτων. Δεν περίμενα απαραίτητα να έχει πλήρη γνώση του τι είναι η επιλόχειος κατάθλιψη, ποια είναι τα συμπτώματά της και τον αγώνα που χρειάζεται να δώσεις για να την ξεπεράσεις. Περίμενα όμως να έχει μια εικόνα του πόσες γυναίκες επηρεάζει κάθε χρόνο (15% παγκοσμίως) και πόσες βιώνουν την πιο ήπια αλλά καθόλου αμελητέα ψυχοφθόρα μορφή της, την επιλόχειο θλίψη (το 80% των γυναικών). Δεν ξέρω γιατί, αλλά το περίμενα.

Σε κάθε περίπτωση, παρότι γνωρίζω όλα αυτά που θα έπρεπε να γνωρίζει και η Ελένη, δεν πέρασα επιλόχειο κατάθλιψη. Η Χρύσα και η Μυρτώ όμως, πέρασαν. Παρακάτω, γράφουν οι ίδιες για το πώς τη βίωσαν, τι έκαναν για να την ξεπεράσουν και τι έμαθαν για τον εαυτό τους στην πορεία. Δεν περιμένω να διαβάσει αυτό το κείμενο η Ελένη Μενεγάκη. Αλλά πραγματικά το ελπίζω.

Χρύσα, 45 ετών, μητέρα δύο παιδιών

Στο πρώτο μου παιδί φλέρταρα άγρια με την επιλόχειο κατάθλιψη αλλά θα μπορούσε να πει κανείς πως τελικά τη γλίτωσα, πως την (προσ)πέρασα ξυστά ίσως επειδή -όπως μου αρέσει να λέω μεταξύ αστείου και σοβαρού- γέννησα την πρώτη μου κόρη στις 10/10 που είναι η παγκόσμια ημέρα ψυχικής υγείας.

Στη δεύτερη γέννα βούτηξα βαθιά στη θάλασσα της επιλόχειου κατάθλιψης. Θυμάμαι να είμαι σαν ζόμπι και κάνεις σχεδόν να μη με ρωτάει πώς πραγματικά είμαι, πώς νιώθω. Ούτε η ίδια δεν ήξερα δηλαδή γιατί νιώθω τόσο ανέλπιδα. Ούτε ήταν δική μου απόφαση οι μαύρες, κυρίως, σκέψεις που θα με ακολουθούσαν καθ' όλη σχεδόν τη διάρκεια της ημέρας. Απλά υπήρχαν και ήταν βάναυσες. Στο φαντασιακό μου υπήρχαν φορές που προσπαθούσα σκληρά να οραματίζομαι αυτά τα δύο μικρά μου πλάσματα σαν ενήλικες κοπέλες που θα τους προξενήσω ανεπανόρθωτο πόνο αν δώσω τέλος στη ζωή μου, λίγο αφότου έχει ξεκινήσει η δική τους. Για τέτοιες σκέψεις μιλάμε. Που ακροβατούν σε ένα τεντωμένο σχοινί ανάμεσα στη φαντασία και την πραγματικότητα.

Η ιδέα της πιθανότητας και μόνο του να νιώσουν οι κόρες μου υπαίτιες στο μέλλον για κάτι τόσο βαρύ, με έκανε να αναζητήσω βοήθεια. Καταλάβαινα πως κάτι δεν πήγαινε καθόλου καλά. Είχα την καλή τύχη και μια ψυχολόγος που επισκέφθηκα δεν με ανέλαβε αλλά με παρέπεμψε άμεσα στο Αιγινήτειο, στο Τμήμα Γυναικών. Εκεί, εβδομάδα την εβδομάδα, συνεδρία τη συνεδρία, έσπασε μέσα μου η προκατάληψη πως είμαι υπεύθυνη για αυτό που μου συνέβαινε, για το πώς βίωνα αυτήν την τεράστια αλλαγή, πώς βίωνα τη μητρότητα. Όχι όπως τόσα χρόνια την έβλεπα και φανταζόμουν, ρόδινη, αλλά σαν κάτεργο με εξωφρενικά τεράστιο βαθμό δυσκολίας. Με ξεπερνούσε. Είχα την αίσθηση πως δεν τα καταφέρνω καθόλου καλά όπως οι άλλες μαμάδες και ως εκ τούτου είχα τεράστιο θυμό και απογοήτευση απέναντι στον ίδιο μου τον εαυτό. Να πω σε αυτό το σημείο πως είχα δύο άκρως συνειδητές και επιθυμητές εγκυμοσύνες. Το γεγονός αυτό άμβλυνε το αίσθημα του μπερδέματος και της ανεπάρκειας. Γιατί δεν ήμουν χαρούμενη, αφού είχα δύο παιδιά που τόσο ήθελα; Αν δεν είναι δυσάρεστο σοκ αυτό από μόνο του, τότε τι είναι; Συν τα ορμονικά σοκ, το ότι είχα δηλαδή τσιμπήσει με τον πρώτο τοκετό υποθυρεοειδισμό.

