Εν οίκω: Ο Βασίλης Πέρρος μας καλεί στο ζωγραφικό του καταφύγιο, εμπνευσμένο από την πανδημία
Έλενα Κρητικού
18 Φεβρουαρίου 2022
Ένα ζωγραφικό καταφύγιο με εικόνες, σύμβολα, παραλληλισμούς, έννοιες και πολλαπλές ερμηνείες. Η έκθεση «Εν οίκω» του Βασίλη Πέρρου είναι ακριβώς αυτό ή μάλλον πολλά περισσότερα αφού δημιουργήθηκε μέσα στην πανδημία και άντλησε όλη την έμπνευση από τη νέα κανονικότητα.
Από το ξεκίνημά της, κατόπιν με τη συνθήκη του εγκλεισμού, ο ζωγράφος δεν έμεινε ερμητικά κλεισμένος, αλλά «κρυφοκοιτούσε» στα σπίτια. Περνούσε το αδιάκριτο βλέμμα του μέσα από τις χαραμάδες κι έριχνε τον φακό του για να συλλάβει τα τεκταινόμενα του σημερινού σπιτιού σε κάθε λεπτομέρεια και παρόλο που θα περίμενε κανείς να δει μια πεσιμιστική προσέγγιση, η τέχνη του ζωγράφου τον διαψεύδει.
«Ο Πέρρος δεν σε καταθλίβει. Αντίθετα, σε παρηγορεί», γράφει ο ιστορικός τέχνης Γιώργος Μυλωνάς. «Τρέφει απέραντη αγάπη και ευαισθησία για τους ανθρώπους που πάσχουν. Και η ζωγραφική του αύρα μέσα από μεγαλειώδη μικροπράγματα – σε μια ανθοστήλη, στην παρέα ενός ζώου, στ’ αναμμένο καντήλι, στη ζεστασιά του χαλιού - περνά από τα σπίτια και σε συμφιλιώνει με τη μοίρα, με τον πόνο των ανθρώπων και των πραγμάτων».
Με οδηγό τα λόγια του Νίκου Καζαντζάκη: «Έχεις πινέλα και χρώματα. Ζωγράφισε τον Παράδεισο και μπες μέσα», ο δημιουργός της έκθεσης περνάει ένα αισιόδοξο μήνυμα, χρησιμοποιώντας ως κεντρική έννοια τον «οίκο» που πέρα από το ότι κάποιες φορές απομονώνει και συνθλίβει, είθισται να προστατεύει και να ενώνει.
Όπως περιγράφει ο Βασίλης Πέρρος:
«Το μεδούλι της έκθεσης είναι βαθιά αισιόδοξο. Στο χέρι μας είναι να ορίσουμε τα πλαίσια της ζωής μας και να την ζήσουμε όπως εμείς θέλουμε. Καμιά φορά είναι εύκολο, άλλες πάλι όχι. Το αν στον ιδιωτικό χώρο του οίκου μας νιώθουμε εγκλωβισμένοι και δυστυχείς ή ελεύθεροι και δημιουργικοί εξαρτάται από εμάς. Τα έργα της έκθεσης απλά μας το υπενθυμίζουν σαν άλλος Καζαντζάκης, κλείνοντάς μας το μάτι».
Βασικοί πρωταγωνιστές της έκθεσής του είναι οι καθημερινοί άνθρωποι και το σπίτι γίνεται το πεδίο όπου εξελίσσεται η σύγχρονη πραγματικότητα σε δύο αντίθετες διαστάσεις πίσω από τις κλειστές πόρτες. Στις δύο διαστάσεις καθρεφτίζεται ο ζωτικός χώρος όπου ο κόσμος βίωσε τα τελευταία χρόνια την πρωτόγνωρη δοκιμασία του εγκλεισμού υπό τον φόβο της αόρατης απειλής.
Καθένας μπορεί να βρει τον εαυτό του εκεί και οι προσωπικές ιστορίες γίνονται υπόθεση συλλογική. Το κεντρικό έργο που συμπυκνώνει την ιδέα του Βασίλη Πέρρου, φέρει τον τίτλο "Exit" και είναι αποτέλεσμα ενός συνόλου από ιστορίες που λειτουργούν αυτόνομα κι όλες μαζί έχουν τη λογική «πολυκατοικίας».
Ας αφήσουμε όμως τον ίδιο να τα περιγράψει καλύτερα.
