Αισθάνομαι ότι επιστρέφω στο ’87. Δικά σου πράγματα είναι αυτά που δημιουργείς και όχι αυτά που κατέχεις.
Από τον Πέτρο Κωστόπουλο.
Το 1987 ασυνείδητα, εντελώς άσχετα και έξω από κάθε λογική ο Αρης Τερζόπουλος με προσέλαβε για να φτιάξω ένα περιοδικό. Είχα κολλήσει σελίδες κομμένες από δεκάδες περιοδικά πάνω σε έναν Ταχυδρόμο της εποχής και του πήγα του ανθρώπου αυτό που στη γλώσσα μας λέμε «ντάμι». Ένα δείγμα δηλαδή. Δεν ξέρω τι είδε αυτός ο καλός άνθρωπος και μετά από σκέψη λίγων ημερών μου είπε «πάμε». Εγώ δεν ήξερα ούτε τι είναι το τυπογραφείο. Μόνο για προκηρύξεις είχα πάει…
Το ΚΛΙΚ έμελλε να είναι ό τι καλύτερο έχω κάνει στη ζωή μου μέχρι σήμερα. Στον Τύπο εννοώ γιατί δίπλα μου έχω τέσσερα πλάσματα πολύ ακριβότερα. Ήταν το πιο πηγαίο, το πιο ανώριμο το πιο ερασιτεχνικό, το πιο αυθόρμητο πράγμα στη ζωή μου. Δηλαδή αυτό που όταν το κάνεις το αγαπάς. Έμελλε να γίνει μια τεράστια επιτυχία που άλλαξε πολλά στον ελληνικό Τύπο χωρίς να έχω καμιά συνείδηση ότι αυτό μπορούσε να συμβεί. Για 3-4 χρόνια ήμουν κλεισμένος μέσα στα γραφεία και δεν ήξερα τι συνέβαινε έξω από αυτά. Με 18άρα δουλειάς έβγαινε το πρόγραμμα. Είπα ότι ήμουν εντελώς άσχετος με το επάγγελμα, αλλά μάλλον τελικά καλό του έκανα. Όταν βγήκε το ΚΛΙΚ κυκλοφορούσαν καμιά 15αριά περιοδικά και μέσα σε λίγα χρόνια είχαν γίνει 500!!
Με εντελώς τυχαίο τρόπο και μετά από μια διαφωνία με τον Άρη, βρέθηκαν κάποιοι άνθρωποι τότε, ο Δάκης Ιώαννου και ο Μαρινόπουλος, που μου έδωσαν την ευκαιρία να ξεκινήσω μια άλλη εταιρεία. Ήμουν τελείως άσχετος. Δεν ήξερα ότι κάποιοι μπορούν να επενδύσουν λεφτά πάνω σου ακόμα. Καλά να είναι οι άνθρωποι… Πιστεύω ότι και εκεί έκανα μια σειρά καινοτομιών -άσχετα αν το επάγγελμά μου είναι πολύ μίζερο και φθονερό ώστε να παραδεχτούμε ο ένας τον άλλο- πέρα από τα περιοδικά και στο ραδιόφωνο και στο ίντερνετ.
Μετά από 17 χρόνια πορείας, και μάλιστα πολύ επιτυχημένης, η Imako βρέθηκε στον γκρεμό, όπως στον γκρεμό βρέθηκαν μέσα στην καταβαράθρωση της κατανάλωσης, και άρα της διαφήμισης, τόσα και τόσα μαγαζιά στον Τύπο. Εκεί ο καθένας έχει απόψεις. Φταις εσύ, φταίει ο άλλος, φταίει η μαλακία σου… Έλα εσύ βρε πονηρέ να επιβιώσεις όταν διαλύεται το σύμπαν του κλάδου σου. Τέλος πάντων. Πάνω από 1.100.000 επιχειρήσεις έχουν φαλιρίσει στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια αλλά αυτές του Τύπου είναι πολύ σέξι για το φιλοθεάμον κοινό. Πόσω δε μάλλον, όταν ο ιδιοκτήτης τυχαίνει να είναι και «επώνυμος» (δεν μπορείτε να καταλάβετε πόσο σιχαίνομαι αυτή τη λέξη). Είναι τόσο σέξι που την πτώση σου την αντιμετωπίζουν με σεξ -φυσικά- αίμα και βία πολλοί άνθρωποι… Ναι, εσύ μόνο χρωστάς εσένα δεν σου χρωστάει κανένας. Ωραίο το παραμύθι για μαλάκες και κομπλεξικούς.