Στην ψυχοθεραπεία όλα με επανέφεραν στα μαλακά. Συνειδητοποίησα, αργά και σταθερά, ότι πριν από όλα είμαι άνθρωπος, όχι ένα τέρας. Πρακτικά; Ήμουν άυπνη χρόνια ή έστω μου έλειπαν πραγματικά πολλές ώρες ύπνου. Έπειτα, είχα χάσει τελείως επαφή με τον εαυτό μου και, φυσικά, με τον έξω κόσμο. Βίωνα την καθημερινότητά μου μόνο με και για δυο μικρούς ανθρώπους, με τεράστιο άγχος ευθύνης πάνω μου στο να ανταπεξέλθω για να είναι αυτές καλά μέχρι το τέλος της κάθε μέρας. Τα μωρά είναι διαρκώς επικίνδυνες αποστολές. Η βοήθεια που είχα δεν ήταν λίγη, απ’ την άλλη δεν ήταν αρκετή για να κάνω πράγματα για μένα, όπως συστηματική άθληση, κοινωνική ζωή, ενήλικη ψυχαγωγία, εργασία και, πάνω απ’ όλα, να έχω δημιουργικότητα. Αυτόν τον χρόνο ουσιαστικά διεκδίκησα από τη ζωή μου. Το τελευταίο ειδικά, η δημιουργικότητα, είναι κάτι στο οποίο επέμενε πολύ διακριτικα αλλά συστηματικά η ψυχολόγος μου. Δούλεψα στο να ανακτήσω σιγά σιγά όλες μου τις σταθερές. Σήμερα, όχι πολύ μακρια από τότε, θυμάμαι αυτές τις μέρες με πόνο και δεν θέλω καμία γυναίκα να περνάει κάτι αντίστοιχο. Κανένας άνθρωπος δεν επιλέγει να του συμβεί καμία δύσκολη ψυχική κατάσταση. Είναι καιρός να το καταλάβουν όλοι και να ανοίξουν τα μάτια τους απέναντι σε αυτό, διαφορετικά θα συμβάλλουν με αυτήν την αδαημοσύνη στο να βυθιζουν τους ανθρώπους που νοσούν σε ακόμα πιο βαθιά νερά.

Μυρτώ, 44, μητέρα δύο παιδιών

Στην αρχή δεν είσαι σίγουρη τι σου συμβαίνει - με την κούραση, την αϋπνία, με δύο μωρά με 14 μήνες διαφορά, με μεγάλες, αλλά διαφορετικές ανάγκες, με ένα σώμα που βίωσε δύο απανωτές εγκυμοσύνες, τι πιο λογικό να απελπίζεσαι ώρες ώρες. Για μένα, η επιλόχεια κατάθλιψη αποκαλύφθηκε όταν τελείωσε, περίπου ένα χρόνο μετά, όταν σκεφτόμουν όσα είχα ζήσει και τα συζήτησα με την ψυχολόγο μου. Η κατάθλιψη (κάθε μορφής, νομίζω) δεν έχει σχέση με το σύνηθες "δεν νιώθω καλά", είμαι θλιμμένη ή στεναχωρημένη - είναι κάτι άλλο, κάτι διαφορετικό, μια απελπισία που δεν μαζεύεται, ένα τούνελ χωρις φως. Περιμένεις απλώς να περάσει. Για μένα ήταν ως εξής: ένιωθα μερικές φορές μέσα στη μέρα πως δεν αντέχω, έσπαγαν τα νεύρα μου, και αμέσως, το ίδιο κλάσμα δευτερολέπτου, αισθανόμουν πως ήμουν μια κακή μαμά, πως δεν μπορώ να ανταπεξέλθω στο ρόλο μου επαρκώς, πως δεν μπορώ να φροντίσω μόνη μου τα μωρά μου όπως όφειλα. Κι έτσι έπεφτα πιο βαθιά στο πηγάδι κι έβγαινα πιο δύσκολα. Για αυτό και δεν θύμωσα με τις δηλώσεις που ακούστηκαν πρόσφατα, απλώς μου φάνηκαν εντελώς γελοίες και πρόδηλες της ασχετοσύνης του ανθρώπου που τις είπε: ακριβώς επειδή για μένα η κατάθλιψη όχι μόνο δεν σήμαινε πως δεν αγαπώ τα παιδιά μου, αλλά σήμαινε το ακριβώς αντίθετο - πως τα αγαπώ τόσο πολύ, που δεν μου συγχωρώ την παραμικρή αδυναμία.