Κάτι παραπάνω από έναν μήνα πριν, ανακοινώθηκε ότι τα αγαπημένα σινεμά του κέντρου της Αθήνας θα έκλειναν το ένα μετά το άλλο. Έπειτα από έντονες πιέσεις από θεσμικούς φορείς και των πολιτών, το Κεντρικό Συμβούλιο Αρχιτεκτονικής του Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, έπειτα από συνεδρίαση αποφάσισε να χαρακτηρίσει τα κτήρια των κινηματογράφων Ιντεάλ και Άστορ ως διατηρητέα.
Στο μεν Ιντεάλ, το οποίο λειτουργεί σε κτίριο που βρίσκεται στον περιβάλλοντα χώρο των διατηρητέων κτιρίων, Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο Αθηνών, κτίριο Prokesch Von Osten πρώην Ελληνικόν Ωδείον και Μέγαρο Σλήμαν Μελά, οι χώροι θα διατίθενται και για τη λειτουργία άλλων πολιτιστικών χρήσεων καθώς και η χρήση του Συνεδριακού Κέντρου.
Η έγκριση του Κεντρικού Συμβουλίου Αρχιτεκτονικής συνοδεύεται με όρους που αφορούν την πρόταση εκπόνησης Master Plan του οικοπέδου Ελευθερίου Βενιζέλου (Πανεπιστημίου) 46 για την αρχιτεκτονική μορφολογία, ογκοπλασία, χωροθέτηση, τροποποίηση, ανακατασκευή και τον καθορισμό των ορίων της περιοχής την οποία καταλαμβάνει η διατηρητέα χρήση στις νέες κτιριακές εγκαταστάσεις, στο πλαίσιο της γειτνίασης με τα περιβάλλοντα διατηρητέα κτίρια.
Όπως εξηγείται, «οι όροι στοχεύουν στο να υπογραμμίσουν τη σχέση των κινηματογραφικών αιθουσών, χώρων πολιτισμού με την ταυτότητα της τοπικής κοινωνίας αλλά και με τη φυσιογνωμία του κέντρου της Αθήνας. Η διατήρηση της χρήσης αυτής συμβάλλει στην ανάδειξη του τοπόσημου αυτού, που είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την ιστορική, αρχιτεκτονική και πολιτισμική ζωή της πόλης».
Το Άστορ, θα λειτουργεί αποκλειστικά ως σινεμά. Συγκεκριμένα, χαρακτηρίζεται διατηρητέα η χρήση του ιστορικού κινηματογράφου, ο οποίος λειτουργεί σε κτίριο που βρίσκεται στο ισόγειο επταώροφου κτιρίου (6 όροφοι και πατάρι με δώμα), χαρακτηρισμένου ως διατηρητέο (ΦΕΚ 314/Δ/21-05-84) και έργο τέχνης (ΦΕΚ 331/Β/9- 06-81), με την επωνυμία «Μέγαρο Εφεσίου».
«Το ΚΕΣΑ εκτίμησε ότι η διατήρηση χρήσεων πολιτισμού σε ιστορικά κτίρια της πόλης προσδίδει προστιθέμενη αξία στην ανάπτυξη του εκάστοτε ακινήτου και θεωρεί ότι τα επενδυτικά πλάνα αξιοποίησης του ιστορικού κτιριακού αποθέματος της Αθήνας θα πρέπει να συμβαδίζουν με την ανάδειξη της ιστορικής μνήμης και της καλλιτεχνικής αξίας, καθώς προκύπτουν αμοιβαία οικονομικά οφέλη. Δεν πρέπει να διακυβεύεται η απώλεια μιας σημαντικής πολιτιστικής δραστηριότητας για την πόλη της Αθήνας, της οποίας η αξία σε μετρήσιμους και μη μετρήσιμους όρους, είναι πολύ μεγάλη» καταλήγει η ενημέρωση.