Δεν θα ξαναπώ πάλι το τι πέρασα και το τι περνάω, αλλά μέσα από αυτή την διαδικασία αισθάνθηκα να ξαναγεννιέμαι την ώρα που πέθαινα. Ήταν περίεργο. Πιο πολύ έγινε στην κόντρα απέναντι στα χάπια που έπαιρνα για πρώτη φορά στη ζωή μου με τις χούφτες. Χωρίς αυτά δεν σηκωνόμουν από το κρεβάτι. Όλα ξεκίνησαν με το τρυπάκι του πεντάχρονου γιου μου που ήθελε να παίζουμε μαζί τα παιχνίδια – ένα δάχτυλο αυτός, κι ένα δάχτυλο εγώ- στο ipad, και να νικάμε όλους τους κακούς παίρνοντας τη θέση του Hulk και του Iron Man. Ξαφνικά ξετυφλώθηκα. Είδα το φως μου όταν κατάλαβα ότι για μένα το μέλλον στον Τύπο θα έρθει από αυτό το μικρό «κουτί», αυτή την ταμπλέτα που εφηύρε ο Στιβ Τζομπς. Μου κόλλησε σαν τσίχλα στον εγκέφαλο αλλά δεν μπορούσα, δεν έβρισκα τρόπο να το ξεκινήσω. Αλλά όπως λέει κι ένας διάσημος Αμερικανός διαφημιστής, ο Πολ Άρντεν, «αν έχεις μια καινούρια ιδέα που πιστεύεις ότι αξίζει δεν έχεις παρά να την την κάνεις με οποιοδήποτε τρόπο. Μπορεί να πρέπει να εκλιπαρήσεις, να κλέψεις ή να δανειστείς για να το κάνεις. Είναι συναρπαστικό. Είναι δύσκολο και έχει γούστο. Άμα ήταν εύκολο ο καθένας θα το έκανε». Βρε, και να σκοτώσεις μπορείς όχι μόνο να κλέψεις. Το έγκλημα το κάνεις ή στην απελπισία ή στην μεγάλη προσδοκία.
Άρχισα να το ετοιμάζω, να το μορφοποιώ και να κλέβω -όπως έλεγε και ο Τζομπς- όλα όσα έβλεπα. Πέρναγα ώρες και ώρες πάνω στο tablet και πιστεύω πως είδα ό τι κυκλοφορεί πάνω στον πλανήτη. Κατάλαβα ότι τόσο καιρό ήμουν εγκλωβισμένος στην επανάληψη του εαυτού μου. Λένε ότι σε γέρικο σκυλί δεν μαθαίνεις νέα κόλπα αλλά είναι ψέμα, πιστέψτε με. Το είχα έτοιμο στο μυαλό και έψαχνα ένα τρόπο να το κάνω. Έπαθα ψύχωση. Κάθε μέρα αυτό έλεγα στη Τζένη. “Και ληστεία θα κάνω”! Έψαχνα ανθρώπους που να ξέρουν κάτι και κάποιοι με βοήθησαν. Ο Σταμάτης, ο Ακης, ο Κωνσταντίνος που το πίστεψε, μου έδωσαν μία και με έσπρωξαν παραπέρα. Πιο πολύ από όλους, όμως, και με τις κλωτσιές θα έλεγα [και δεν είναι σχήμα λόγου δυστυχώς] με έσπρωχνε η γυναίκα μου η Τζένη και ο Θανάσης ο προϊστορικός κολλητός μου. Ένας άνθρωπος που έχω την τιμή να είμαι φίλος του μιας και ανήκει στη σπάνια ράτσα ανθρώπων που μπορεί και ζει μέσα από τις ταινίες και όχι από τη μίζερη πραγματικότητα. Εκεί, στον κόσμο αυτό όλα γίνονται…
