Σύμφωνα με μελέτη του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, η παραγωγή τροφίμων οφείλεται για το ένα τέταρτο των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Συγκεκριμένα το κρέας και τα υπόλοιπα ζωικά προϊόντα ευθύνονται για παραπάνω από τις μισές εκπομπές, με τα χειρότερα να είναι το μοσχάρι και το αρνί.
Δεν είναι όμως όλες οι αγελάδες ίδιες· η εκτροφή βοδινών σε αποψιλωμένη γη παράγει κατά μέσο όρο 12 φορές περισσότερα αέρια από την εκτροφή σε φυσικό βοσκότοπο. Λόγω της καταστροφής του δάσους του Αμαζονίου, το μοσχαρίσιο κρέας από τη Νότια Αμερική είναι από περιβαλλοντική άποψη περισσότερο επιβλαβές από το βοδινό κρέας στην Ευρώπη, αν και φαινόμενα όπως οι δασικές πυρκαγιές στη χώρα μας το προηγούμενο καλοκαίρι μπορεί να επηρεάσουν τους αριθμούς τα επόμενα χρόνια.
Το αποτύπωμα άνθρακα μιας διατροφής χωρίς κρέας και γαλακτοκομικά είναι μικρότερο κατά δύο τρίτα από εκείνης ενός παμφάγου, σύμφωνα με την ίδια μελέτη και η αυστηρή χορτοφαγία φαίνεται πως είναι ο πιο αποτελεσματικός τρόπος να συμβάλλει κανείς στον περιορισμό της κλιματικής αλλαγής· ακόμα και το πιο φιλικό προς το περιβάλλον κρέας σχετίζεται με περισσότερες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από τα φασόλια και τους ξηρούς καρπούς, τις κύριες χορτοφαγικές πηγές πρωτεΐνης.
Δεν χρειάζεται όμως να γίνουμε όλοι vegan αν δεν το θέλουμε, αρκεί να προσαρμόσουμε τις διατροφικές μας συνήθειες για να ανταποκριθούμε στις νέες περιβαλλοντικές συνθήκες. Για παράδειγμα, τα προϊόντα τοπικής παραγωγής έχουν μικρότερο αντίκτυπο σε σχέση με τα εισαγόμενα και τα φρούτα και λαχανικά εποχής είναι πιο φιλικά προς το περιβάλλον από τα αντίστοιχα που έχουν καλλιεργηθεί σε θερμοκήπιο. Αν κάποιος δεν είναι έτοιμος για δραστικές αλλαγές στον τρόπο που τρώει, φτάνει να ξεκινήσει από κάτι μικρό, όπως το γάλα αμυγδάλου στον καφέ. Στόχος δεν είναι άλλωστε ο βιγκανισμός, αλλά η υιοθέτηση βιώσιμων καταναλωτικών συμπεριφορών σε σχέση με το φαγητό.