Λίγο πριν την επίσημη παρουσίαση του βιβλίου της στο βιβλιοπωλείο Ιανός στη Θεσσαλονίκη (στις 22/11 και 12.00 το πρωί), η Σταματίνα Τσιμτσιλή ξετυλίγει με ιδιαίτερη αγάπη και συγκίνηση το νέο της συγγραφικό εγχείρημα, διηγείται την πορεία του και τις δυσκολίες που είχε, δίνει τις απαντήσεις της σε όσους την κατέκριναν μα πάνω από όλα καταλήγει στο αισιόδοξο μήνυμα αυτού του ταξιδιού «Όλα για λίγο παράδεισο»… Κάτι που θέλει όσο μπορεί να το ζήσει και να το απολαύσει!
Η δημοσιογραφία έχει κοινές αναφορές με τη συγγραφή βιβλίων. Τι σε οδήγησε σε αυτό το χώρο;Η αλήθεια είναι πως όταν έχεις υπηρετήσει τα περιοδικά και τις εφημερίδες έχεις μια εμπειρία στο συγγραφικό κομμάτι αλλά έχει τεράστια διαφορά το να γράφεις ένα κείμενο 500 ή 1000 λέξεων από το να γράψεις μία ιστορία με αρχή, μέση, τέλος που αποκτά τη μορφή ενός βιβλίου. Έχει μεν σχέση αλλά δεν είναι το Α και το Ω γι’ αυτό και βλέπεις πως υπάρχουν δημοσιογράφοι που προσπαθούν και δεν τα καταφέρνουν αλλά και συγγραφείς που γράφουν άριστα δημοσιογραφικά κείμενα.
Πόσο δύσκολο είναι να αφήσεις ελεύθερη τη λογοτεχνική πλευρά του εαυτού σου έχοντας ισχυρές δημοσιογραφικές καταβολές;Να σου πως την αλήθεια αυτό είναι κάτι που δεν με απασχόλησε. Πιο πολύ με δυσκόλεψε να αφήσω ελεύθερο τον εαυτό μου για οτιδήποτε ήθελα να γράψω, κι αυτό γιατί κάποιοι θα το σχολίαζαν μόνο και μόνο επειδή ήμουν εγώ. Φοβόμουν πως πολλοί άνθρωποι χωρίς καν να διαβάσουν το βιβλίο μου, θα σχολιάσουν το θέμα του και θα αναρωτηθούν από πού κι ως πού το γράφω. Πάντα είχα στο πίσω μέρος του μυαλού μου τί θα πούνε οι άλλοι. Αυτό ήταν λίγο που με μπλόκαρε ώστε να με αφήσω ακόμη πιο ελεύθερη.
Πότε ξεκίνησες να γράφεις το βιβλίο σου και ποια ήταν η αφορμή της συγγραφής του;Ξεκίνησα πριν κάποια χρόνια, όταν είχαν ξεκινήσει τα προβλήματα στο ALTER και βρέθηκα ξαφνικά να έχω πολύ ελεύθερο χρόνο από εκεί που δούλευα 15 ώρες την ημέρα. Ήθελα, λοιπόν, να τον καλύψω δημιουργικά. Στην αρχή δεν ήμουν πολύ καλά κι η συγγραφή του λειτούργησε ψυχοθεραπευτικά. Στην πορεία όμως όσο προχωρούσε το βιβλίο κι εξελισσόταν, όλο αυτό άρχισε να με κερδίζει και να μου αρέσει με αποτέλεσμα μέρα με τη μέρα ανυπομονούσα να γυρίσω σπίτι για να συνεχίσω την ιστορία. Την έβλεπα ως ένα ζωντανό οργανισμό που αναπτυσσόταν.
Συναισθήματα κατά τη διάρκεια του συγγραφικού «ταξιδιού»;Πολλά συναισθήματα και διαφορετικά. Υπήρχαν στιγμές συγκίνησης γιατί ήταν ένα κομμάτι του εαυτού μου που το διάβαζα, στιγμές ανασφάλειας που αναρωτιόμουν τι πας να κάνεις –όπως κάθε φορά που κάνεις κάτι τόσο καινούργιο -, στιγμές χαράς αλλά και φόβου. Εξάλλου χρειάστηκαν αρκετά χρόνια για να το ολοκληρώσω κι υπήρχε μεγάλη γκάμα συναισθημάτων.
"Στην παρουσίαση του βιβλίου μου ήμουν πολύ συγκινημένη γιατί δεν περίμενα πως όλο αυτό θα πάρει σάρκα κι οστά."
«Όλα για λίγο Παράδεισο» είναι ο τίτλος του πρώτου σου βιβλίου; Πώς γεννήθηκε;Στην αρχή είχαμε σκεφτεί μαζί με τον εκδοτικό οίκο Ψυχογιός έναν άλλο τίτλο και μάλιστα για αρκετό διάστημα τον χρησιμοποιούσαμε όταν επικοινωνούσαμε για το βιβλίο. Στην πορεία όμως τα δικαιώματα του τίτλου ήταν κατοχυρωμένα και χρειάστηκε να τον αλλάξουμε. Ύστερα από brainstorming, σκέφτηκα μερικούς τίτλους και καταλήξαμε σε αυτόν που ήταν κι ο αγαπημένος μου εξαρχής.