Αλλά άντε εσύ βρες λεφτά μέσα σε αυτή την έρημο για να ξεκινήσεις κάτι όταν δεν έχεις τα κότσια να κάνεις τη ληστεία που λέγαμε… Ούτε δίφραγκo δεν σου δίνουν. Πλανόδιος πωλητής, πλασιέ, έγινα. Πόρτα πόρτα πήγαινα και στο τέλος πόρτα έτρωγα. Μετά το τελευταίο ραντεβού που είχα και ήταν αρνητικό με έπιασαν τα κλάματα Και τότε συνέβη κάτι από τον μαγικό κόσμο του Θανάση. Την ίδια στιγμή χτύπησε το τηλέφωνο και με πήρε ένας παλιός φίλος. Δεν τον έψαξα, με έψαξε. Μου λέει “κάτι άκουσα ετοιμάζεις, κάποιοι ενδιαφέρονται, θέλεις να τους δεις;”. Πήγα ιπτάμενος με τη μηχανή. Λίγο ζόρι από δω, λίγο ζόρι από κει μαζεύτηκαν κάποια χρήματα από κάποιους που πίστεψαν ότι μπορεί να έχω ακόμα μέλλον. Εγώ το πιστεύω ότι το έχω, το θέμα ήταν οι άλλοι να το καταλάβουν. Όλοι δεν πιστεύουμε το ίδιο για τον εαυτό μας;
Δεν με νοιάζει πια να κάνω τον επιχειρηματία. Εδώ που τα λέμε δεν το ήθελα ποτέ. Έγινα αναγκαστικά μετά το σπάσιμο με τον Τερζόπουλο. Δεν το βρίσκω καθόλου σέξι. Είναι θέμα γούστου.
Άλλωστε τον τελευταίο καιρό το είχα σιχαθεί το έργο από όλες τις μεριές. Και από τα πάνω και από τα κάτω. Και ο νοών νοείτω. Αυτό το έχω γράψει στο Nitro και πολλά χρόνια πριν όταν γεννούσαν και τα κοκόρια λεφτά. Είχα γράψει τότε ότι το τέλος της προσωπικής μου επαγγελματικής ευτυχίας, ήρθε τη μέρα που έγινα επιχειρηματίας. Σταμάτησα να κοιμάμαι τα βράδια για 15 χρόνια. Άρχισα να γίνομαι στραβός εύκολα, έτρεχα να εισπράξω και να πληρώσω αντί για να σκεφτώ. Μπήκα στην θέση εκείνου που σε αυτή τη χώρα θεωρείται παράσιτο ακόμα κι αν δώσει δουλειά σε 3000 οικογένειες. Όταν μπεις στο λούκι αυτό δεν μπορείς να δημιουργήσεις. Σιγά σιγά ψοφάς δημιουργικά. Και ειδικά όταν είσαι μια ζωή σόλο κλαρίνο. Όταν δεν έχεις έναν συνεταίρο να αναλάβει τη βρώμικη δουλειά.
