Ποια ήταν η Madame X, η Aμερικανίδα Μόνα Λίζα που σκανδάλισε την τέχνη
Μάρθα Κουμπάνη
9 Ιουλίου 2021
Κοιτάζει προς τα δεξιά σε μια μεσαία απόσταση, τα χείλη της είναι ερμητικά κλειστά. Το δεξί της χέρι στηρίζεται σε ένα γυμνό ξύλινο τραπέζι, ενώ το αριστερό της χέρι, στολισμένο με ένα γαμήλιο δαχτυλίδι, σφίγγει μια βεντάλια που κρατά κοντά στο μαύρο βελούδινο φόρεμά της. Τα μαλλιά της είναι πιασμένα και αφήνουν γυμνούς τους ώμους εκτός από δύο τιράντες που συγκρατούν το κλασικό φόρεμα. Στα μαλλιά της υπάρχει μια μικρή διαμαντένια τιάρα. Η επιδερμίδα της Madame X είναι λευκή σαν το γάλα.
Το πορτρέτο που ζωγράφισε ο John Singer Sargent για την λεγόμενη «Madame X», ζωγραφισμένο το 1884 βρίσκεται τώρα στη συλλογή του Μητροπολιτικού Μουσείου Τέχνης στη Νέα Υόρκη, έχει σκανδαλίσει την τέχνη. Το αυστηρό πρόσωπο και το ψευδώνυμο έχουν δημιουργήσει ένα μυστήριο γύρω από την Αμερικανίδα Μόνα Λίζα. Αλλά το μυστήριο και η ανωνυμία της, δεν είναι αποτέλεσμα χαμένων ιστορικών εγγράφων ή κάλυψης καλλιτεχνικών αποτυπωμάτων. Η Madame X, τόσο γοητευτική όσο και αινιγματική, ήταν κάποτε μια διασημότητα - προτού όλα καταρρεύσουν.
Το πορτρέτο της Madame X του John Singer Sargent προκάλεσε ένα τεράστιο σκάνδαλο στο ντεμπούτο του στο Παρίσι το 1884, εν μέρει επειδή έδινε έμφαση στη σεξουαλική γοητεία μιας παντρεμένης γυναίκας. Στο πρωτότυπο έργο η μία τιράντα του μαύρου φορέματος της, πέφτει νωχελικά.
Γεννήθηκε η Virginie Amélie Avegno, στη Νέα Ορλεάνη. Ο πατέρας της πέθανε, πολεμώντας για τη Συνομοσπονδία στη Μάχη της Σιλόχ το 1862. Το 1866 πέθανε και ο μικρός αδερφός της, λόγω πυρετού. Η χήρα μητέρα της την πήρε και έφυγαν στο Παρίσι το 1867. Η Πόλη του Φωτός έμοιαζε σαν όνειρο μετά την καταστροφή του Εμφυλίου Πολέμου και η Amélie πήγε στο Παρίσι για να παντρευτεί έναν τραπεζίτη με τα διπλά της χρόνια, τον Pierre Gautreau.
Δεν ήταν όμορφη, ήταν όμως πολύ ελκυστική. Μάλιστα σύμφωνα με έναν βιογράφο του Sargent, όχι μόνο φορούσε πούδρα αλλά και κατανάλωνε αρσενικό (μια λιγότερο τοξική ουσία) για να δείχνει πιο λευκή και άχρωμη η επιδερμίδα της.
Ο λαιμός της θύμιζε ελάφι και κάθε καλλιτέχνης ήθελε να την φτιάξει σε μάρμαρο ή χρώμα.
Ωστόσο, παρόλο που είχε θαυμαστές και αρκετά χρήματα, αγωνίστηκε σκληρά για να ανέβει στην κορυφή της παρισινής κοινωνίας. Αυτή, και η φιλόδοξη μητέρα της, ήθελαν να ακουστεί το όνομά της. Και ο νεαρός John Singer Sargent, ο οποίος επιθυμούσε την αναγνώριση, ήταν πρόθυμος να το κάνει.
Το Salon του 1884 σηματοδότησε την έκτη φορά που ο Sargent συμμετείχε στη σημαντικότερη έκθεση τέχνης της Γαλλίας. Ήξερε ότι το πορτρέτο της κυρίας Gautreau ενείχε ρίσκο. Αλλά ποτέ δεν είχε τόσο κακές κριτικές. Οι κριτικοί συνέκριναν τους τόνους του δέρματος της με εκείνους ενός πτώματος. Οι εφημερίδες δημοσίευσαν κινούμενα σχέδια και σατιρική ποίηση που κοροϊδεύαν τόσο τον καλλιτέχνη όσο και το μοντέλο.
Παρότι ο ζωγράφος είχε την έγκριση της να αναδείξει με αυτόν τον τρόπο τον αισθησιασμό και το σεξαπίλ της, η οικογένειά της έγινε έξαλλη με τις κριτικές. Εκείνη έμεινε στην Γαλλία να προσπαθεί να γίνει μέρος της ελίτ της κοινωνίας. Καθώς μεγάλωνε, ζούσε πια χωριστά από τον σύζυγό της. Λέγεται μάλιστα ότι ξεκρέμασε όλους τους καθρέφτες από το σπίτι της και ζούσε στη σκιά.
Εκείνος κατάλαβε ότι δεν θα αγόραζαν άλλο έργο του. Έτσι έφυγε στη Βρετανία και δεν ξαναζωγράφισε ποτέ. Κράτησε όμως τον πίνακα στην αφάνεια μέχρι το 1916, έναν χρόνο μετά τον θάνατό της, όταν το πούλησε στο Met. Έγραψε σε έναν από τους επιμελητές του μουσείου: «Θα προτιμούσα, η εικόνα να μην έχει το όνομά της». Έτσι ονομάστηκε Madame X: μια γυναίκα γνωστή, άγνωστη. Το όνομά της σβήστηκε από τον πίνακα, αλλά η εικόνα της παραμένει διάσημη, πιο διάσημη και από την ίδια.
Φωτογραφίες: Wikipedia
Δείτε ακόμη: Ένα ζευγάρι αναδημιούργησε κλασικούς πίνακες ζωγραφικής μέσα στην καραντίνα