Είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Μάθετε τις διαφορές και τι μπορείτε να κάνετε για να νιώσετε καλύτερα.

Δυστυχώς όλοι έχουμε βιώσει την κούραση ή την εξάντληση. Όταν θες να κοιμηθείς και δεν μπορείς, όταν κοιμάσαι αλλά για κάποιο λόγο δεν ξυπνάς ξεκούραστος, όταν βιώνεις ψυχοσωματικές ενοχλήσεις χωρίς να μπορείς να εξηγήσεις τους λόγους.
Διαβάζοντας λοιπόν το newsletter του Dr. Δημήτρη Τσουκαλά, ο οποίος είναι Διδάκτωρ Πανεπιστημίου UNI.NA. Federico II, και ειδικός στα Χρόνια Νοσήματα και τον Μεταβολισμό στο American College for the Advancement in Medicine, πήρα κάποιες απαντήσεις και νομίζω θα βοηθήσουν κι εσάς.
Ποια είναι η διαφορά μεταξύ κούρασης και εξάντλησης;Η κούραση επέρχεται φυσιολογικά μετά από μία ημέρα όπου πραγματοποιήσαμε αυτά που ζητήθηκαν από εμάς και νοιώθουμε πλέον ότι το σώμα μας έχει ανάγκη από ξε-κούραση και ανάπαυση ώστε να ανακτήσει τις δυνάμεις του.
Η κούραση συνοδεύεται από ανάγκη για ύπνο, καλό φαγητό και ηρεμία, ενώ μπορεί να νοιώθουμε:- το σώμα μας βαρύ
- μυϊκούς πόνους
- πρήξιμο
- υπνηλία
- βαρύ κεφάλι ή και
- πονοκέφαλο
Η εξάντληση προκύπτει όταν λειτουργούμε για μεγάλο διάστημα υπό συνθήκες στρες και άγχους και συνοδεύεται από υπερένταση, ταχυκαρδία και διαταραχή του ύπνου (λίγες ώρες, διακοπτόμενος ύπνος, δυσκολία να αποκοιμηθούμε).
Νοιώθουμε εξαντλημένοι όταν έχουμε αναγκάσει το σώμα μας να δουλέψει πέρα από τα όρια του για μεγάλο χρονικό διάστημα. Σε αυτή την περίπτωση, η ανάγκη για ξεκούραση δεν γίνεται αντιληπτή, δεν είναι όμως και εφικτή γιατί το στρες και η αδρεναλίνη που παράγεται δεν επιτρέπουν στο σώμα μας να χαλαρώσει και να ξεκουραστεί…
Από τις παραπάνω διαφορές είναι ξεκάθαρο ότι και η αντιμετώπιση πρέπει να είναι εντελώς διαφορετική στη κάθε περίπτωση, αγωγές που μπορεί να κάνουν καλό στην μία, μπορεί να επιδεινώσουν σημαντικά τη κατάσταση αν εφαρμοστούν στην άλλη.
Η εισαγωγή του λάθουςΤο πρόβλημα εντοπίζεται στο γεγονός, ότι μία κατάσταση ψυχικού στρες μπορεί να κρατήσει το σώμα σε υπερένταση για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα.
Το σώμα μας είναι γενετικά προγραμματισμένο, να χρησιμοποιεί αυτό τον μηχανισμό σε μία περίπτωση έκτακτης ανάγκης, περιορισμένης όμως διάρκειας. Η παρατεταμένη λειτουργία στα όρια, οδηγεί το σώμα στην εξάντληση οποιουδήποτε αποθέματος ενέργειας, απαραίτητων συστατικών, νευροδιαβιβαστών (ουσίες που μεταβιβάζουν νευρικά σήματα) και ορμονών. Αν ξαφνικά λυθεί το στρες, που έκανε το σώμα μας να λειτουργεί στα όρια του και το εξάντλησε, τότε οι μηχανισμοί που μας κρατούσαν σε ετοιμότητα σταματούν να λειτουργούν. Πέφτουμε έτσι σε μία κατάσταση βαθιάς κούρασης, υπνηλίας, κατακράτησης υγρών, πονοκεφάλων, με κρυάδες, ζαλάδες και συμπτώματα που θα ήταν ήπια και χαμηλής έντασης υπό κανονικές συνθήκες.
Το μέγεθος της εξάντλησης, η διάρκεια, το πόσο απότομα λύθηκε το πρόβλημα αλλά και η βιοχημική κατάσταση του οργανισμού (αποθέματα σε απαραίτητα συστατικά), καθορίζουν την ένταση των συμπτωμάτων που προκύπτουν.Όσο πιο έντονο είναι το στρες και όσο μεγαλύτερη είναι η διάρκεια του, τόσο περισσότερο εξαντλούνται όποια αποθέματα και δυνατότητες αποκατάστασης, από πλευράς του οργανισμού.
Αν αυτό συνδυαστεί με μια ξαφνική επίλυση του στρες τότε το σώμα μας μπορεί να καταρρεύσει και να ακολουθήσουν έντονα συμπτώματα ή να εμφανιστούν νοσήματα που μπορεί να απειλήσουν την υγεία μας
Τι μπορούμε να κάνουμε:Η τεχνολογία μας παρέχει σήμερα την δυνατότητα να μετρήσουμε και να αξιολογήσουμε ακριβώς ποια είναι η κατάσταση των αποθεμάτων σε μικροθρεπτικά συστατικά και βοηθάει τον γιατρό να προχωρήσει σε συγκεκριμένες ενέργειες αποκατάστασης της καλής υγείας.
Η μέτρηση και ακριβής αποκατάσταση τους κατά προτεραιότητα, θα ήταν το ιδανικό. Παρόλα αυτά μπορούμε από μόνοι μας να κάνουμε ως ελάχιστο τα παρακάτω:
- να τρώμε τροφές που έχουν υποστεί την ελάχιστη δυνατή επεξεργασία.
- να συμπληρώνουμε τη διατροφή μας με μια ισχυρή πολυβιταμίνη.
- να διατηρούμε βέλτιστα επίπεδα βιταμίνης D στο αίμα μας.
- να προγραμματίζουμε μια σταδιακή λύση των προβλημάτων που μας απασχολούν έντονα, αντί να προσανατολιζόμαστε σε απότομες και ξαφνικές αλλαγές.