Ροζ-μπλε, κούκλες-στρατιωτάκια, μαγειρική-μαστορέματα, ευαισθησία-σκληρότητα, γυναίκα-άντρας. Κάπως έτσι οριζόταν – παρελθοντικός χρόνος γιατί θέλω να είμαι αισιόδοξη – για πολλά χρόνια το δίπολο των δύο φύλων, το καθένα με τα δικά του χαρακτηριστικά γνωρίσματα, τα οποία ξεκινούσαν από τα παιχνίδια και το ντύσιμο και έφταναν ως τον επαγγελματικό προσανατολισμό, τα χόμπι, καταλήγοντας να προσδιορίζουν την συνολική συμπεριφορά του ατόμου, τον χαρακτήρα του και σε ορισμένες περιπτώσεις και την ίδια του την προσωπικότητα.
Ο τρόπος με τον οποίο ορίζονταν κοινωνικά τα δύο φύλα για αιώνες έχει εντυπωθεί σε τόσο μεγάλο βαθμό μέσα μας και μέσα στις κοινωνίες μας, που τείνουμε να εξισώνουμε τα βιολογικά χαρακτηριστικά τους με τα κοινωνικά τους γνωρίσματα -γνωρίσματα κατασκευασμένα από τον άνθρωπο. Αυτός ο συσχετισμός, μάλιστα, έχει εντυπωθεί τόσο έντονα στο μυαλό μας, που τον αντιλαμβανόμαστε πλέον ως φύσει, θεωρώντας «αφύσικο» οτιδήποτε δεν συμβαδίζει με αυτόν: ένα αγοράκι που παίζει με κούκλες, μία γυναίκα που οδηγεί φορτηγό ή ασχολείται με το ποδόσφαιρο, έναν άντρα που πλένει πιάτα ή κλαίει σε μία συγκινητική ταινία.
Τα συγκεκριμένα παραδείγματα, ασφαλώς, δεν είναι τυχαία. Είναι δανεισμένα από το φυλλάδιο το οποίο, όπως κυκλοφόρησε τις προηγούμενες ημέρες στο ίντερνετ, δόθηκε σε μαθητές του δημοτικού, με το ζητούμενο να κατατάξουν τις προτάσεις που περιελάμβανε σε «αγορίστικες» και «κοριτσίστικες», διαιωνίζοντας, φυσικά, μία σωρεία στερεοτύπων, που τον 21ο αιώνα προσπαθούμε -με δυσκολία απ’ ότι φαίνεται- να ξεπεράσουμε.