REAL LIFE WHO

H πειρατεία στη σημερινή εποχή


8 Αυγούστου 2013

Μια αληθινή ιστορία ομηρίας.

Είναι Φεβρουάριος στη Σομαλία. Ένας έλληνας καπετάνιος βγαίνει από το πλοίο "Navios Apollon" φορώντας μόνο ένα σορτσάκι. Λίγες ώρες νωρίτερα, ένα φορτίο με χρήματα έχει πέσει από ένα αεροπλάνο στη θάλασσα. Είναι ελεύθερος έπειτα από δύο μήνες. Με μία περίεργη οικειότητα, απευθύνεται στους πειρατές που τον κρατούσαν όμηρο: "Ρε σεις; Δεν μου αφήσατε μια φόρμα; Θα με περάσουν για τρελό" τους λέει. Αμέσως, ο ένας βγάζει το παντελόνι που φορούσε και ου το δίνει. "Πάρ'το, καπετάνιε, να πας στο σπίτι σου". Δεν το πήρε. Βγήκε και αγόρασε άλλο.

Ο Μιχάλης Μπουρτζώνης ήταν 52 ετών το 2009. Είχε τρία παιδιά που τον περίμεναν στο σπίτι να γυρίσει "από τα καράβια", σ' ένα από τα ταξίδια ρουτίνας των ναυτικών. Αυτό ήταν λίγο διαφορετικό. Λίγες ημέρες μετά τα Χριστούγεννα, στις 29 Δεκεμβρίου, το πλοίο της ελληνικής εταιρείας, Navios, που μόλις είχε αλλάξει σημαία-είχε βγάλει τη γαλανόλευκη και πλέον διέσχιζε τις θάλασσες ανεμίζοντας αυτή του Παναμά-, έγινε στόχος 15 πειρατών που είχαν στήσει καρτέρι στην περιοχή.

Πώς ξεκίνησαν όλα; 

Είναι 18.40 και το πλοίο ταξιδεύει γύρω στα 180 μίλια βορειανατολικά από τις Σεϋχέλλες. Η Σομαλία έχει μείνει πια πίσω και το πλήρωμα είναι ανακουφισμένο που πέρασε με επιτυχία την περιοχή που για τους ναυτικούς θεωρείται η πιο επικίνδυνη ζώνη του κόσμου. Εκείνη τη στιγμή, ο υποπλοίαρχος που έχει βάρδια αντιλαμβάνεται ότι μια βάρκα με πέντε άτομα τους ακολουθεί. Ο Έλληνας καπετάνιος και οι 18 Φιλιππινέζοι που αποτελούν το πλήρωμα ξεκινούν να λαμβάνουν απαραίτητα μέτρα. Δυστυχώς, ήταν ήδη αργά. Το πλοίο το κατέλαβαν και η ιστορία αρχίζει.

Απειλές, απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης, εκφοβισμοί, τηλεφωνήματα και πόσα ακόμα έχουν ακουστεί για τις πειρατείες. Στο "Navios Apollon", όμως, τα χειρότερα αποφεύχθηκαν, έστω και την τελευταία στιγμή. Οι πειρατές, αφού ανέβηκαν στο πλοίο, συγκέντρωσαν όλο το πλήρωμα στη γέφυρα για να γίνει καταμέτρηση και αμέσως ζήτησαν σε σπαστά αγγλικά από τον καπετάνιο να σταματήσει. Το πλοίο, όμως, ήταν στον αυτόματο, "δεν πατάς απλώς το φρένο και σταματάει"  εξηγεί ο Μιχάλης Μπουρτζώνης. Κάπου εκεί οξύνθηκαν τα πνεύματα. Από την πλευρά του εκείνος δεν μπορούσε να διακόψει τις κινήσεις συστήματος, από την άλλη οι πειρατές δεν μπορούσαν να καταλάβουν τα επιχειρήματά του. Λίγο έλειψε να πατήσουν τη σκανδάλη. Ο έλληνας καπετάνιος κατάφερε να διατηρήσει την ψυχραιμία του και με το πιστόλι στον κρόταφο τους έπεισε ότι σταδιακά θα σταματούσε.