Η Λήδα –βασική ηρωίδα- είναι μια γυναίκα που αναζητά συνεχώς το τέλειο μέχρι που συνειδητοποιεί πως η χαρά βρίσκεται στα απλά πράγματα. Υπάρχουν κοινά σημεία με τη Σταματίνα και την πρωταγωνίστρια της ιστορίας;Το βιβλίο κατά βάση στηρίζεται στη μυθοπλασία αλλά σίγουρα έχω δώσει κάποια δικά μου στοιχεία στη Λήδα κυρίως στο κομμάτι της λύτρωσης που υπάρχει έντονο στην αρχή και στο τέλος του βιβλίου. Κι αυτό επειδή την είχα παιδέψει πολύ στις υπόλοιπες σελίδες κι ήθελα τελικά να της χαρίσω την ευτυχία. Συναισθήματα που αποκόμισα κι εγώ μέσα από το ταξίδι μου στην ψυχανάλυση, μέσα από ένα μάθημα αυτοπεποίθησης κι αυτογνωσίας που κάνω κι ήθελα να χαρίσω αυτά τα συμπεράσματα στην ηρωίδα μου και κατ’ επέκταση στις αναγνώστριες του βιβλίου μου.
Ο σύζυγός σου ήταν ο πρώτος αναγνώστης και κριτής της συγγραφικής σου δουλειάς;Ήταν ο πρώτος που το έμαθε αλλά επειδή είναι ένα κυρίως γυναικείο βιβλίο, όταν έγραψα τα πρώτα 5 κεφάλαια τα εκτύπωσα επί τρεις φορές κι έδωσα από ένα αντίτυπο στην αδερφή μου, σε μία αγαπημένη μου φίλη και σε μία γυναίκα που εμπιστεύομαι τη γνώμη της κι είναι σημαντική για μένα. Μετά από ένα περίπου μήνα ζήτησα τη γνώμη τους και μάλιστα και στις τρεις περιπτώσεις είχα κοινές παρατηρήσεις. Από εκεί και πέρα το προχώρησα και το ολοκλήρωσα.
Φόβος για τους επικριτές;Ήταν κάτι που το περίμενα, το ήξερα αλλά ίσως όχι σε αυτό το βαθμό. Είμαι σκληρή στην κριτική γιατί όταν κάνεις μια δουλειά που έχεις μάθει να εκτίθεσαι, την αντέχεις. Απλά η μοναδική παράκληση μου είναι πως όσοι πούνε αρνητικά ή θετικά σχόλια, πρώτα να έχουν μία ολοκληρωμένη άποψη για το βιβλίο. Όχι τι φαντάζονται, τι νομίζουν, τι περιμένουν αλλά να το διαβάσουν! Στην Ελλάδα έχουμε το κακό συνήθειο να απορρίπτουμε κάτι πριν καν το γνωρίσουμε. Δυστυχώς αυτό έγινε από πολλούς και με το βιβλίο μου. Δεν θεωρώ όμως ότι αυτό θα μείνει τελικά. Θα μείνει αυτό που έκανα και ήδη λαμβάνω πολλά σχόλια στα social media από ανθρώπους που το έχουν διαβάσει. Κι είναι ιδιαίτερα συγκινητικό για μένα να ανακαλύπτουν αυτό το κομμάτι του εαυτού μου, που έχει μπει σε τόσα άλλα σπίτια, και να σχολιάζουν τη ‘γεύση’ που τους άφησε. Και νομίζω ότι τελικά αυτό θα κρατήσω από όλη αυτή την ιστορία.
Άγχος για την ανταπόκριση του κόσμου;Είχα κι έχω καθώς είναι κάτι που τώρα έχει ξεκινήσει και για το οποίο θα μπορώ να ξέρω πώς πήγε μετά από ένα εξάμηνο. Γιατί το βιβλίο είναι κάτι που σιγά-σιγά ταξιδεύει από σπίτι σε σπίτι και από στόμα σε στόμα. Κι επειδή είναι κάτι δικό μου και καινούργιο έχω την ανασφάλεια αλλά και την επιθυμία να αγαπηθεί.
Υπάρχουν μελλοντικά συγγραφικά σχέδια;Προς το παρόν θέλω να απολαύσω αυτό που μου συμβαίνει με το «Όλα για λίγο παράδεισο» κι επειδή έχουμε κανονίσει με τον εκδοτικό οίκο να παρουσιάσουμε το βιβλίο σε κάποιες μεγάλες πόλεις σε όλη την Ελλάδα, προς το παρόν όλη η προσοχή μου είναι στραμμένη σε αυτό το βιβλίο. Τώρα έχει ξεκινήσει το "ταξίδι" του και θέλω όσο μπορώ να το ζήσω και να το απολαύσω. Πολλές φορές στη ζωή βάζουμε ένα στόχο και μόλις πραγματοποιείται πάμε στον επόμενο αντί να τον χαρούμε και να το γιορτάσουμε. Για μένα αυτό το βιβλίο ήταν μεγάλο όνειρο και θέλω να το ζήσω όσο πιο πολύ μπορώ.