Τι ακριβώς επιχειρεί να μεταφέρει το κεντρικό σας έργο με τίτλο "Exit" και γιατί επιλέξατε να το βαφτίσετε έτσι;
Το "Exit" είναι ένα 17πτυχο σπονδυλωτό έργο μεγάλων διαστάσεων που απεικονίζει μία πολυκατοικία σε τομή, βγάζοντας την ιδιωτική ζωή των ενοίκων σε κοινή θέα. Κάθε κομμάτι του και ένα διαφορετικό διαμέρισμα. Μέσα στους τοίχους του ξετυλίγονται καθημερινές ιστορίες ανθρώπων διαφορετικής ηλικίας, εθνικότητας και κοινωνικής τάξης: ο χαοτικός καλλιτέχνης, ο θρησκόληπτος ηλικιωμένος, η γεροντοκόρη με τις γάτες της, η ενοχική ιερόδουλη, ο εθισμένος συγγραφέας, ο καταπιεσμένος ομοφυλόφιλος και άλλοι χαρακτήρες της διπλανής πόρτας δημιουργούν ένα ετερόκλητο αφηγηματικό μωσαϊκό. Μόνο κοινό τους χαρακτηριστικό τα υπερμεγέθη κεφάλια που θυμίζουν μαριονέτες. Μαριονέτες ενός θλιβερά ρεαλιστικού κουκλοθέατρου με αόρατα νήματα, θιασώτες του οποίου είμαστε όλοι, ηθελημένα ή μη.
Παρ’ όλες τις δύσκολες καταστάσεις μοναξιάς και απομόνωσης που πραγματεύεται το έργο, ο πυρήνας του είναι βαθιά αισιόδοξος. Το κεντρικό «δωμάτιο» απεικονίζει ένα παιδί που κουκουλωμένο με το πάπλωμά του δημιουργεί ένα «σπίτι» μέσα στο σπίτι (η έμφυτη ανάγκη των παιδιών να ορίσουν τον δικό τους χώρο). Με ένα φακό στο σκοτάδι, σχεδόν συνωμοτικά από τον κόσμο των μεγάλων, ανακαλύπτει την μαγεία σε ένα βιβλίο, πιθανότατα παιδικό παραμύθι. Τα γράμματα ξεπηδούν απ’ το κείμενο και σχηματίζουν την λέξη "magic happens". Μετά από εκεί, η χωροταξία του έργου είναι τέτοια που οδηγεί το βλέμμα σε ένα ολόφωτο άνοιγμα που υπάρχει στην οροφή του δώματος. Η φωτεινή επιγραφή Exit μας προτρέπει να βγούμε έξω στο φως, να μην εγκλωβιστούμε μέσα. Η πραγματική ζωή είναι έξω. Το έργο είναι ανοιχτό προς τον κόσμο, αναπνέει και αφήνει στο τέλος μία αισιόδοξη επίγευση ελευθερίας. Γι’ αυτό ονομάστηκε Exit.
Ποια ήταν η βασική πηγή έμπνευσης πίσω από τη δημιουργία της έκθεσής σας;
Το 2019 άρχισα μια ενότητα έργων που είχα στο μυαλό μου από καιρό με θέμα τον «οίκο». Τα πρώτα έργα απεικόνιζαν συμπαγή, προστατευτικά σπίτια με βαθιά θεμέλια και χοντρούς τοίχους που θάλπουν και ενώνουν τα μέλη της οικογένειας κάτω από την σκέπη τους.
Κι ύστερα ήρθε η καραντίνα. Ο οίκος άρχισε σταδιακά να περιορίζει, να εγκλωβίζει. Σαν μία αγκαλιά που από προστατευτική, έγινε πλέον ασφυκτική και πιέζει όλο και περισσότερο όποιον βρίσκεται μέσα της. Κι έτσι, η όλη ατμόσφαιρα εκείνης της περιόδου αποτυπώθηκε στα έργα χωρίς καν να το καταλάβω. Τι περίεργο! Η ζωή είχε γράψει από μόνη της το δικό της σενάριο στη δουλειά μου αλλάζοντας εντελώς το νόημά της. Έτσι ξεπηδούν από την έκθεση ηθελημένα ή υποσυνείδητα, θέματα ιδιωτικότητας, κοινωνικής απομόνωσης, ψηφιακού εθισμού, ψυχικής και σωματικής βίας πίσω από κλειστές πόρτες αλλά και οικογενειακής θαλπωρής, στοργής, βαθιάς φιλίας, ζωτικού ιδιωτικού χώρου και κοινωνικοποίησης.
Τι συμβολίζει η «πολυκατοικία» στην έκθεση και τι συναισθήματα δημιουργούνται στη θέα της αυτά τα δύο χρόνια;
Μεγάλωσα τη δεκαετία του ’80 στο Χαλάνδρι που τότε είχε πολύ αραιή δόμηση και έχοντας αυτή την εικόνα ως παιδικό βίωμα, ο πυκνός αστικός ιστός του κέντρου μου φαινόταν κάτι το αλλότριο και τον αντιμετώπιζα με δέος. Δεν μπορούσε να χωρέσει το παιδικό μου μυαλό ότι σαν να μην φτάνει ο κόσμος να απλωθούμε κατά μήκος του και εμείς επεκτεινόμαστε προς τα πάνω.
Η θέα λοιπόν των μικροσκοπικών μπαλκονιών που στριμώχνονταν ντουλάπες, γλάστρες, ποδήλατα, σκισμένες τέντες και κουτιά κλιματιστικών, μου προκαλούσε θλίψη. Αυτό το συναίσθημα κατά τη διάρκεια της καραντίνας ξανάρθε στην επιφάνεια. Σκεφτόμουν τους ανθρώπους στοιβαγμένους στα πανομοιότυπα και μικροσκοπικά κουτάκια τους σαν βιβλία στριμωγμένα σε ραφιέρες. Αυτή την αίσθηση επιχειρώ να περάσω σε κάποια από τα έργα της έκθεσης: την έννοια της πολυκατοικίας, όχι όμως ως ομαδικότητα και συλλογική συμβίωση αλλά ως τυποποίηση και εγκλεισμό.