Στη συνέχεια κατέφθασε άλλη μια βάρκα και πλέον στο πλοίο βρισκόταν γύρω στα 15 επιπλέον άτομα. Όλοι μικροί ηλικίας από διαφορετικές χώρες. Οι συγκεκριμένοι πειρατές στην πραγματικότητα είναι πιόνια στην ιστορία. Πίσω από αυτούς κρύβονται ένα μητρικό σκάφος ανεφοδιασμού και ένα ολόκληρο κύκλωμα με διεθνείς απολήξεις. Η πληροφόρησή τους είναι ακριβής. "Υπάρχει σίγουρα κεντρικός έλεγχος. Ξέρουν τι βαπόρι είσαι, τι κουβαλάς, με τι ταχύτητα πας, από πού έφυγες, προς τα πού κατευθύνεσαι, πότε θα περάσεις", εξηγεί ο Γιώργος Βλάχος, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Πλοιάρχων Εμπορικού Ναυτικού.

Οι πειρατές έχουν ως στόχο τα λύτρα φυσικά. Ξεκινά, μια διαπραγμάτευση με την εταιρεία που έχει το πλοίο και η ομηρία τελειώνει, μόλις τα αιτήματά τους εκπληρωθούν. Η σχέση στη συγκεκριμένη ομηρία ήταν σχετικά καλή. Μάλιστα, κάποια στιγμή ο επικεφαλής έδωσε και το τηλέφωνό του στον καπετάνιο να καλέσει τους δικούς του, αλλά η ευγενική πράξη είχε και τα όριά της. "Αρνήθηκα, γιατί κατ' αυτόν τον τρόπο θα είχαν τον αριθμό του σπιτιού μου και αν κάτι πήγαινε στραβά, θα μπορούσαν να μας απειλήσουν. Αυτό είχα συμβουλεύσει και το πλήρωμά μου να κάνει". Εξηγεί ο πλοίαρχος.

Το αίσιο τέλος.

Οι πειρατές ήταν αναλφάβητοι. Πήραν τα ρολόγια χειρός του πληρώματος, αλλά δεν μπορούσαν να τα χρησιμοποιήσουν. Ειδικά αυτά που ήταν ηλεκτρονικά τους παίδευαν ακόμη περισσότερο, καθώς δεν μπορούσαν να διαβάσουν ούτε τους αριθμούς. "Όταν ήθελα να γελάσω λίγο, πήγαινα σε κάποιον που φορούσε ένα ρολόι από τα ηλεκτρονικά και τον ρωτούσα τι ώρα είναι" θυμάται ο καπετάνιος. Έπειτα από δύο μήνες επήλθε συνεννόηση με την εταιρεία και η πειρατεία έλαβε τέλος. Το αεροπλάνο των διαπραγματεύσεων ήρθε, φωτογράφισε το πλήρωμα - η εντολή ήταν να σταθούν παρατεταγμένοι, ώστε να βεβαιωθούν ότι όλοι βρίσκονται εν ζωή- και στη συνέχεια οι εμπλεκόμενοι έριξαν με αλεξίπτωτο τα χρήματα σε μια αεροστεγή κάψουλα που επέπλεε. Η βάρκα πήγε ως εκεί, τα μετέφερε στο πλοίο και αφού έγινε η καταμέτρηση και πληρώθηκαν όλοι , οι πειρατές έφυγαν από το πλοίο και ευχήθηκαν "Καλό ταξίδι". Και αυτό δεν ήταν καν ειρωνικό.

Κάντε like στη σελίδα μας στο facebook για να μαθαίνετε όλα τα νέα.

Πηγή: ΒΗmagazino