Έτσι δεν χαλάστηκα καθόλου όταν ξαναγύρισα σε ένα “πριγκιπικό”, με την έννοια της λήψης απόφασης, καθεστώς όπως αυτό που μου είχε προσφέρει κάποτε ο Άρης Τερζόπουλος. Βλέπω από δω κι από κει γραμμένες διάφορες μαλακίες αλλά δεν χαλιέμαι πια. Είμαι υπάλληλος και πάλι, είμαι περήφανος για αυτό. δεν με χαλάει, και στο φινάλε από δω και πέρα μπορώ και εγώ σαν πολλούς άλλους να έχω πολύ περισσότερες απαιτήσεις και πολύ λιγότερες υποχρεώσεις… Λέμε τώρα… Να έχω την άνεση να κοιμάμαι ήσυχος και να γραφτώ κι εγώ κάποια μέρα στο κλαμπ των αδικημένων. Λέμε τώρα, πάλι…
Το kool για μένα σημαίνει ήρεμο, σταθερό, μοντέρνο, χαμηλών τόνων, «ψυχρό» στις αναστατώσεις και στην ευκολία που αυτή η εποχή προσφέρεται άπλετα μαζί με τον λαϊκισμό. Όλοι καταγγέλλουν. Ωραίο δεν είναι; Όλοι παρθένες σε αυτό τον τόπο. Είχα θεωρήσει κάποτε ότι ήταν πολύ μεγάλο κομπλιμέντο όταν και οι δύο κόρες μου μου είχαν πει ότι είμαι ο πιο “κουλ” μπαμπάς. Γαμάτος θα ήθελαν να πουν αλλά ντρεπόντουσαν. Αυτό εννοούν οι πιτσιρικάδες. Αυτό για μένα ήταν μεγάλο παράσημο και το αποθήκευσα για να το κάνω τίτλο μια μέρα.
Όπως έκανα το ’87, όπως έκανα το ’95 έτσι και τώρα θέλω να ευχαριστήσω περισσότερο αυτούς τους 3-4 ανθρώπους που επένδυσαν επάνω μου τη στιγμή που εγώ άκουγα κάθε μέρα ότι είμαι θανάσιμα τραυματισμένος, λαμόγιο αλλά και κουτσό άλογο. Αυτό το τελευταίο μου το είπε στα μούτρα και ένας καλός μου φίλος. Τι να κάνω, να βγω στα twitter και στα facebook, να δώσω γελοίες μάχες; Εκεί πέρα από τους ωραίους που υπάρχουν έχουν μαζευτεί και όλοι αυτοί που παλιά τους στέλναμε στον ψυχίατρο, με σκοπό να στείλουν τους άλλους στο Δαφνί. Αυτοθεραπεία… Απλά λέω ότι πολλά άλογα στην ιστορία του ιπποδρόμου και μετά από σπάσιμο και δυο ποδιών κατάφεραν να ξανακερδίσουν κούρσες. Αν και βέβαια εδώ και τώρα δεν θέλω να κερδίσω καμιά κούρσα. Την τρέλα μου θέλω να κάνω, την ύπαρξή μου κυνηγάω. Να παλιμπαιδίσω , να ξαναβρώ τον Πέτρο που είχα χάσει χρόνια μέσα σε άσκοπες συναναστροφές που λέει και ο ποιητής και σε μαλακίες ολκής και να κολλήσω ακόμα ένα ένσημο στην προσωπική μου ιστορία. Στο φινάλε για αυτό δεν γεννηθήκαμε όλοι μας;
Είναι βράδυ, το Kool μόλις κατέβηκε από το app store, το κοιτάζω και δακρύζω, όπως δάκρυσα πριν από 25 χρόνια όταν είδα το ΚΛΙΚ. Χαίρομαι ακόμα πιο πολύ που κάνοντας το λιοντάρι της MGM έδωσα την ευκαιρία στις κόρες μου να βρουν το καλύτερο παιχνίδι τους στο facebook, κράζοντάς με, με τις φιλενάδες τους. Γλυκά βέβαια. Πολύ γλυκά. Δεν είναι Kool;
Καμιά φορά στη ζωή την προσωπική σου ιστορία θέλουν να σου την γράψουν, δια της βίας, άλλοι με δικά τους γράμματα και χρώματα. Συνήθως μαύρα. Αυτό τον καιρό ακόμα περισσότερο. Δεν γίνεται, όμως, όση προσπάθεια κι αν καταβάλουν. Το DNA του καθένα είναι μοναδικό και η πορεία μας στη ζωή, όσο σύντομη κι αν είναι, είναι μοναδική κι αυτή. Όλων μας είναι.
Προς το παρόν το χαίρομαι. Σαν πιτσιρικάς που μόλις μου έδωσαν παγωτό σοκολάτα… Δοκιμάστε το κι εσείς αν θέλετε να δείτε αν σας αρέσει. Στο φινάλε δωρεάν είναι.
Πηγή: www.koolnews.gr