Ποιο διαμέρισμα θα λέγατε ότι απεικονίζει τη νέα κανονικότητα, στην οποία καλούμαστε να προσαρμοστούμε;
Υπάρχει κάπου στο έργο "Exit" ένα ανδρόγυνο που με το παιδάκι τους βλέπουν τηλεόραση, φορώντας γυαλιά 3D και έχουν βγάλει ρίζες στα πόδια τους. Νομίζω είναι χαρακτηριστικό της νέας πραγματικότητας: έγχρωμη TV, ασπρόμαυρη ζωή. Ζούμε την εποχή της τρισδιάστατης εικόνας και της επίπεδης πραγματικότητας. Ένα άλλο έργο, το Homo ethernetus, δείχνει ένα μωρό που αντί για στόμα έχει μια θύρα Ethernet.
Τον ρόλο της τροφής έχει η εύκολη πληροφορία. Ως εκπαιδευτικός έχω διαπιστώσει ότι πολλά παιδιά δεν ξέρουν καν πώς να ψάξουν σε εγκυκλοπαίδεια. Αν δεν γκουγκλάρουν την πληροφορία είναι νεκρά. Η νέα κανονικότητα φαίνεται να αντικατοπτρίζεται στο ίντερνετ, στις selfies, στα hashtag, στους influencers. Όλα αυτά με σπρώχνουν βίαια σε μία εποχή που δεν ξέρω αν θέλω να μπω. Αλίμονο σε όσους μείνουμε αναλογικοί σε μία εποχή ψηφιακή.
Όμως για να μην νομίσουν οι αναγνώστες ότι είμαι αφοριστικός σαν κάτι οπισθοδρομικούς ηλικιωμένους που εμμονικά νοσταλγούν την νιότη τους, αυτή η ζοφερή πραγματικότητα που περιέγραψα, παρουσιάζεται μόνο στα 2 αυτά έργα. Ένα μεγάλο μέρος της έκθεσης κοιτά αισιόδοξα το μέλλον και υποδέχεται με θέρμη τα νέα δεδομένα μιας εποχής που καλπάζει και καλούμαστε να την ακολουθήσουμε. Άλλωστε «ό,τι δεν προσαρμόζεται, πεθαίνει».
Ποια χρώματα θα δίνατε στην πανδημία αν παίρνατε πινέλα και χρώματα για να τη ζωγραφίσετε και ποια κυριαρχούν στην τωρινή σας έκθεση;
Την πανδημία θα την απεικόνιζα με αποχρώσεις του ανοιχτού μοβ. Είναι ένα χρώμα ύπουλο και μυστηριώδες: ευχάριστο στο μάτι, δεν φωνάζει αλλά ξέρει καλά να κρύβει τον υποδόρια πένθιμο χαρακτήρα του. Έτσι και η πανδημία, δεν κραυγάζει όπως ας πούμε ο πόλεμος ή μία φυσική καταστροφή αλλά αφήνει αθόρυβα και διακριτικά το θανατικό της αποτύπωμα.
Στα έργα της έκθεσης προσπάθησα να έχω ει δυνατόν όλη την γκάμα των χρωμάτων, από ψυχρά μέχρι έντονα θερμά. Πράγματι όποιος περιηγηθεί στους χώρους της γκαλερί θα διαπιστώσει πως πρόκειται για απρόσμενα κολορίστικη δουλειά για τα δεδομένα μου, (γενικά είμαι χρωματοφοβικός ζωγράφος). Αυτή η χρωματική έξαρση έγινε απολύτως συνειδητά για να αντισταθμίσει τυχόν βαρύ γενικό αποτύπωμα της όλης έκθεσης. Άλλωστε αυτό επιτάσσει και η εποχή. Όσο δύσκολα και αν περνάμε, με το κατάλληλο φίλτρο χρώματος και νεότητας, όλα δείχνουν τέλεια!
INFO
Βασίλη Πέρρος
εν οίκω
Διάρκεια έκθεσης: 17 Φεβρουαρίου – 12 Μαρτίου 2022
ΓΚΑΛΕΡΙ ΣΚΟΥΦΑ
Σκουφά 4, Κολωνάκι, 10673
*Ο Βασίλης Πέρρος γεννήθηκε το 1981 στην Αθήνα, όπου ζει και εργάζεται. Σπούδασε στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών (1999-2005). Έχει πραγματοποιήσει 7 ατομικές και έχει συμμετάσχει σε πάνω από 50 ομαδικές εκθέσεις σε Ελλάδα και εξωτερικό. Έχει φιλοτεχνήσει µε έργα του εξώφυλλα βιβλίων και δίσκων και έχει επιμεληθεί σκηνογραφικά θεατρικές παραστάσεις