Κώστας Καρυωτάκης: Ο ανεκπλήρωτος έρωτας του πιο μελαγχολικού ποιητή με τη γυναίκα «με τα μαύρα μάτια και το εντυπωσιακό κορμί» που εμπνέει κάθε γενιά
Έλενα Κρητικού
11 Νοεμβρίου 2020
Η μορφή του Κώστα Καρυωτάκη δεν χάνεται στον χρόνο, ζωντανεύει μέσα από κάθε ποιητική του λέξη και κάθε τωρινό έρωτα που πάει να συναγωνιστεί την ένταση των συναισθημάτων, που κάποτε βίωσε ο ίδιος για εκείνη τη σαγηνευτική κοπέλα με τα "μαύρα μάτια και το εντυπωσιακό κορμί", τη Μαρία Πολυδούρη.
Σύμφωνα με το Γρηγοριανό ημερολόγιο, ο πιο μελαγχολικός ποιητής είδε για πρώτη φορά το φως του κόσμου στις 11 Νοεμβρίου του 1896 παρόλο που το Ιουλιανό δείχνει ότι γεννήθηκε στις 30 Οκτωβρίου του ίδιου χρόνου. Ο Καρυωτάκης βάλθηκε να εμπλουτίσει τον κόσμο στο σύντομο της ζωής του, με συναισθήματα και λέξεις που κρύβουν και περιγράφουν τον έρωτα με μια ασύγκριτη δυναμική. Ο σπουδαίος ποιητής της γενιάς του 1920, του οποίου τα έργα έχουν μεταφραστεί σε περισσότερες από 30 γλώσσες, γεννήθηκε στην Τρίπολη Αρκαδίας ενώ στην ηλικία των 16 άρχισε δειλά- δειλά να δημοσιεύει τα πρώτα του ποιήματα σε παιδικά περιοδικά.
Το 1917 απέκτησε το πτυχίο της Νομικής αλλά το ποιητικό του ταλέντο ήταν αρκετά δυνατό για να παραδίνεται συχνά στον ειρμό των σκέψεων του, που καταγράφονταν με μεγάλη επιτυχία στις σελίδες των έργων του. Τέσσερα χρόνια αργότερα, συναντά τον έρωτα της ζωής του και αυτή η γνωριμία στέκεται η μεγαλύτερη έμπνευση των ποιητικών συλλογών, που άφησε στο κοινό, φεύγοντας από τη ζωή. Η Μαρία Πολυδούρη ήταν εκείνη η γυναίκα, που κατάφερε να μπει στην καρδιά του μοναχικού νέου που δεν εκτιμούσε πολύ τον εαυτό του και είχε πολλές ανασφάλειες ενώ άφηνε την πένα του να εκφράσει τον πλούσιο αλλά κλειστό συναισθηματικό του κόσμο.
Η θυελλώδης γνωριμία με τη Μαρία Πολυδούρη που έγινε σύμβολο του πλατωνικού έρωτα
Οι δύο έντονες ποιητικές προσωπικότητες συναντήθηκαν για πρώτη φορά τον Δεκέμβριο του 1921 στη Νομαρχία Αθηνών όπου εργάζονταν ως δημόσιοι υπάλληλοι. Ανάμεσά τους αναπτύχθηκε σύντομα ένας έντονος έρωτας, που δεν μπορούσε κανείς από τους δυο τους να τον παραβλέψει. Το καλοκαίρι του 1922, ο Καρυωτάκης ανακάλυψε ότι έπασχε από σύφιλη, ασθένεια που τότε ήταν ανίατη και αποτελούσε κοινωνικό στίγμα. Ειδοποίησε αμέσως την αγαπημένη του Μαρία και της ζήτησε να χωρίσουν. Εκείνη του πρότεινε να παντρευτούν χωρίς να κάνουν παιδιά, όμως εκείνος αρνήθηκε τη θυσία της. Η Μαρία δεν πείστηκε για την ειλικρίνεια του και θεώρησε ότι η ασθένεια του ήταν πρόσχημα του συντρόφου της για να την εγκαταλείψει.
Εκείνος, ένας μελαγχολικός νέος με χαμηλή αυτοεικόνα κι εκείνη, μια χειραφετημένη νεαρή με φεμινιστικές ιδέες και έναν ιδιαίτερα προκλητικό χαρακτήρα για την εποχή, μια όμορφη κοπέλα με "μαύρα μάτια και εντυπωσιακό κορμί". Όταν τελικά η Πολυδούρη ήρθε σε ρήξη με τον Καρυωτάκη, αρραβωνιάστηκε με τον δικηγόρο Γεωργίου. Το 1926 στο Παρίσι η Πολυδούρη προσβλήθηκε από φυματίωση και νοσηλεύθηκε στην Ελλάδα στο νοσοκομείο Σωτηρία όπου το 1928 την επισκέφτηκε ο Καρυωτάκης. Οι δυο νέοι άφησαν την τελευταία τους πνοή σε μικρή ηλικία. Η κλονισμένη τους υγεία θεωρήθηκε αποτέλεσμα του ανεκπλήρωτου έρωτά τους, κάτι που ωστόσο δεν αποδείχτηκε ποτέ.
Στις 21 Ιουλίου 1928, ο ποιητής και πεζογράφος, Κώστας Καρυωτάκης βάζει τέλος στη ζωή του αφήνοντας εκτός από μια σημαντική πολιτιστική κληρονομιά, πολλά αναπάντητα ερωτήματα ως προς τα αίτια της αυτοκτονίας του.
Επιστρέφοντας στο ατελέσφορο του έρωτα του με την Πολυδούρη, ο συνεσταλμένος Κώστας Καρυωτάκης θεωρούσε ότι κινδύνευε να στιγματιστεί ως ποιητής στα μάτια του κόσμου από εκείνη, η οποία δεν δίστασε να του κάνει ακόμη και πρόταση γάμου. Η σχέση που αναπτύχθηκε μεταξύ τους ήταν πολύ έντονη, αλλά ποτέ δεν ολοκληρώθηκε. Ο ποιητής, αν και όπως φάνηκε από τα ποιήματά του αγαπούσε την Πολυδούρη, αρνήθηκε τελικά τον έρωτά της. Σε εμάς έμειναν μόνο εκείνα τα ποιήματα που θα κρατούν ζωντανή τη μεγάλη τους αγάπη και κυρίως εκείνο το μελαγχολικό αλλά τόσο δυνατό "Μόνο γιατί μ' αγάπησες" που μελωποιήθηκε και ερμηνεύτηκε μοναδικά από την Ελευθερία Αρβανιτάκη.
Ο έρωτας τους συνεχίζει να αποτελεί πηγή έμπνευσης αφού περιείχε στην πλατωνική του μορφή όλα τα ιδανικά, που οφείλει να πρεσβεύει κάθε άνθρωπος όταν έρχεται αντιμέτωπος με το καταιγιστικό, ασύγκριτο και πηγαίο αυτό αίσθημα!